Ηταν τέτοιες μέρες και τέτοια εποχή πριν από 12 χρόνια όταν η δημοσιογράφος Αννα Πολιτόφσκαγια, η οποία έφτασε πολύ κοντά στο να αποκαλύψει τι είχε ακριβώς συμβεί στον πόλεμο της Τσετσενίας, πυροβολούνταν στον ανελκυστήρα της πολυκατοικίας της στη Μόσχα. Πριν από έναν χρόνο τέτοια πάλι εποχή η Ντάφνι Καρουάνα Γκαλίτσια, που αποκάλυψε τις ύποπτες δοσοληψίες πολιτικών προσώπων στη Μάλτα, με αποκορύφωμα αυτές του πρωθυπουργού Ζόζεφ Μουσκάτ, δολοφονήθηκε από βόμβα στο αυτοκίνητό της έξω από το σπίτι της. Πριν από επτά μήνες ένας άλλος δημοσιογράφος, ο Γιαν Κούτσιακ, ο οποίος έκανε ρεπορτάζ για τις σκοτεινές συναλλαγές κορυφαίων της κυβέρνησης στη Σλοβακία με ολιγάρχες και τη μαφία, έπεφτε νεκρός στο σπίτι του έξω από την Μπρατισλάβα.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι δολοφόνοι ήταν πληρωμένοι εκτελεστές και αυτή είναι η μόνη διαφορά με τους επίλεκτους Σαουδάραβες που φέρεται να έβγαλαν από τη μέση τον επιφανή δημοσιογράφο Τζαμάλ Κασόγκι που στηλίτευε συχνά-πυκνά την υποκρισία του Βασιλείου και του «μεταρρυθμιστή» διαδόχου τού θρόνου Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν. Στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών υπήρξαν δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, παρόμοιες περιπτώσεις και δυστυχώς φαίνεται, όπως αναφέρει άρθρο της «Washington Post», θα υπάρξουν περισσότερες.
Γιατί οι υποθέσεις συνδέονται μεταξύ τους
Κάθε μία από αυτές τις ιστορίες έχει διαφορετικό πολιτικό υπόβαθρο και σε κάθε μία από αυτές οι δολοφόνοι έχουν διαφορετικά πράγματα να κρύψουν. Ωστόσο, κατά μια βαθύτερη έννοια οι υποθέσεις συνδέονται μεταξύ τους, όπως αναφέρει η αμερικανική εφημερίδα: «Αποτελούν συνέπεια της σύγκρουσης μιας τεχνολογικής επανάστασης του 21ου αιώνα, που κατέστησε δυνατή την απόκτηση και διάδοση πληροφοριών με νέους τρόπους, με την offshore τραπεζική επανάσταση του 21ου αιώνα, η οποία κατέστησε δυνατή την κλοπή χρημάτων με νέους τρόπους, την απόκρυψή τους με νέους τρόπους και τη χρήση τους για τη διατήρηση της εξουσίας».
Αυτές οι δύο ταχείες αλλαγές είχαν δραματικές επιπτώσεις σε δημοκρατικά καθεστώτα, όπως η Μάλτα και η Σλοβακία, καθώς και σε δικτατορικά, όπως η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία. Συχνά, οι δημοσιογράφοι, και κυρίως εκείνοι που ασχολούνται με τις έρευνες, παγιδεύονται μέσα σε αυτές.
Γιατί; «Επειδή ζούμε ήδη σε ένα παγκόσμιο δίκτυο ειδήσεων, είτε θέλουμε είτε όχι. Και επειδή οι πληροφορίες που αποκαλύπτονται εξαπλώνονται πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι στο παρελθόν» έγραψε η Αν Απλμπάουμ στη «Washington Post». Η Σοβιετική Ενωση ή η Σαουδική Αραβία πριν από την εποχή του Διαδικτύου μπορούσε να σιγήσει τη φωνή ενός δημοσιογράφου μέσω λογοκρισίας ή ακόμη και εξορίας.
Κάποιος όπως η Πολιτόφσκαγια δεν θα είχε τόσο μεγάλη σημασία τότε γιατί κανείς στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ δεν θα μπορούσε να διαβάσει εύκολα αυτά που έγραφε. Εκτός της χώρας του κάποιος όπως ο Κασόγκι θα είχε μικρή επιρροή στην προ Internet εποχή. Αλλά το 2018, όλα όσα έγραφε ήταν προσβάσιμα σε κάθε σαουδάραβα πολίτη μόνο με ένα smartphone.
Τα αυταρχικά καθεστώτα και οι ψευδείς ειδήσεις
Ταυτόχρονα, το 2018 οι εκλεγμένοι πολιτικοί και οι μη εκλεγμένοι δικτάτορες ενδιαφέρονται περισσότερο σε προσωπικό και πολιτικό επίπεδο να κρύψουν την πραγματική έκταση των πεπραγμένων τους. Στην Κίνα, στη Ρωσία και τώρα στη Σαουδική Αραβία τα αυταρχικά καθεστώτα παραμένουν στην εξουσία με εκστρατείες διασποράς ψευδών ειδήσεων ενάντια στη «διαφθορά», ακόμη και αν εξέχοντα μέλη τους συνεχίζουν να αποκρύπτουν τεράστιες ποσότητες χρημάτων που ξοδεύουν στο εξωτερικό. Οι δημοκρατικά εκλεγμένοι ηγέτες μπορούν να μπουν στον πειρασμό με τον ίδιο τρόπο.
