Το αρκετά μεγάλο αλλά εντελώς ακατέργαστο διαμάντι που βρίσκει κάποιος ντόπιος εξερευνώντας τα απόμερα σπήλαια της αραιοκατοικημένης περιοχής του μπορεί να γίνει τελικά και αιτία μιας δυσβάστακτης για αυτόν απογοήτευσης.

Αν δεν έχει τις απαραίτητες γνώσεις αλλά ούτε και τα κατάλληλα εργαλεία ώστε να αναδείξει την αξία της πολύτιμης πέτρας, θα αναγκαστεί να τη «σκοτώσει», έτσι ακατέργαστη, για πολύ λιγότερα χρήματα. Ας το κρατήσουμε αυτό στο μυαλό μας τώρα που πολλά γράφονται και ακούγονται για θησαυρούς που θυμηθήκαμε ότι βρίσκονται στο υπέδαφος της Ελλάδος.

Γάλλιο, βανάδιο, βωξίτης, αντιμόνιο, τιτάνιο είναι κάποιοι από αυτούς και το ερώτημα είναι αν όντως ήρθε ο καιρός να τους αξιοποιήσουμε, αλλά και ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να γίνει αυτό.

Οι «κρίσιμες» και οι «στρατηγικές»

Πολύς λόγος έγινε, με την είσοδο του 2025, για την παγκόσμια έλλειψη μεταλλευμάτων και τις προοπτικές εξόρυξης νέων, πλούσιων σε χημικά στοιχεία απαραίτητα για κινητά τηλέφωνα, ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά πάρκα, μπαταρίες για ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Στοιχεία και ύλες που αυτή τη στιγμή, λόγω των παγκόσμιων αναταράξεων αλλά και της υπερκατανάλωσης, οι τιμές τους στην αγορά ανεβαίνουν εκθετικά, δηλαδή σχεδόν κατακόρυφα και αποκαλούνται «κρίσιμα».

Χαρακτηρισμός καθιερωμένος πλέον και εμφατικός, διότι ως υλικά θεωρούνται μείζονος οικονομικής σημασίας, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει κίνδυνος διαταραχής του εφοδιασμού με αυτά. «Στρατηγικές» κρίσιμες πρώτες ύλες είναι όσες με συγκεκριμένο σχέδιο πρέπει να εξασφαλιστεί η πρόσβαση σε αυτές για να μειωθεί η εξάρτηση μίας ή περισσότερων χωρών (π.χ. ΕΕ) από ξένες πηγές (λόγω οικονομικών ή πολιτικών συμφερόντων και αντιπαραθέσεων).

Αυτό που μας διαφεύγει

Ζητήσαμε τη γνώμη του καθηγητή της Ανόργανης Χημείας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Κωνσταντίνου Μεθενίτη για τον ξαφνικό θόρυβο γύρω από αυτές τις ανόργανες ορυκτές πρώτες ύλες. Οπως μας είπε, «πράγματι είναι μεγάλος ο θόρυβος τελευταία σχετικά με την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Ελλάδας (Χίος, Μολάοι και παλαιότερα Σκουριές). Η ανησυχία προκύπτει από το γεγονός ότι γίνεται λόγος μόνο για ανεύρεση και εξόρυξη των κοιτασμάτων, ίσως και σε εμπλουτισμό.

Ομως πρέπει να απαντηθούν βασικά ερωτήματα, όπως: τι ποσότητες μεταλλευμάτων από ένα συγκεκριμένο ορυχείο μπορούν να παραληφθούν και πού θα γίνει η κατεργασία και παραλαβή των πολύτιμων τελικών υλικών. Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα καθορίζει αν συμφέρει η εκμετάλλευση και αν ναι, από το μέγεθος της δραστηριότητας να λαμβάνονται υπόψη, πριν από την τελική απόφαση, οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην τοπική οικονομία, στην υγεία των ανθρώπων και ζώων.

Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα αφορά το τι θα γίνει μετά την εξόρυξη. Η κατεργασία για την παραλαβή του τελικού προϊόντος, π.χ. γαλλίου, αντιμονίου, βαναδίου, χαλκού, χρυσού, ψευδαργύρου, σπάνιων γαιών, θα λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα ή τα προϊόντα της εξόρυξης θα εξάγονται πριν από την παραλαβή του πολύτιμου στοιχείου, αποκτώντας έτσι κάπου αλλού την τεράστια σημερινή αξία του;».

Η σημασία της τεχνογνωσίας

Σύμφωνα με τον έλληνα καθηγητή, «η χώρα θα πρέπει να μάθει να εξευγενίζει το υλικό της εξόρυξης στο έδαφός της (για να γίνεται αυτό θα πρέπει να συμφέρει), διαφορετικά, κατά τη γνώμη μου, είναι ξεπούλημα. Κύριος παράγοντας όμως εδώ είναι η απαιτούμενη ενέργεια για την παραλαβή των στοιχείων ή ενώσεών τους από το υπόλοιπο μετάλλευμα.

Προφανώς, αν δεν γίνουμε ενεργειακά αυτάρκεις, ποτέ δεν θα συμφέρει. Θα τα στέλνουμε όλα έξω αντί η χώρα να αποκτήσει την απαραίτητη τεχνογνωσία. Ειδικά για τις στρατηγικά κρίσιμες πρώτες ύλες είναι μια μοναδική ευκαιρία να χρηματοδοτηθούν έρευνες σε βασικό επίπεδο. Ερευνες, δηλαδή, για την επινόηση ή βελτίωση μεθόδων εξόρυξης, κατεργασίας των μεταλλευμάτων, αξιοποίησης παραπροϊόντων, αποκατάστασης που απαιτούν χαμηλότερη ενέργεια και είναι φιλικότερες προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο».

Καίρια ερωτήματα

Ερωτώμενος για τις πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (με αφορμή και τη ρύπανση των υδάτων από ορυχείο της ισπανικής πόλης Ουέλβα (Huelva), στο νοτιοδυτικό άκρο της χώρας που αντικρίζει τον Ατλαντικό), καθώς και τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, ο κ. Μεθενίτης μας είπε: «Θα σας απαντήσω και ως πολίτης. Η Ελλάδα είναι μια μικρή σε έκταση χώρα, κατά συνέπεια οι περιοχές που επιλέγονται είναι μικρές σε έκταση (π.χ. Χίος, Μολάοι). Αυτό σημαίνει ότι οι εγκαταστάσεις θα βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με περιοχές που ζουν και δραστηριοποιούνται άνθρωποι.

Ετσι δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι τα μεταλλεύματα από τα οποία θα εξαχθούν αυτά τα πολύτιμα ορυκτά, π.χ. γάλλιο, αντιμόνιο, είναι κυρίως θειούχα ορυκτά που περιέχουν και πολλές άλλες τοξικές θειούχες ενώσεις. Συνεπώς θα πρέπει πριν αποφασιστεί οτιδήποτε να ληφθούν υπ’ όψιν ότι μπορεί να προκληθεί μεγάλης κλίμακας μη αναστρέψιμη περιβαλλοντική καταστροφή και η γνώμη των τοπικών κοινωνιών».

Στο τέλος της συζήτησης ο καθηγητής μάς θύμισε πως η κυκλική οικονομία, που τώρα πρέπει να αντικαταστήσει την ξεπερασμένη γραμμική οικονομία (=Παίρνω, Χρησιμοποιώ, Πετώ) χαρακτηρίζεται από τα λεγόμενα «6 R»: Reduce, Reuse, Repair, Remanufacture, Recycle, Recover, δηλαδή Ελαττώνω, Επαναχρησιμοποιώ, Επισκευάζω, Επανακατασκευάζω, Ανακυκλώνω, Επανακτώ. Κάτι που επιβάλλεται πλέον να ισχύει για τις χρήσεις όλων αυτών των νέων υλικών.

Οι στόχοι της ΕΕ έως το 2030

Από τις 23 Μαΐου 2024 ισχύει ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός για τις Κρίσιμες Ορυκτές Πρώτες Υλες, ο CRM Act. Υποτίθεται ότι θα έβαζε το πλαίσιο για τη διασφάλιση ασφαλούς και βιώσιμου εφοδιασμού κρίσιμων πρώτων υλών. Αυτό όμως που μάλλον έχει επιτύχει μέχρι στιγμής είναι να έχει βάλει τη θηλιά στον λαιμό πολλών ευρωπαϊκών κρατών. Διότι τον Μάιο του 2025 (σε 4 μήνες από σήμερα!) θα πρέπει να έχουν όλοι προχωρήσει σε άμεσες ενέργειες για να προλάβει η Ευρώπη τον στόχο: Παράγουμε εντός ΕΕ τουλάχιστον το 40% της ετήσιας ενωσιακής κατανάλωσης πρώτων υλών στρατηγικής σημασίας.

Επίσης ανακυκλώνουμε σημαντικά αυξανόμενες ποσότητες κάθε πρώτης ύλης στρατηγικής σημασίας από απόβλητα (6 R κ.λ.π). Εως το 2030 η Ενωση θα πρέπει να μην εξαρτάται από μία μόνο τρίτη χώρα για ποσοστό άνω του 65%. Ταυτόχρονα, σε ομιλίες που οργάνωσε τον περασμένο Μάιο η Ενωση Μεταλλωρύχων αναφέρθηκε ότι η παγκόσμια παραγωγή κοβαλτίου, λιθίου, γραφίτη θα πρέπει να αυξηθεί κατά 500% για να επιτευχθούν οι στόχοι της πράσινης οικονομίας. Χρειάζονται για την Ευρωπαϊκή Ενωση 18 φορές περισσότερο λίθιο και 5 φορές περισσότερο κοβάλτιο μέχρι το 2030.