Ενα δροσερό καλοκαιρινό βράδυ αποφασίσαμε να ανηφορίσουμε προς την Κηφισιά (ακριβώς επειδή τα «ορεινά» ενδείκνυνται τώρα που είναι Σεπτέμβριος, μια και ο κάθε κατεργάρης βρίσκεται μετά τις διακοπές στον πάγκο του).

Βολτάροντας στην «Πλάκα της Κηφισιάς» με τους γραφικούς πεζόδρομους και τα μπαράκια σταματήσαμε για ποτό σε ένα… τριχωτό μπαράκι, το Μουστάκι (Γεωργίου Δροσίνη 5), το οποίο μας κέντρισε το ενδιαφέρον με τον χαρωπό χαρακτήρα του. Μικρός αλλά καλόγουστος χώρος, με αστέρες του παλιού αμερικανικού κινηματογράφου στα επιτοίχια κάδρα αλλά και γκραβούρες με όλα τα πιθανά μοτίβα μουστακιού. Μπάρα ξύλινη που έπιανε το μεγαλύτερο μέρος του μπαρ και πίσω της στον τοίχο ζωγραφισμένα πλακάκια που θύμιζαν Αλάμπρα, ενώ στο κέντρο του χώρου δέσποζε πάνω από τα κεφάλια των θαμώνων ένας τεράστιος μαυροπίνακας με «εφήμερα» έργα τέχνης – στη συγκεκριμένη περίπτωση, τις «πηγές» για παραγωγή αιθανόλης, χωρίς την οποία τα μπαρ δεν ζουν!

Η καλοκαιρινή αύρα μάς έσπρωξε να καθήσουμε στον πεζόδρομο, έξω από το γεμάτο μπαρ (το να καθήσουμε βέβαια είναι σχήμα λόγου καθώς τα σκαμπό ήταν όλα κατειλημμένα, με αποτέλεσμα να αρκεστούμε σε ένα μικρό αυτοσχέδιο τραπέζι που – η αλήθεια είναι ότι – παρέπαιε με την παραμικρή κίνηση).

Ο ευγενέστατος και πλήρως καταρτισμένος σερβιτόρος κατέφθασε με τα πολύχρωμα, πλαστικά ποτήρια του νερού και τον κατάλογο των κοκτέιλ που φάνηκε να μονοπωλούν, όπως και σε πολλά άλλα μπαρ το τελευταίο διάστημα, το ενδιαφέρον του κοινού. Και μόνο τα ονόματά τους μας γύρισαν (πολύ) πίσω στα μαθητικά μας χρόνια – στην ατμόσφαιρα της γλυκιάς νοσταλγίας συντελούσε και το γεγονός ότι όλοι γύρω μας στο Μουστάκι ήταν… αμούστακοι και οι δυο μας ανεβάζαμε τον μέσο όρο ηλικίας του μαγαζιού.

Η Τζιν επέλεξε έναν Γαρδέλη οn the Beach με ρούμι, Angostura, λικέρ ροδάκινο, λικέρ πορτοκάλι, λεμόνι και σιρόπι ροδάκινο (το σχόλιο του καταλόγου για το συγκεκριμένο κοκτέιλ με τιμή €9 ήταν «έμπνευση του Κορτέση στην 5ήμερη του Λυκείου Χαβαλέ»), ενώ η Τόνικ μια Μαρία Χοακίνα (για όσους δεν θυμούνται, διότι ούτε εμείς το θυμόμασταν αλλά το ψάξαμε εκ των υστέρων, επρόκειτο για τη μικρή που έγινε γνωστή από τη μεξικανική δημοφιλή τηλεσειρά «Carrusel» που παιζόταν στα τέλη του 1980 στη χώρα μας). Η «Μαρία», λοιπόν, με τιμή στα €8, περιείχε τεκίλα μπλε αγαύης, ανανά, σιρόπι με πιπεριές τσίλι, αγαύη, λάιμ και αφρό αγαύης («περιείχε» επίσης σχόλιο του καταλόγου σχετικά με το ότι είναι το αγαπημένο κοκτέιλ του Σιρίλο, ενός εκ των πρωταγωνιστών του «Carrusel»). Εκτός πάντως από τα κοκτέιλ με τα ευφάνταστα ονόματα (για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να πιει Drunk Στρουμφ και Sport Billy’s Bramble), το μαγαζί σερβίρει απλά ποτά στα €6 και σπέσιαλ στα €7-€12, μπίρα στα €4-€5 και κρασί στα €4.

Τα ποτά μας ήρθαν σε χαρούμενα ποτήρια που θύμιζαν εφηβικό πάρτι – μαζί με ασημί φουντίτσα σε ξυλάκι – συνοδεία ποπκόρν σε μπολ και ήταν ωραιότατα. Απολαύσαμε τη βραδιά ακούγοντας ένα mix&match που πάντρευε τον Μανού Τσάο με διασκευές παλιών ελληνικών τραγουδιών και κάποια στιγμή πήραμε τον δρόμο του γυρισμού (νιώθοντας έπειτα από χρόνια ότι πρέπει να φύγουμε γρήγορα γιατί μπορεί οι γονείς μας να μας βάλουν τις φωνές που ήταν περασμένα μεσάνυχτα).

Συμπέρασμα: Με (νεανική) δύναμη από την Κηφισιά, θα ξαναπηγαίναμε στο Μουστάκι με μότο «τα μαθητικά τα χρόνια δεν τα αλλάζω με τίποτα».

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014.