Σε όλες αυτές τις χώρες οι εφημερίδες, οι ιστότοποι και οι ομάδες ακτιβιστών που δημοσιεύουν ιστορίες σχετικά με τον κρυμμένο πλούτο, την παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα, τους μυστικούς πολέμους και τα προγράμματα μυστικής χρηματοδότησης είναι επικίνδυνα: υπονομεύουν τους ισχυρισμούς ισχυρών πολιτικών ότι ενεργούν εξ ονόματος του «λαού». Αλλες πάλι οδηγούν τους πολιτικούς στην «ανεργία». Η δολοφονία του Κούτσιακ οδήγησε στην πτώση της σλοβακικής κυβέρνησης. Μια διαδήλωση κατά της διαφθοράς στην Ουκρανία μετατράπηκε σε επανάσταση. Μια διαμαρτυρία κατά της διαφθοράς στην Αρμενία οδήγησε πρόσφατα στην αλλαγή κυβέρνησης.
Για να προστατευθούν, ορισμένοι πολιτικοί προσπαθούν να δυσφημήσουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο πρόεδρος Trump αποκαλεί δημοσιογράφους «εχθρούς του λαού» στο Twitter και εξαπολύει πλήθος οργισμένων tweets εναντίον τους. Ο πρόεδρος των Φιλιππινών Ροντρίγκο Ντουτέρτε αποκάλεσε τους δημοσιογράφους «κατασκόπους», στην Τουρκία η κυβέρνηση έχει συλλάβει περισσότερους από 200 δημοσιογράφους τους τελευταίους μήνες και περισσότεροι από 40 έχουν φυλακιστεί στην Κίνα. «Ακριβώς επειδή τώρα ζούμε σε ένα παγκόσμιο δίκτυο πληροφόρησης, ο θάνατος ενός δημοσιογράφου θα μπορούσε να τρομάξει τους υπολοίπους, όχι μόνο στη χώρα τους αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο» καταλήγει η Απλμπαουμ.
«Θανάσιμο το 2018 για τους δημοσιογράφους»
Εφέτος ήταν μια «θανάσιμη» χρονιά για τους δημοσιογράφους, ακόμη και σε δημοκρατικές χώρες όπου η ελευθερία του Τύπου αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο της κοινωνίας των πολιτών, ακόμη και σε χώρες-προπύργια της ελευθερίας του Τύπου. Μέχρι στιγμής το 2018, τουλάχιστον 43 δημοσιογράφοι έχουν σκοτωθεί σε όλον τον κόσμο ως αποτέλεσμα του έργου τους, σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων. Ο αριθμός αυτός ξεπερνάει τον περυσινό και δεν περιλαμβάνει 17 θανάτους για τους οποίους δεν έχει επιβεβαιωθεί το κίνητρο.
Η οργάνωση κάνει λόγο για περισσότερους από 70 θανάτους σε τέσσερα ξεχωριστά χρόνια κατά την τελευταία δεκαετία, πολλοί εκ των οποίων έχουν να κάνουν με θάνατο των εκπροσώπων του Τύπου εν μέσω διασταυρούμενων πυρών σε εμπόλεμες ζώνες. Τα εφετινά στοιχεία αποκαλύπτουν μια νέα, ανησυχητική τάση, ότι υπάρχει αύξηση των επιθέσεων εναντίον δημοσιογράφων και της δημοσιογραφίας ως θεσμού, σημαντικού για τη δημοκρατία και τα θεμέλια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα, μια διεθνής ΜΚΟ που προωθεί την ελευθερία της πληροφόρησης σε όλον τον κόσμο, ανεβάζει ελαφρώς τον αριθμό των δολοφονιών για το 2018 αναφέροντας ότι περισσότεροι δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν σε σχέση με το έργο τους κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2018 απ’ ό,τι σε όλο το 2017.
Σε περιοχές όπου υπάρχουν ενεργές συγκρούσεις ή ενδημικά εγκλήματα, η απειλή για τους δημοσιογράφους είναι γνωστή. Δώδεκα δημοσιογράφοι, για παράδειγμα, σκοτώθηκαν εφέτος στο Αφγανιστάν. Και τουλάχιστον έξι έχασαν τη ζωή τους στο Μεξικό, που είναι γνωστό ότι πρόκειται για επικίνδυνο μέρος για τους δημοσιογράφους, ενώ στις εννέα από τις δέκα περιπτώσεις αυτοί που σκοτώνουν δημοσιογράφους δεν προσάγονται ποτέ στη Δικαιοσύνη, σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων.