Το «Maestro», η τηλεοπτική σειρά του ΜEGA και του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, συνεχίζει τη διεθνή της καριέρα χάρη στο Netflix, καταγράφοντας εντυπωσιακά επιτεύγματα.Οπως έκανε γνωστό με ανάρτησή του στο Instagram ο ίδιος ο Παπακαλιάτης, το «Maestro in Blue» (όπως είναι ο διεθνής τίτλος της σειράς), την πρώτη εβδομάδα που ήταν παγκοσμίως διαθέσιμο (δηλαδή από τις 13 έως τις 19 Μαρτίου) βρέθηκε στοtop 10 των μη αγγλόφωνων σειρών που διάλεξαν οι συνδρομητές του Netflix.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Netflix, η σειρά έφτασε τις 7,3 εκατομμύρια ώρες προβολής στην εβδομάδα της πρεμιέρας της. Ισως είναι και οι Ελληνες του εξωτερικού που της χαρίζουν την επιτυχία – η σειρά «σκίζει» στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία. Οπως και να ‘χει, o Παπακαλιάτης κάνει σουξέ. Οπότε μπορεί να είναι σίγουρος μόνο για ένα πράγμα: θα μεγαλώσει ο φθόνος πολλών στην Ελλάδα προς το πρόσωπό του.

Στην Ελλάδα είναι κανόνας: αν κάποιος γνωρίσει επιτυχία (πόσο μάλιστα μια διεθνή επιτυχία), θα μεγαλώσει η διάθεση πολλών να εξηγήσουν ότι αυτή είναι συμπωματική ή συμβαίνει άνευ λόγου και ότι σίγουρα είναι ανάξια κάποιου είδους αναγνώρισης – δεν συζητάω για θαυμασμό. Το πράγμα δεν έχει να κάνει μόνο με δημιουργούς, ας πούμε, εμπορικούς: είναι κάτι γενικότερο.

Πριν από μερικά χρόνια ήμουν ένα βράδυ σε ένα μεγάλο μπαρ της Αθήνας όπου ένας φίλος, σημαίνον πρόσωπο του ελληνικού κινηματογράφου, γιόρταζε το άνοιγμα της νέας του ταινίας. Εκείνες τις ημέρες άνοιγε παγκοσμίως και η πρώτη ταινία που έκανε εκτός Ελλάδος ο Γιώργος Λάνθιμος. Κάποιος έκανε το λάθος να το αναφέρει. Δεν μπορώ να περιγράψω τι ακούστηκε στη συνέχεια. Αν δεν ήξερες ποιος είναι ο Λάνθιμος, θα πίστευες πως είναι ένα είδος μεγάλου προδότη του ελληνικού κινηματογράφου, το κάθαρμα που πήρε τα μυστικά μας κι αύριο μπορεί να τα πουλήσει στο Χόλιγουντ.

Δεν είναι πάντως καινούργια αυτή η αντιμετώπιση. Στο πρώτο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που βρέθηκα ως θεατής, δεκαετίες πριν, είχε παρουσιαστεί η ταινία του μακαρίτη Νίκου Νικολαΐδη «Πρωινή Περίπολος» – μια ταινία που ανήκει στο είδος το οποίο συνηθίζουμε να αποκαλούμε «κινηματογράφο του φανταστικού». Ενας τύπος μπροστά μου που δεν του είχε αρέσει, κριτικός κινηματογράφου μάλιστα, από τις φίρμες της εποχής, του φώναζε επικριτικά να σηκωθεί να φύγει από την Ελλάδα και να πάει να δουλέψει για τους Αμερικάνους. Ο Νικολαΐδης γελούσε – η καρδιά του ήξερε με πόση πίκρα.

Η διεθνής καταξίωση δεν συνεπάγεται φυσικά και τεμενάδες και ούτε όποιος τη βρίσκει είναι απαραίτητα καταπληκτικός και σπουδαίος και σπάνιος και μοναδικός – πόσο μάλλον υπεράνω κριτικής. Ωστόσο, επειδή δεν είναι κάτι συνηθισμένο, είναι καλό να επισημαίνεται, διότι αποτελεί και απόδειξη πως ο δρόμος προς δαύτη δεν είναι απαγορευμένος, αλλά απλά δύσκολος.

Ο Παπακαλιάτης κατάφερε να κάνει διεθνή επιτυχία χάρη σε ένα σίριαλ που γυρίστηκε για την ελληνική τηλεόραση και όχι για ένα ξένο τηλεοπτικό δίκτυο. Αυτό κάνει την επιτυχία του σημαντική και σπάνια. Δεν είναι ένας ταλαντούχος δημιουργός που έπεισε τους ξένους να του εμπιστευθούν κεφάλαια, ηθοποιούς και μέσα. Είναι κάποιος που έκανε ένα σίριαλ στην Ελλάδα και αυτό αποδείχθηκε τόσο καλό ώστε προκάλεσε το ενδιαφέρον μιας τηλεοπτικής πλατφόρμας με παγκόσμιο κοινό. Στη συνέχεια, η πλατφόρμα τού έδωσε τη δυνατότητα να απευθυνθεί στο κοινό της και όπως όλα δείχνουν, ένα σημαντικό μέρος αυτού του κοινού το κατέκτησε.

