Η διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν στην ταχεία κατάρρευση που ακολούθησε την εκτέλεση του σιίτη ιμάμη από το Ριάντ μπλέκεται στο ήδη εύφλεκτο τοπίο της Μέσης Ανατολής σε καθοριστική καμπή.

Οι δύο μεγαλύτερες περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής βρίσκονται σε ρητορικά χαρακώματα που «εμπλουτίζουν» με τη διαχωριστή γραμμή των δύο κλάδων του Ισλάμ, σουνιτών και σιιτών, διάσταση που καθορίζει το σκηνικό από τη συριακή σύγκρουση και την ISIS και φτάνει μέχρι την Υεμένη.

Η εκτέλεση του σιίτη ιμάμη Αλ Νιμρ γίνεται αντιληπτή από το σύνολο του σιιτικού κόσμου σχεδόν ως κήρυξη πολέμου από τον «θεματοφύλακα» του σουνιτικού Ισλάμ, τη Σαουδική Αραβία.

Ο 56χρονος ιμάμης ήταν μεταξύ των προβεβλημένων στελεχών στο σύντομο αντικυβερνητικό κύμα μεταξύ 2011 και 2012 στο βασίλειο και θεωρείτο υπέρμαχος των δικαιωμάτων του σιιτικού πληθυσμού στη Σαουδική Αραβία (περίπου 2 εκατομμύρια σε πληθυσμό 18 εκατομμυρίων). Είχε φτάσει μέχρι το σημείο να πει πως η νομιμοποίηση της κυβέρνησης θα εξέλειπε εάν το βασίλειο συνέχιζε την «καταπίεση των σιιτών» -αμάρτημα ασυγχώρητο για το Ριάντ, το οποίο γρήγορα είδε στον Αλ Νιμρ «δάκτυλο» του Ιράν.

Η εκτέλεση ήταν λάδι στη φωτιά της κλιμάκωσης στις πάντα δύσκολες σχέσεις με το Ιράν, που από την πλευρά του εμφανίζεται ως «θεματοφύλακας» του σιιτικού Ισλάμ.

Η διαμάχη αγγίζει όλες τις πλευρές των συρράξεων στη Μέση Ανατολή, και η επιδείνωση δυσκολεύει αναλόγως ολόκληρο το σκηνικό: Ο ρόλος που θα είχε στο τραπέζι το Ιράν στις επικείμενες ειρηνευτικές διαβουλεύσεις για το Συριακό είχε προκαλέσει πρώτα από όλα αντιδράσεις στη Σαουδική Αραβία. Οι αντιδράσεις ήταν ηχηρότερες ακόμη και από εκείνες που ακούγονταν από την αμερικανική πλευρά.

Η αμερικανική και η ρωσική πλευρά, εταίροι της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν αντίστοιχα, είχαν ασκήσει ήπια πίεση στις δύο πλευρές να συνεργαστούν στο Συριακό.

Η ενίσχυση της σουνιτικής ISIS είχε δε εξαρχής αντλήσει από το χάσμα μεταξύ σουνιτών και σιιτών: Η αρχική επέκταση της δράσης της στο Ιράκ είχε σημειωθεί με επιθέσεις σε σιιτικούς στόχους, τους οποίους η τρομοκρατική οργάνωση θεωρεί θεμιτούς στόχους ως «αιρετικούς». Αυτό προστίθεται και στο υπόβαθρο της προσέγγισης χαμηλών τόνων μεταξύ της Βαγδάτης με την Τεχεράνη.

Η Σαουδική Αραβία έχει μεν κηρύξει στο εσωτερικό της «πόλεμο στην τρομοκρατία», όμως αρκετοί στη Δύση θεωρούν προβληματικό το ότι δεν μπορεί να απομακρυνθεί από τον ουαχαμπισμό (ακραίο ρεύμα στο σουνιτικό Ισλάμ), το οποίο είναι «θεμέλιο» του Ριάντ. Στην «μουσουλμανική συμμαχία εναντίον της τρομοκρατίας» την οποία έχει προσπαθήσει να δημιουργήσει η Σαουδική Αραβία, μεγάλος απών είναι το Ιράν.

Καθόλου συμπτωματικά επίσης, το Ριάντ είχε κηρύξει κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου «τελειωμένη» την εκεχειρία στην Υεμένη μετά την αναζωπύρωση των εκεί συγκρούσεων – η σύρραξη στην Υεμένη είχε εξαρχής ξεκάθαρα τη διάσταση «σύγκρουσης δι’ αντιπροσώπων» μεταξύ Ριάντ και Τεχεράνης.

Όπως συμβαίνει ωστόσο με κάθε τι που έχει να κάνει με τη Μέση Ανατολή, δεν υπάρχει «μοντέλο ερμηνείας» που να περιγράφει εξ ολοκλήρου την κατάσταση. Η αμερικανική συμμαχία με τη σαουδική Αραβία και η ρωσική προσέγγιση στην Τεχεράνη δεν μονολιθικές και δεν αρκούν για να εξηγήσουν τις δυναμικές της διαμάχης.

Ειδικά η σχέση της Σαουδικής Αραβίας με τις ΗΠΑ είναι περίπλοκη: Στην πρώτη της αντίδραση μετά την απόφαση του Ριάντ για τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων, η Ουάσινγκτον είχε επιμείνει στην ανάγκη για «διπλωματία» -κάτι που μπορεί να αναγνωστεί ως έμμεση έκφραση επιφύλαξης.

Η δε πραγματιστική βάση στην οποία βλέπει η Σαουδική Αραβία τη συνεργασία με τις ΗΠΑ είχε φανεί εσχάτως με την έντονη δυσφορία της απέναντι στη συμφωνία για το ιρανικό ατομικό πρόγραμμα: Το Ριάντ είχε ζητήσει σκληρή γραμμή απέναντι στην Τεχεράνη, σε μία (παράδοξη)… ταύτιση απόψεων στο θέμα με το Ισραήλ.

Ενδεικτικά, «πηγή» στο Ριάντ είχε αναφέρει ανεπίσημα την Κυριακή στο Reuters πως η Σαουδική Αραβία πιστεύει ότι «φτάνει πια» με αυτό που θεωρεί ως «επιβολή» θέσεων του Ιράν στη Δύση, με τον ανώνυμο αξιωματούχο να φτάνει στο σημείο να λέει πως το Ριάντ «αδιαφορεί για το εάν θα εκνευριστεί ο Λευκός Οίκος» – αναφορά που στη συνέχεια ο ανώνυμος αξιωματούχος θεώρησε αναγκαία να αποσύρει από το πρακτορείο.