Ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφοπλιστή Βίκτωρα Ρέστη, Μιχάλης Δημητρακόπουλος, αναφέρει σε σχέση με το πόρισμα της Εισαγγελέως Ελένης Τουλουπάκη για τον πελάτη του.

«Σε μια περίοδο, που οι θεσμοί δοκιμάζονται λόγω της πρωτοφανούς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, οι πολίτες ελπίζουν ότι η Δικαιοσύνη θα εξακολουθήσει να εγγυάται το Κράτος Δικαίου. Χτες κατακλύσθηκαν τα Μ.Μ.Ε. με το πόρισμα «καταπέλτη» της Εισαγγελέως Ελένης Τουλουπάκη κατά του Βίκτωρος Ρέστη. Το συγκεκριμένο εισαγγελικό πόρισμα, καίτοι το αναζήτησα στην Εισαγγελία Αθηνών, δεν μου εδόθη. Σκέπτομαι να κάνω αίτηση στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΙ, που έχει εξαιρετικό νομικό ρεπορτάζ, για να μου χορηγηθεί αντίγραφο του πορίσματος, προκειμένου να ασκηθούν τα δικονομικά δικαιώματα του κ. Ρέστη, προς δόξαν του Κράτους Δικαίου στη χώρα μας!!!

Η ποινική προδικασία χαρακτηρίζεται από μυστικότητα, το εισαγγελικό πόρισμα είναι απόρρητο υπηρεσιακό έγγραφο, το οποίον διέρρευσε στον Τύπο και δεν εδόθη στους συνηγόρους υπερασπίσεως!!! Δέον να επισημανθεί ότι όλοι οι δημοσιογράφοι αναφέρονται στο πόρισμα της Εισαγγελέως Ελένης Τουλουπάκη.

Η Εισαγγελία του Α.Π. έχει νομική υποχρέωση να διερευνήσει, πώς έγινε η διαρροή του άνω απόρρητου υπηρεσιακού εγγράφου.

Επί της ουσίας της υποθέσεως : ουδεμία σχέση έχει ο κ. Βίκτωρας Ρέστης με τις πράξεις, που του αποδίδει το Εισαγγελικό Πόρισμα και αυτό θα αποδειχθεί, όταν η υπόθεση θα κριθεί από τους Έλληνες Δικαστές. Ουδείς από τους φερόμενους ως παθόντες δεν είχε καταθέσει μήνυση κατά του κ. Βίκτωρα Ρέστη (πλην ενός δικηγόρου), όταν συνέβησαν σε βάρος τους τα περιστατικά το 2011-2012.

Ετερόκλητες υποθέσεις, αρμοδιότητας Πλημμελειοδικείου, συνενώθηκαν από την Εισαγγελία (μάλιστα μια υπόθεση, που αφορούσε τον άνω δικηγόρο, «ανακλήθηκε» από το ακροατήριο του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, κατά τρόπο δικονομικά αξιοπερίεργο, όλοι οι μάρτυρες – παθόντες κλήθηκαν -ομαδόν- να καταθέσουν στην Εισαγγελία τον Δεκέμβριο του 2014) και αναβαθμίσθηκαν σε κακουργήματα, με νομική τεκμηρίωση αντίστοιχη της μεγίστης νομικής κατάρτισης της κ. Ελένης Τουλουπάκη.

Η κ. Ελένη Τουλουπάκη είναι η Εισαγγελέας, που πρόσφατα διέταξε να κινηθεί η αυτόφωρη διαδικασία κατά γνωστού επιχειρηματία για φορολογικές πράξεις του 2007, όταν η αυτόφωρη φορολογική διαδικασία θεσπίστηκε το 2011!!! Σε εκείνη την περίπτωση διαπομπεύθηκε –αδίκως- ένας άνθρωπος, που δίνει δουλειά σε χιλιάδες εργαζόμενους στη χώρα μας. Κύριε Νίκο Παντελή, διακεκριμένε Αντιεισαγγελέα του Α.Π., πώς θα κρίνατε έναν υποψήφιο για εισαγωγή στον Εισαγγελικό Κλάδο, αν σας απαντούσε ότι θα εφάρμοζε την αυτόφωρη διαδικασία σε φορολογικό αδίκημα του 2007;;;

Ο κ. Ρέστης, απασχολεί στις επιχειρήσεις και στα πλοία του πάνω από 3.000 εργαζομένους, εισάγει πολύτιμο συνάλλαγμα εκατοντάδων εκατομμυρίων στη χώρα, έχει μοναδική φιλανθρωπική και κοινωνική δράση και προτίθεται να ζητήσει την άμεση δικαστική εκκαθάριση της άνω βορβορώδους δικογραφίας σε βάρος του».

Αντίδραση των Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος

Η ανακοίνωση του κ. Δημητρακόπουλου, προκάλεσε την αντίδραση των Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος. Όπως τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση ο κ. Δημητρακόπουλος αναφέρθηκε ειρωνικά στην κυρία Τουλουπάκη.

Οι εισαγγελείς σημειώνουν ότι το Σύνταγμα και ο νόμος επιφυλάσσουν ανεξαρτησία στους δικαστικούς λειτουργούς, και αν κάποιος μπορεί να ελέξγει το έργο τους είναι το οικείο Συμβούλιο Επιθεώρησης, και όχι οι συνήγοροι ποινικά ελεγχόμενων προσώπων.

Στην ανακοίνωση που εξέδωσαν οι εισαγγελείς, τονίζουν επίσης ότι οι προσωπικές αναφορές σε δικαστικό λειτουργό δεν συνάδουν με τον Κώδικα των δικηγόρων, καλώντας εμμέσως πλην σαφώς τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών να ελέγξει τον κ. Δημητρακόπουλo.

Η πλήρης ανακοίνωση έχει ως εξής:

«Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, λαμβάνοντας αφορμή από δημόσια Δήλωση του δικηγόρου Αθηνών Μ. Δημητρακόπουλου, στην οποία –εκτός άλλων- στρέφεται προσωπικά κατά Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών, αναφερόμενος ειρωνικά στη «μέγιστη νομική της κατάρτιση», για το λόγο ότι ο χειρισμός εκ μέρους της υπόθεσης, την οποία εκείνος ανέλαβε ως συνήγορος υπεράσπισης, δεν ικανοποίησε τον ίδιο ή τον εντολέα του, περιορίζεται να υπογραμμίσει τα ακόλουθα :

»(α) Στους λειτουργούς της Δικαιοσύνης, το Σύνταγμα και ο νόμος επιφυλάσσουν πλήρη λειτουργική και οργανική ανεξαρτησία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ο δε έλεγχος του βαθμού ανταπόκρισης στα καθήκοντά τους έχει ανατεθεί στα οικεία Συμβούλια Επιθεώρησης (80 επ. Ν 1758/1988) και όχι στους συνηγόρους των υπ’ αυτών ποινικά ελεγχομένων προσώπων.

»(β) Οι προσωπικές αναφορές σε δικαστικό λειτουργό, στην προαναφερθείσα Δήλωση του δικηγόρου Αθηνών, εξαιτίας του ότι εκείνη δεν ενήργησε με τρόπο ευνοϊκό για τον εντολέα του, απάδει, πέραν άλλων, στο πλαίσιο υποχρεώσεων που ο Κώδικας περί Δικηγόρων διαγράφει, όσον αφορά στη χρηστή και ευπρεπή συμπεριφορά των τελευταίων (49 επ. ΝΔ 3026/1954). Τούτο όμως, εμπίπτει στην ελεγκτική αρμοδιότητα του ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών».