Δεν είμαι, ούτε θέλω να εκληφθώ, συνήγορος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Κάθε άλλο. Με προβληματίζει όμως η έλλειψη συμπαράστασης στην κυβέρνηση των περισσότερων κομμάτων της Βουλής, τη στιγμή που αυτή διαπραγματεύεται σκληρά με τους δανειστές της χώρας. Ενας καλοπροαίρετος πολίτης αναγνωρίζει ότι η κυβέρνηση μιλά λογικά με τους δανειστές μας: «Η λιτότητα σκοτώνει. Δεν πάει άλλο. Πρέπει να επαναδιαπραγματευθούμε τους όρους του δανεισμού». Διαπραγμάτευση σημαίνει, φυσικά, συμβιβασμός. Ενας ελεύθερα σκεπτόμενος πολίτης πρέπει να χαίρεται που η κυβέρνηση επέδειξε ευελιξία, οδηγούμενη έτσι σε έναν αμοιβαία επωφελή συμβιβασμό. Γιατί, λοιπόν, τόση αντιπαλότητα από την αντιπολίτευση;
Ας πάρουμε τα γεγονότα με τη σειρά. Η κυβέρνηση ΝΔ -ΠαΣοΚ στήριξε τη βασική προεκλογική επιχειρηματολογία της στην επικινδυνότητα του ΣΥΡΙΖΑ αν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Εσπειρε τον φόβο και την ανασφάλεια σε αρκετούς πολίτες. Αποτέλεσμα ήταν δισεκατομμύρια ευρώ να εγκαταλείψουν τα τραπεζικά καταστήματα της χώρας, μετακομίζοντας σε τράπεζες ξένων χωρών. Οι εκλογές έγιναν. Οι πολίτες με την ψήφο τους έφεραν στην κυβέρνηση τη συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Το καίριο, για την επιβίωση της χώρας, υπουργείο Οικονομικών ανέλαβαν οικονομολόγοι με γνώσεις και επιστημονική αναγνωσιμότητα διεθνούς εμβέλειας. Η εμφάνισή τους στις συναντήσεις με τους ομολόγους τους απέπνεε δύναμη θέλησης, γνώσεις και αξιοπρέπεια. Δεν κρύβω ότι οι συναντήσεις τους στο εξωτερικό ικανοποίησαν την πατριωτική μου υπερηφάνεια. Πιστεύω ότι αυτό ήθελαν, αυτό περίμεναν, όλοι οι έλληνες πατριώτες, ανεξάρτητα από τον ιδεολογικοπολιτικό τους προσανατολισμό, κάτι που φαίνεται άλλωστε και στις δημοσκοπήσεις. Αντίθετα, οι συντηρητικοί πολέμιοί τους, μέσα και έξω από τη χώρα, ασχολήθηκαν και σχολίασαν τις ενδυματολογικές τους επιλογές. Δεν είδαν, ούτε ήθελαν να δουν τις σθεναρές θέσεις και τα επιχειρήματά τους. Μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις η κυβέρνηση επέτυχε μια αρχική συμφωνία με τους εταίρους. Η αντιπολίτευση αντί να χειροκροτήσει αυτή την επιτυχία και να καταστεί αρωγός στις περαιτέρω διαπραγματεύσεις, προσπάθησε με μικρόψυχα σχόλια να την υποβιβάσει, αποκαλώντας τον διαπραγματευτικό συμβιβασμό «κωλοτούμπα». Διερωτάται ο εχέφρων, μη κομματοεξαρτώμενος πολίτης: Μήπως η αντιπολίτευση επιθυμούσε, ενδομύχως, τη μη επίτευξη συμφωνίας για να ικανοποιήσει τα κοντόφθαλμα συμφέροντά της, αγνοώντας την καταστροφή που θα επισυνέβαινε;
Στη χώρα της μόνιμης αντιπαράθεσης, αντιπολιτευτικές τοποθετήσεις έγιναν και από σημαντικά στελέχη της κυβερνώσας Αριστεράς! Διαρκές και υποτροπιάζον μειονέκτημα του έθνους μας ήταν και είναι η άκρατη και άκριτη αντιπαλότητα. Αρχισε από τη γένεση του σύγχρονου ελληνικού κράτους και συνεχίζει απτόητα, με ανυπολόγιστες ζημιές. Για να είμαι δίκαιος, πρωτοστάτησαν δυστυχώς στο «άθλημα» αυτό (και) τα κόμματα της σημερινής συγκυβέρνησης. Δεν θα έπρεπε η εμπειρία της οικονομικής καταστροφής που βιώνουμε τα τελευταία έξι χρόνια να μας κάνει σοφότερους; Να επιζητούμε την αντιπαράθεση εκεί που πρέπει και τη συστράτευση εκεί που επιβάλλεται; Σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία ουδέποτε εκλείπουν οι διαφωνίες. Αλλά μια ώριμη φιλελεύθερη δημοκρατία έχει αποκτήσει την ικανότητα να εκμαιεύει συναινέσεις εκεί που απαιτείται. Δεν έχει έρθει, πλέον, το πλήρωμα του χρόνου να ενηλικιωθεί το πολιτικό μας σύστημα;
O κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