Καθισμένοι μαζί με την οικογένεια γύρω από το τζάκι -η τέλεια ιδέα για ένα χειμωνιάτικο απόγευμα, μια συνήθεια που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Η Εξέλιξη εμφύσησε στον άνθρωπο μια εγγενή αγάπη για τη φωτιά, υποδεικνύει η μελέτη ενός αμερικανού ανθρωπολόγου.

Χαλάρωση και κοινωνικότητα

Τα πειράματά του Κρίστοφερ Λιν του Πανεπιστημίου της Αλαμπάμα έδειξαν ότι ακόμα και μια βιντεοσκοπημένη εικόνα ενός τζακιού ρίχνει την πίεση του αίματος και κάνει τους ανθρώπους πιο κοινωνικούς.

«Για τους πρώτους ανθρώπους, η φωτιά πιθανότατα παρέτεινε την ημέρα, προσέφερε ζεστασιά, βοηθούσε στο κυνήγι, αποθάρρυνε τους θηρευτές και τα έντομα, φώτιζε σκοτεινά σημεία και επέτρεπε το μαγείρεμα των τροφών» λέει ο Λιν.
«Οι ανοιχτές φωτιές ίσως προσέφεραν επίσης κοινωνική συνοχή και χαλάρωση, η οποία ενισχύει την κοινωνική συμπεριφορά» γράφει στην επιθεώρηση «Evolutionary Phsychology».

Ο Λιν εξέτασε τις αντιδράσεις 226 ενήλικων εθελοντών που κλήθηκαν να καθίσουν στο εργαστήριο και να παρακολουθήσουν βίντεο μιας αναμμένης εστίας, με ή χωρίς ήχο.

Οι εξετάσεις έδειξαν σημαντική μείωση της πίεσης του αίματος όταν ο ήχος ήταν ανοιχτός, ένδειξη σωματικής και ψυχικής χαλάρωσης. Οι απαντήσεις που έδωσαν οι εθελοντές έδειξαν επίσης μια πιο ανοιχτή, κοινωνική διάθεση.

Το συμπέρασμα που δείχνει να προκύπτει είναι ότι στην πορεία της εξέλιξης οι άνθρωποι ανέπτυξαν μια έμφυτη αγάπη για τη φωτιά και συνήθισαν να κοινωνικοποιούνται καθισμένοι γύρω της.

Η χρήση της φωτιάς είναι εξάλλου παλαιότερη από τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο πρόγονός μας Homo erectus ίσως γνώριζε τη χρήση της φωτιάς πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια, πολύ πριν από την εμφάνιση του Homo sapiens, πριν από περίπου 200.000 χρόνια.

Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη μελέτη, ο άνθρωπος δεν αποκλείεται να έγινε το εξυπνότερο ζώο στον πλανήτη χάρη στη φωτιά: το μαγείρεμα διασπά τα συστατικά των τροφών και περιορίζει έτσι την ενέργεια που απαιτείται για την πέψη.

Δεδομένου λοιπόν ότι ο σύγχρονος άνθρωπος εξελίχθηκε δίπλα στην οικογενειακή εστία, η θεωρία ότι ο εγκέφαλος εξελίχθηκε να αγαπά τη φλόγα δείχνει ευλογοφανής.

Επιμέλεια: Βαγγέλης Πρατικάκης