Ο Παπακαλιάτης είχε κάνει μια σημαντική επιτυχία και με τις κινηματογραφικές του ταινίες – όχι τόσο μεγάλη, αλλά αξιοπρόσεκτη. Το «Maestro» δεν είναι ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο από προηγούμενες δουλειές του: απλά τώρα υπάρχει το Netflix. H δουλειά του πάντα είχε απήχηση στο ελληνικό τηλεοπτικό κοινό, αλλά δεν θυμάμαι κανέναν ποτέ να ασχολήθηκε σοβαρά για να εξηγήσει τα μυστικά της επιτυχίας της.

Οπως οι πιο πολλοί δημιουργοί τηλεοπτικών επιτυχιών, ο Παπακαλιάτης και η επιτυχία του αντιμετωπίζονταν ως κάτι συγκυριακό – αν διαβάσεις τι έχει κατά καιρούς γραφτεί νομίζεις πως στην περίπτωσή του το μέσο, δηλαδή η τηλεόραση, είναι σημαντικότερο από την όποια ικανότητά του. Αν σταθείς στις κρίσεις, νομίζεις πως ο Παπακαλιάτης κάνει επιτυχία γιατί έχει ανακαλύψει ένα είδος τηλεοπτικής συνταγής που είναι αλάνθαστη – στην καλύτερη των περιπτώσεων αντιμετωπίζεται σαν ένας καλός μάγειρας που ξέρει να φτιάχνει ένα μόνο φαγητό: δεν είναι ακριβώς έτσι.

Αν η επιτυχία ήταν αποτέλεσμα μόνο συνταγής, θα ήταν γεμάτο από ελληνικές σειρές το Netflix: δεν μου προκύπτει. Μην περιμένετε ωστόσο να μάθετε από μένα το μυστικό της επιτυχίας του. Αυτό που ξέρω είναι πως ένας από τους λόγους που αυτό δεν γίνεται να αποκωδικοποιηθεί εύκολα είναι γιατί η όποια δουλειά του Παπακαλιάτη συνήθως (επι)κρίνεται πριν παρουσιαστεί.

Στην Ελλάδα υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα: συνήθως αυτοί που παρουσιάζουν τη δουλειά ενός δημιουργού είναι οι ίδιοι που την κρίνουν κιόλας. Είναι ανθρώπινο σε αυτή την περίπτωση να δείχνουν σπουδή και προσοχή στην κρίση (τους) και όχι τόσο στην παρουσίαση. Ετσι ο Παπακαλιάτης είναι ένας «αντιγραφέας», ένας «που κάνει συνέχεια τα ίδια και τα ίδια», ένας «που ξέρει να υπηρετεί ένα είδος – το είδος του τηλεοπτικού δράματος». Εβαλα τις φράσεις εντός εισαγωγικών γιατί έχουν γραφτεί για τη δουλειά του. Είναι άδικες; Δεν το ξέρω. Υποψιάζομαι όμως ότι όλα αυτά μετράνε λιγότερο από άλλες ικανότητές του.

Ο Παπακαλιάτης είναι π.χ. ένας χαρισματικός σκηνοθέτης γυναικών, ένας ικανότατος οργανωτής, ένας μετρ του ρεπεράζ, ένας άνθρωπος που έχει δει πολύ σινεμά και αρκετή τηλεόραση και ξέρει να εκτιμά την καλή φωτογραφία, να διαλέγει τη σωστή μουσική και σίγουρα να επιλέγει καλούς συνεργάτες. Και είναι και κάποιος που θέλει να αφηγηθεί μοντέρνες ιστορίες – η νοσταλγία δεν τον αγγίζει και ίσως αυτό είναι το πιο μεγάλο όπλο του: είναι ένας από τους λίγους δημιουργούς που έχουμε που δεν έκανε ακόμα μια σειρά ή μια ταινία με θέμα την παιδική του ηλικία π.χ. Στην περίπτωση των ελλήνων δημιουργών είναι σπάνιο.

Θα μπορούσα να σας πω κι άλλα, αλλά δεν έχω δει καμία απολύτως σειρά του Παπακαλιάτη μέχρι τέλους. Δεν έχω δει επίσης περισσότερα από τρία επεισόδια του «Maestro». Αλλά παραδέχομαι πως θαυμάζω την επιτυχία του Παπακαλιάτη πιο πολύ από τα δημιουργήματά του. Μπράβο, Χριστόφορε. Κι ας μην κάνεις τίποτα που θα δω και θα το προτείνω στους φίλους μου…