Κατά τα φαινόμενα, η αγορά εργασίας σήμερα μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με την αγορά εργασίας πριν από την πανδημία. Το ποσοστό ανεργίας είναι εξίσου χαμηλό, το ποσοστό των ενηλίκων στο εργατικό δυναμικό είναι εξίσου υψηλό και οι μισθοί αυξάνονται με τον ίδιο περίπου ρυθμό μετά τον πληθωρισμό.

Επί της ουσίας, όμως, η φύση της εργασίας έχει αλλάξει βαθιά. Η καριέρα και η εργασία δεν είναι πια τόσο πρωταρχικής σημασίας για τη ζωή των Αμερικανών. Θέλουν περισσότερο χρόνο για την οικογένειά τους και τον εαυτό τους και μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά το πότε, πού και πώς εργάζονται.

Οι επιπτώσεις αυτής της αλλαγής είναι ήδη ορατές τόσο στις επιχειρήσεις μεμονωμένα όσο και ευρύτερα στην οικονομία. Εχουν οδηγήσει σε μόνιμη έλλειψη προσωπικού, ιδίως σε θέσεις εργασίας που φαντάζουν λιγότερο ελκυστικές επειδή, για παράδειγμα, προϋποθέτουν φυσική παρουσία ή σταθερό ωράριο. Αυτό, με τη σειρά του, έχει αλλάξει τη διαπραγματευτική θέση εργοδοτών και εργαζομένων – αναγκάζοντας τους εργοδότες να προσαρμοστούν, όχι μόνο πληρώνοντας περισσότερα, αλλά δίνοντας προτεραιότητα στην ποιότητα ζωής στις προσφερόμενες θέσεις εργασίας.

Είναι βέβαιο ότι ορισμένες από αυτές τις αλλαγές οφείλονται στην εξαιρετική στενότητα της αγοράς εργασίας. Εάν η ανεργία αυξηθεί, μέρος αυτού του νεοαποκτηθέντος πλεονεκτήματος των εργαζομένων μπορεί να εξανεμιστεί.

Κάποιοι όμως θα αντέξουν. Διαχρονικά, οι καρποί της οικονομικής ανάπτυξης επιμερίζονται μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας, με την εργασία να παίρνει ένα μέρος του μεριδίου της με τη μορφή προνομίων: λιγότερες ώρες εργασίας, περισσότερες παροχές, ασφαλέστερες, πιο ευχάριστες συνθήκες εργασίας. Αυτά τα προνόμια αποκτούν όλο και πιο κεντρικό ρόλο στη σημερινή αγορά εργασίας όσον αφορά το τι προσδοκούν οι εργαζόμενοι και το τι πρέπει να προσφέρουν οι εργοδότες.

Ο αντίκτυπος της πανδημίας

Οπως οι πόλεμοι που έζησαν οι προηγούμενες γενιές, έτσι και η πανδημία αποτέλεσε ορόσημο στην εξέλιξη του χώρου εργασίας, διαμορφώνοντας τόσο τη ζωή όσο και τους τρόπους βιοπορισμού της σημερινής γενιάς.

Κατ’ αρχάς, η COVID-19 επηρέασε την ικανότητα εκατομμυρίων ανθρώπων για εργασία, σκοτώνοντάς τους ή αρρωσταίνοντάς τους ή εξωθώντας τους εκτός εργατικού δυναμικού για να αποφύγουν τον ιό ή για να φροντίσουν μέλη της οικογένειάς τους. Κατά δεύτερον, μετέφερε δεκάδες εκατομμύρια εργαζομένους από φυσικούς σε εικονικούς χώρους εργασίας. Κάποιοι αισθάνθηκαν ελεύθεροι και το λάτρεψαν – κάποιοι άλλοι αισθάνθηκαν απομονωμένοι και το μίσησαν. Κάποιοι αισθάνθηκαν και τα δύο. Οπως και να έχει, το αποτέλεσμα ήταν να αποδυναμωθεί η επιρροή της εργασίας στην ψυχολογία τους.

Το 2017 το 24% των ερωτηθέντων σε έρευνα της Pew δήλωσε ότι η δουλειά ή το επάγγελμά του ήταν πολύ σημαντικό για την ταυτότητά του. Το 2021 την ίδια απάντηση έδωσε μόλις το 17%. Μεταγενέστερες έρευνες επιβεβαιώνουν το συγκεκριμένο εύρημα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι μισούν τις δουλειές τους ή τα αφεντικά τους – η συνολική ικανοποίηση από την εργασία παραμένει αρκετά υψηλή. Απλώς, άλλα πράγματα είναι πιο σημαντικά, πράγμα που εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Οι εργαζόμενοι άρχισαν να ζητούν με μεγαλύτερη ευκολία τις ημέρες αδείας που δικαιούνται, μια αναρρωτική άδεια όταν είναι άρρωστοι, μια ημέρα για λόγους ψυχικής υγείας όταν είναι αγχωμένοι και όλες τις γονικές άδειες που προσφέρουν οι (όλο και πιο εξυπηρετικοί) εργοδότες τους.

