Η ευφάνταστη πρόταση του αναπληρωτή υπουργού Μεταφορών να τσοντάρει η κυβέρνηση, με τα λεφτά του φορολογούμενου εννοείται, το ταξί σε μεθυσμένους που δεν θέλουμε να πιάσουν τιμόνι στα χέρια τους τα Παρασκευοσαββατοκύριακα, έβαλε λίγο χρώμα στην γκρίζα επικαιρότητα της εβδομάδας που πέρασε.

Από την υπέροχη γελοιογραφία του Ανδρέα Πετρουλάκη με τον μπάρμαν να συμπληρώνει βεβαίωση μέθης με τα ποτά του πελάτη προκειμένου να βρει ταξί, ως τα άπειρα χαριτωμένα τιτιβίσματα στο Χ, αλλά και τη δυναμική επανεμφάνιση του Θύμιου Λυμπερόπουλου, οι πολίτες αντιμετώπισαν την ιδέα ακριβώς όπως της άρμοζε. Χωρίς δηλαδή να την πάρουν στα σοβαρά. Το ίδιο φάνηκε να πράττει, μετά το σούσουρο, και το Μέγαρο Μαξίμου, με τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης να εξηγεί πως το μέτρο που έπεσε στο τραπέζι δεν θα προχωρήσει.

Ως εδώ όλα καλά. Ούτε η πρώτη φορά είναι ούτε και η τελευταία – ελπίζουμε – που τέτοιου τύπου εμπνεύσεις θα ζωηρέψουν τον δημόσιο διάλογο. Να, τώρα μου ήρθε εκείνη η λαμπρή ιδέα του Νότη Μηταράκη για την έφιππη αστυνομία που επίσης, δυστυχώς, δεν προχώρησε. Ή η πρόταση Πλεύρη να περνάει αυτόφωρο όποιος λέει τη λέξη «μπάτσος».

Συγγνωστό είναι και το γεγονός πως παρά το απερίφραστο άδειασμα από τον κ. Μαρινάκη, ο υπουργός συνέχισε να υπερασπίζεται την ιδέα του. Γιατί όχι; Οι εντυπώσεις στην πολιτική είναι σημαντικό πράγμα κι ο ίδιος με τόσα ένσημα σε εταιρείες επικοινωνίας, το γνωρίζει καλά.

Εκείνο όμως που δεν μπορεί να περάσει ασχολίαστο είναι η επιλογή του κ. Κυρανάκη να μας μαλώσει: «Να πω σε αυτούς που γέλασαν και έχουν μια διάθεση να γελοιοποιήσουν το όλο ζήτημα, ότι ίσως το γέλιο να τους κοπεί αν κάνουν μια βόλτα στα Επείγοντα των εφημερευόντων νοσοκομείων». Λίγο τραβηγμένο.

Ξέρει καλά ο υπουργός πως κανείς δεν γέλασε με τα τροχαία. Και ούτε βέβαια χρειάζεται να κάνουμε οι πολίτες αυτοψία στα νοσοκομεία για να μάθουμε την κατάσταση. Σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει χάσει φίλο ή συγγενή σε τροχαίο κι αυτό ακριβώς κανονικά θα έπρεπε να αποτρέπει οποιονδήποτε από τους συναρμόδιους υπουργούς από το να μας κουνάει το δάχτυλο.

Οπότε, όχι. Δεν γελάμε με το εθνικό μας δράμα. Με την ιδέα του γελάμε.

Από την άλλη βέβαια, έχει κι ένα δίκιο να μας επιπλήττει: Σε μια πιο συγκροτημένη χώρα, είναι αλήθεια πως δεν θα γελούσε κανείς. Οχι όμως σκεπτόμενος την κατάσταση στα Επείγοντα των νοσοκομείων, αλλά περισσότερο αναλογιζόμενος ποιο είναι κάποιες φορές το επίπεδο όσων διαχειρίζονται εξουσία, καθορίζοντας τις ζωές μας.

Και με αυτή τη λογική, κάποιος άλλος στη θέση του μπορεί και να σκεφτόταν πως ίσως τελικά και να μην πολυσυμφέρει να κοπούν τα γέλια…