Ηταν Κυριακή, 28 Ιουνίου 2015. Το δημοψήφισμα είχε προκηρυχθεί τα ξημερώματα της προηγούμενης ημέρας και είχε προγραμματιστεί για την Κυριακή 5 Ιουλίου. Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με τίτλο «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας» επέβαλε το κλείσιμο των τραπεζών από τις 28 Ιουνίου έως τις 6 Ιουλίου. Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, γνωστοί ως capital controls, είχαν ήδη επιβληθεί. Στη χώρα δημιουργήθηκε αναστάτωση. «Να βγάλω τα χρήματα από την τράπεζα;» ρώτησε η Αναστασία στο τηλέφωνο τον φίλο της. «Καλά, το ρωτάς; Εάν προλαβαίνεις, πήγαινε τώρα» της απάντησε αυτός, σχεδόν με δραματικό τόνο. «Να τραβήξω και τα 60 ευρώ που έχω στην τράπεζα;» τον διέκοψε γελώντας. Ο υπαινιγμός ήταν προφανής: οι φτωχοί και απένταροι δεν φοβούνται τα capital controls. Κατά τον διαδεδομένο υπολογισμό εκείνων των ημερών, η Αναστασία επέμενε πως 60 ευρώ επί 30 ημέρες, μας δίνουν ένα ποσό κατά πολύ μεγαλύτερο των μηνιαίων απολαβών μας. Προφανώς πολύ μεγαλύτερο και από τις δικές της, μια και ήταν δημόσια υπάλληλος με μέτριο μισθό. Οπότε «Πού είναι το πρόβλημα;».
Την Τρίτη 30 Ιουνίου, οι συνταξιούχοι συνωστίζονταν στις τράπεζες. Εικόνες εκνευρισμού και ανησυχίας μεταδίδονταν από τις πρωινές εκπομπές των καναλιών. Στην πρωινή σύσκεψη της Μονάδας Ερευνών για την ανάλυση των δεδομένων της προηγούμενης ημέρας μοιραζόμασταν την ίδια απορία: πόσο μπορεί να αντέξει η κυβέρνηση μιας δυτικής χώρας όταν οι πολίτες της βιώνουν σε συνθήκες μη πολέμου μια τέτοια εξευτελιστική κατάσταση με ουρές σε τράπεζες και ΑΤΜ και εφόδους στα σουπερμάρκετ, που έπαιρναν τη μορφή μαζικής καταναλωτικής υστερίας. «Αυτοί μάλλον τελείωσαν» ήταν μία από τις πρώτες σκέψεις που κάναμε και ακόμη τη θυμόμαστε ανατρέχοντας σε εκείνη την περίοδο. Είχαμε κάνει λάθος. Σκεφτόμασταν με τον δικό μας τρόπο, αλλά όχι με τον τρόπο με τον οποίο η κοινή γνώμη αποτύπωνε τα πράγματα. Αυτό δεν ήταν πρόβλημα μόνο δικό μας. Ηταν ένα συστημικό σφάλμα ευρέως διαδεδομένο.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.