Δημοφιλείς εκφράσεις όπως «σιωπηλή παραίτηση» ή «δούλεψε όπως πληρώνεσαι» αποτυπώνουν αυτές τις νέες συμπεριφορές, που συχνά χρεώνονται στη Gen Z – αυτούς που γεννήθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 έως τις αρχές της δεκαετίας του 2010. «Είναι πραγματικά ενοχλητικοί, ειδικά στις δουλειές» σχολίασε η ηθοποιός Τζόντι Φόστερ στην «Guardian». «Εχουν το στυλ: «Μπα, δεν έχω όρεξη σήμερα, θα έρθω στις 10.30 π.μ.»».

Ωστόσο, αυτό δεν είναι δίκαιο. Οι γέροι άρχισαν να διαμαρτύρονται πρώτη φορά ότι η νεολαία είναι κακομαθημένη και στερείται σοβαρότητας από τον Αριστοτέλη, και έκτοτε δεν έχουν σταματήσει. Από την άλλη, η Gen Z αντιμετωπίζει δυσκολίες που οι γονείς της δεν αντιμετώπισαν ποτέ, όπως τα δεινά της COVID-19. Πολλοί νέοι γονείς έχουν αναγκαστεί να μείνουν στο σπίτι με ένα παιδί με πυρετό, εξαιτίας των μέτρων μηδενικής ανοχής στα σχολεία και τους παιδικούς σταθμούς.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτή η τάση στην πραγματικότητα δεν περιορίζεται μόνο στους νέους. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής της Πενσιλβάνια John Fetterman, 54 ετών, σκανδάλισε το μεγαλύτερο συλλογικό όργανο του κόσμου όταν εμφανίστηκε φορώντας φούτερ με κουκούλα και βερμούδα.

Ποιοι δουλεύουν λιγότερο

Ο οικονομολόγος Yongseok Shin του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις και δύο συνάδελφοί του διαπίστωσαν ότι η προσφορά εργασίας μειώθηκε απότομα μετά την πανδημία, λόγω της χαμηλότερης συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό και λόγω των μειωμένων ωρών απασχόλησης όσων εξακολουθούσαν να είναι ενταγμένοι στο εργατικό δυναμικό. Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό έχει πλέον αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό, όπως και οι ώρες εργασίας των γυναικών. Οι άνδρες, ωστόσο, εργάστηκαν πέρυσι 30 ώρες λιγότερες από ό,τι το 2019, και η πτώση εντοπίστηκε κυρίως στους απόφοιτους κολεγίων με υψηλότερο εισόδημα.

Ο Shin έχει μια θεωρία σχετικά με το γιατί συνέβη αυτό. Οι άνδρες αυτοί είναι, ως επί το πλείστον, εργασιομανείς, δουλεύουν περισσότερες ώρες και παίρνουν μεγαλύτερο μισθό από τους περισσότερους εργαζομένους. Ξαφνικά, η απομακρυσμένη εργασία τούς επέτρεψε να χαλαρώσουν τους ρυθμούς τους χωρίς επιπτώσεις.

«Με την πανδημία συνειδητοποιείς: «Αρχίζω να εξαντλούμαι, θέλω καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής»» εξηγεί ο Shin. «Αν είσαι ο μόνος που προσπαθεί να το κάνει αυτό, ανησυχείς μήπως αποκλειστείς από τις προαγωγές και τα μπόνους. Αλλά με το συλλογικό σοκ της πανδημίας, αν συνειδητοποιήσεις ότι όλοι γύρω σου κάνουν το ίδιο πράγμα, συμπεριλαμβανομένου του αφεντικού σας, αισθάνεσαι πιο άνετα στην προοπτική να μειώσεις τις ώρες εργασίας και να αποκαταστήσεις την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής».

Οι εργαζόμενοι είδαν αρχικά την εξ αποστάσεως εργασία ως αναγκαιότητα, στη συνέχεια ως διευκόλυνση και τώρα πλέον τη βλέπουν ως δικαίωμα. Κάποιοι προτίμησαν να παραιτηθούν παρά να την εγκαταλείψουν. Ενας διευθυντής τράπεζας θυμάται να συντάσσει αμέτρητα υπομνήματα με τα οποία έδινε εντολή στους υπαλλήλους να επιστρέψουν στο γραφείο, στα οποία όμως ασκούσε βέτο το τμήμα ανθρώπινων πόρων.

Ακάλυπτες θέσεις εργασίας

Η καινούργια τάση των εργαζομένων να είναι επιλεκτικοί ως προς το αν και πού θα εργαστούν επηρεάζει την οικονομία στο σύνολό της. Τον Δεκέμβριο, το 5,4% των θέσεων εργασίας ήταν κενές και τον Ιανουάριο το 40% των μικρών επιχειρήσεων είχε τουλάχιστον μία ακάλυπτη θέση εργασίας – και οι δύο αριθμοί είναι υψηλότεροι από κάθε άλλη φορά πριν από την πανδημία.

Ιδιαίτερα οι θέσεις εργασίας με φυσική παρουσία και σταθερές βάρδιες καλύπτονται πολύ δύσκολα. Στον τομέα της αναψυχής και της φιλοξενίας, οι αμοιβές των μη διευθυντικών στελεχών έχουν αυξηθεί κατά 8% σε σχέση με τον μέσο όρο του ιδιωτικού τομέα από το 2019, αύξηση που μπορεί να ιδωθεί ως ένα είδος πριμ που καταβάλλεται στους ανθρώπους που πρέπει να εργάζονται με φυσική παρουσία και συγκεκριμένο ωράριο. Η επικράτηση της εξ αποστάσεως εργασίας είναι εμφανής στα μισοάδεια κτίρια γραφείων που εξακολουθούν να καταλαμβάνουν το κέντρο των πόλεων.

Σε γενικές γραμμές, οι εταιρείες έχουν συμβιβαστεί με την εξ αποστάσεως εργασία, ενώ δεν αρνούνται ότι υπάρχουν αντισταθμιστικά οφέλη. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «The Wall Street Journal» στο Νταβός τον Ιανουάριο, ο Christian Ulbrich, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ανάπτυξης και διαχείρισης ακινήτων JLL, δήλωσε ότι η εταιρεία επιθυμεί όλοι οι εργαζόμενοι να αισθάνονται ότι αποτελούν μέρος μιας ομάδας, ανεξάρτητα από το πού εργάζονται. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύει ότι η φυσική παρουσία είναι σημαντική σε θέσεις εργασίας όπου η παραγωγικότητα δεν είναι εύκολα μετρήσιμη. Στην αρχή της καριέρας του «μου επιτράπηκε να κάθομαι πλάι στο αφεντικό μου, να ακούω τις τηλεφωνικές του συνομιλίες – ό,τι έμαθα εκείνο το διάστημα ήταν εκπληκτικό».

Αντίθετα, αν η φυσική παρουσία δεν έχει πλέον σημασία, τότε είναι προτιμότερο να αναθέσουμε τη δουλειά σε τρίτους. «Αν έχετε ένα άτομο που εργάζεται στο οικονομικό τμήμα και δεν έρχεται ποτέ στο γραφείο, γιατί να μην προσλάβετε το ίδιο άτομο στην Ινδία ή στις Φιλιππίνες;» ανέφερε ο Ulbrich.

Νωρίτερα φέτος η United Parcel Service ανακοίνωσε ότι περικόπτει 12.000 θέσεις εργασίας, κυρίως διοικητικής φύσης, σε όλο τον κόσμο και ζητάει από τους υπολοίπους να πηγαίνουν στο γραφείο όλες τις μέρες της εβδομάδας. Αναμένονται κι άλλες τέτοιες, μη συναισθηματικές, περικοπές κόστους το επόμενο έτος. Ο περιορισμός των απολύσεων τα τελευταία χρόνια ήταν έξω από τα συνηθισμένα.

Ωστόσο, είναι πολύ απίθανο το ενδεχόμενο οι εργαζόμενοι, υπό την απειλή της απόλυσης, να υποχωρήσουν στις απαιτήσεις των διευθυντών όπως άλλοτε. Πολλοί εργαζόμενοι έχουν καταλήξει ότι κάποια πράγματα είναι πιο σημαντικά από τη δουλειά και θα ανεχθούν πολλά – συμπεριλαμβανομένης της απειλής της απώλειάς της – για να τα αποκτήσουν.

Ο Greg Ip είναι κύριος οικονομικός σχολιαστής στη «The Wall Street Journal». Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του στο greg.ip@wsj.com