Από τα μεγαλύτερα αγκάθια του Brexit είναι το τι θα συμβεί στα σύνορα Βόρειας Ιρλανδίας – Ιρλανδίας. Με «νέα εκδοχή του Γόρδιου Δεσμού» το παρομοίασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και πρόσθεσε: «Δυστυχώς, δεν μπορώ να δω μια νέα εκδοχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου». Οταν η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ, το μοναδικό χερσαίο σύνορο με αυτή θα είναι εκείνο ανάμεσα στη Β. Ιρλανδία (που ανήκει στη Βρετανία) και την Ιρλανδία, που σήμερα είναι ανοιχτό και η διακίνηση ανθρώπων και αγαθών ελεύθερη. Λόγω του βίαιου παρελθόντος της Β. Ιρλανδίας αλλά και του μεγάλου όγκου του εμπορίου, καμία πλευρά δεν επιθυμεί να επανέλθουν οι συνοριακοί έλεγχοι. Πώς όμως θα γίνει αυτό κανείς δεν το γνωρίζει ακόμη.
Η ιδέα της Μέι
Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι εξετάζει την ιδέα να παραμείνει η Βρετανία στο συνοριακό καθεστώς της ΕΕ για μερικά χρόνια, προκειμένου το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες να βρουν μόνιμη λύση για το επίμαχο σύνορο. Οι Βρυξέλλες αντιπροτείνουν να παραμείνει μόνο η Β. Ιρλανδία στο συνοριακό καθεστώς της ΕΕ έως ότου βρεθεί λύση, ενώ η υπόλοιπη Βρετανία να αποχωρήσει.
Η κυβέρνηση της Μέι όμως εξαρτάται από την υποστήριξη του βορειοϊρλανδικού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP), το οποίο απεχθάνεται την περίπτωση να αποκοπεί συνοριακά, και συνεπώς εμπορικά, η Β. Ιρλανδία από την υπόλοιπη Βρετανία. Αν συμβεί αυτό, το DUP απειλεί ότι θα πάψει να υποστηρίζει τη Συντηρητική κυβέρνηση μειοψηφίας της Μέι στη Βουλή. Το Δουβλίνο, από την πλευρά του, δεν επιθυμεί να μετατεθεί στο μέλλον η λύση για το σύνορο με τη Β. Ιρλανδία.
Η Πατρίτσια Μακ Μπράιντ, δικηγόρος και πολιτικός σχολιαστής, έχει μια ρηξικέλευθη πρόταση την οποία ανέπτυξε γράφοντας στο Politico: να επανενωθεί η Ιρλανδία. Δεδομένης της απόστασης ανάμεσα στις θέσεις όλων των πλευρών, «το Brexit θα ήταν πολύ ευκολότερο αν η Β. Ιρλανδία ψήφιζε αν επιθυμεί να αποσχιστεί από τη Βρετανία και να επανενωθεί με το υπόλοιπο νησί – ενδεχόμενο που καθίσταται δυνατό από τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής», που έφερε την ειρήνη στη Β. Ιρλανδία ύστερα από 30 χρόνια βίας ανάμεσα στους ενωτικούς (κυρίως προτεστάντες που επιθυμούσαν την παραμονή της Β. Ιρλανδίας στη Βρετανία) και τους Ρεπουμπλικανούς (κυρίως καθολικούς που επιθυμούσαν την απόσχιση της Β. Ιρλανδίας από τη Βρετανία και την επανένωσή της με την Ιρλανδία). Η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής «επιτρέπει ψηφοφορία για το σύνορο «σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή φανεί πιθανό» ότι η πλειοψηφία στη Β. Ιρλανδία θα υποστήριζε την επανένωση» έγραψε η Μακ Μπράιντ η οποία πιστεύει ότι το ενδεχόμενο αυτό γίνεται όλο και πιο πιθανό μέρα με τη μέρα.
Οι Ενωτικοί και το DUP
Στη Β. Ιρλανδία, Ενωτικοί υποψιάζονται τους Ρεπουμπλικανούς ότι εκμεταλλεύονται το Brexit για να προωθήσουν την ιδέα της επανένωσης της Ιρλανδίας. Αλλοι στη Β. Ιρλανδία δυσανασχετούν με το DUP, που είναι το ισχυρότερο κόμμα τοπικά και αποκτά όλο και πιο συντηρητικές χριστιανικές θέσεις, και κάνουν συγκρίσεις με την πιο προοδευτική Ιρλανδία όπου πέρασαν δημοψηφίσματα για τους γάμους ομοφύλων (2015) και τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων (2018) – δικαιώματα στα οποία αντιτίθεται σφόδρα το DUP στη Β. Ιρλανδία.
Επίσης, στην Ιρλανδία η οικονομική δραστηριότητα είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο στη Β. Ιρλανδία, οι μισθοί υψηλότεροι και η βιομηχανική παραγωγή 10 φορές μεγαλύτερη. Ακόμη και βορειοϊρλανδοί Ενωτικοί δεν θα είχαν αντίρρηση να κερδίζουν 45.000 ευρώ τον χρόνο, όπως είναι ο μέσος μισθός στην Ιρλανδία, αντί των 30.000 που είναι στη Β. Ιρλανδία.
«Είναι σαν η βρετανική κυβέρνηση να έχει παρατήσει τη Β. Ιρλανδία» έγραψε η Μακ Μπράιντ. «Επί δεκαετίες, οι Συντηρητικοί και το DUP δεν έκαναν τίποτε για να λύσουν τα προβλήματα της Β. Ιρλανδίας. Η παραμέληση και η έλλειψη υποδομών και επενδύσεων άφησαν τον Βορρά σχεδόν χωρίς σιδηροδρόμους και με δύο αυτοκινητοδρόμους που σταματούν στη μέση του πουθενά. Τα δύο εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος αφέθηκαν να απαξιωθούν σε σημείο που επίκειται ο παροπλισμός τους. Το νησί της Ιρλανδίας έχει ενοποιημένη αγορά ηλεκτρικού ρεύματος και ένα Brexit χωρίς συμφωνία ενισχύει τους φόβους για μπλακάουτ σε όλον τον Βορρά. Επίσης, για πρώτη φορά ύστερα από την υπογραφή της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής πριν από 21 χρόνια, η τοπική Βουλή έχει διαλυθεί και δεν υπάρχει τοπική κυβέρνηση» λόγω διαφωνιών μετά τις εκλογές του 2017 στη Βρετανία και στη Β. Ιρλανδία. Σύμφωνα με τη Μακ Μπράιντ, ακόμη και στο Λονδίνο πολλοί βουλευτές των Συντηρητικών «θα υποστήριζαν σιωπηρά τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για το σύνορο» ανάμεσα στη Β. Ιρλανδία και την Ιρλανδία.