«Εχουμε πολλούς λόγους να είμαστε ικανοποιημένοι από το τέλος μιας δικτατορίας. Κατ’ αρχάς, σημαίνει ότι ένας εγκληματίας δεν ασκεί πλέον την εξουσία. Και υπάρχει η προοπτική ότι η δημοκρατία θα μπορούσε να ριζώσει στη θέση του. Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν επίσης πως ο,τιδήποτε είναι καλύτερο από τον δεσποτισμό. Αλλά αυτή η τελευταία πεποίθηση είναι λανθασμένη», εκτιμά η Χόφμαν.
«Η τελευταία δεκαετία έχει δείξει ότι υπάρχει κάτι χειρότερο από την δικτατορία, χειρότερο από την έλλειψη ελευθερίας, χειρότερο από την καταπίεση: ο εμφύλιος πόλεμος και το χάος. Τα «αποτυχημένα κράτη» που εκτείνονται σήμερα από το Πακιστάν μέχρι το Μάλι δείχνουν ότι η εναλλακτική λύση στην δικτατορία δεν είναι απαραιτήτως η δημοκρατία – πολύ συχνά, είναι η αναρχία. Στα χρόνια που έρχονται, η διεθνής πολιτική δεν θα καθορίζεται από το δίπολο δημοκρατικών / αυταρχικών κρατών όσο από την αντίθεση ανάμεσα στα κράτη που λειτουργούν και σε εκείνα που δεν λειτουργούν», προσθέτει.
«Στη Ρωσία, η μετάβαση από το σοβιετικό σύστημα στην δημοκρατία απέτυχε. Μετά το τέλος του σοσιαλισμού, οι Ρώσοι είχαν τη δυνατότητα να ψηφίσουν σε περισσότερο ή λιγότερο δημοκρατικές εκλογές και η οικονομία ιδιωτικοποιήθηκε.
«Είναι καλύτερη η σταθερότητα από την ελευθερία; Οσοι απαντούν καταφατικά θεωρούνται συχνά ως κυνικοί που δίνουν μικρή σημασία στην ελευθερία και στα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά η άβολη αλήθεια είναι ότι η δικτατορία είναι συχνά προτιμότερη από την αναρχία.
«Είναι εύκολο να χαρακτηρίσει κανείς αυτές τις θέσεις ως οπισθοδρομικές από την άνεση μιας δυτικής δημοκρατίας. Αλλά η πολιτική αστάθεια προκαλεί την επιθυμία για τάξη, μερικές φορές με οποιαδήποτε τίμημα – και έτσι ανοίγει συχνά τον δρόμο για τους εξτρεμιστές. Αυτό ήταν αλήθεια στη Γερμανία στο τέλος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Στη Ρωσία, ο σταλινισμός ακολούθησε την επανάσταση και τον εμφύλιο πόλεμο. Στο Αφγανιστάν, η περίοδος της αναταραχής μετά την σοβιετική αποχώρηση ώθησε την άνοδο των Ταλιμπάν. Και τώρα το Ισλαμικό Κράτος έχει εμφανιστεί στο Ιράκ και στη Συρία», καταλήγει η Χόφμαν.