Τι είναι ο αντισυστημισμός; Οπως και να τον ορίσει κανείς, δεν είναι ποτέ απρόσωπος. Σε όποια από τις παρυφές του συστήματος και αν τοποθετηθεί, δεξιά ή αριστερά, δεν υπάρχει εάν το ρεύμα που εκφράζει δεν ταυτιστεί με ένα πρόσωπο.
Η τοπική πολιτική ανθρωπογεωγραφία δεν ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα. Στην Ελλάδα τα αντιστυστημικά κόμματα, ό,τι και αν σημαίνει αυτό, είναι μονοπρόσωπα. Η Πλεύση δεν υπάρχει χωρίς τη Ζωή, η Ελληνική Λύση θέλει τον Βελόπουλό της. Αντίθετα με τους «συστημικούς» – και πάλι ό,τι και αν σημαίνει αυτό – οι «αντισυστημικοί» δεν διαθέτουν βιολογικούς μηχανισμούς και όργανα αναπαραγωγής. Δεν διαθέτουν δελφίνους, στελέχη πρώτης γραμμής, ηγετική ομάδα. Η Ζωή και μετά το χάος. Τόσοι μήνες δημοσκοπικής εκτόξευσης και ακριβώς τόσοι μιας σόλο εκτέλεσης.
Η βασική ισχύς του αντισυστημισμού ταυτίζεται έτσι με μια θεμελιώδη αδυναμία του. Ακόμη και αν σε χτυπήσει το ρεύμα του, δεν βάζεις το δάχτυλο στην πρίζα για να σε κυβερνήσει. Αυτό το δομικό κενό κυβερνησιμότητας είναι που δημιουργεί συσπειρώσεις γύρω από το σύστημα το οποίο, στην ελληνική περίπτωση, εκφράζεται πλειοψηφικά από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. «Οι κάλπες δεν είναι δημοσκόπηση» λένε. «Εκεί οι ψηφοφόροι θα σκεφτούν αυτόν που θεωρούν πως μπορεί να κάνει τη δουλειά. Θα ψηφίσουν για πρωθυπουργό».
Στην ανάγνωση αυτή το «Ζωή και μετά το χάος» μεταφράζεται σε «Μητσοτάκης ή χάος». Αρκεί; Ανανεώνεται η εντολή εάν υποδείξεις έναν χρήσιμο εχθρό, μια απειλή που εμφανίζεται καβάλα στο κύμα προ των πυλών και προοιωνίζεται μια νέα καταστροφή; Δεν αρκεί ακόμη και εάν οι μνήμες της αμέσως προηγούμενης είναι νωπές. Το σύστημα έχει και εκείνο τις αδυναμίες του, μπορεί να αποσταθεροποιηθεί ακόμη και κατά τύχη και οι καιροί δεν επιτρέπουν να αφήνεις οτιδήποτε στην τύχη. Εκτός από τον χρήσιμο, χρειάζεσαι και έναν βολικό εχθρό.
Αυτός είναι το ΠαΣοΚ. Βολικό ως παραδοσιακή και επομένως παραπληρωματική δύναμη του βασικού παίκτη του συστήματος. Αλλά και βολικό για να συντηρείται στην εφεδρεία με μια μέθοδο που στο ίδιο δεν μοιάζει με τίποτε λιγότερο από μπούλινγκ. Θα συναινέσει, ας πούμε, στη μεταρρυθμιστική βιτρίνα που στήνει τώρα επιμελώς η κυβέρνηση με προτάσεις όπως η άρση της μονιμότητας για το Δημόσιο; Εχει καλώς. Δεν συναινεί; Θα εξοβελιστεί στους άλλους για να τοποθετηθεί στην επικράτεια του χάους. Ή, όπως το θέτει ένας μπαρουτοκαπνισμένος του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος, στην επικράτεια του παραλόγου: «Ο Μητσοτάκης μάς έχει χωρίσει σε λογικούς και τρελούς. Αυτός είναι ο αρχηγός της λογικής. Ολοι οι άλλοι είμαστε οι τρελοί».
Ανθρώπινα, διακρίνει κανείς το παράπονο. Πολιτικά, μπορεί να δει τη μηχανική μιας συναίνεσης διά του σωφρονιστικού εξαναγκασμού. Ενδεχομένως να εξηγεί και γιατί το ΠαΣοΚ αντιπολιτεύεται τη ΝΔ με τόση θεσμική επιμέλεια και γιατί πίνει φειδωλά από το ποτήρι του λαϊκισμού όταν η ΝΔ κατάπινε ολόκληρη την νταμιτζάνα χωρίς να προσφέρει ίχνος εθνικής συναίνεσης στη μείζονα υπόθεση της αντιπολιτευτικής της περιόδου που ήταν η Συμφωνία των Πρεσπών.
Η τακτική αποδίδει, η ΝΔ δείχνει να ανακάμπτει κάπως στις δημοσκοπήσεις. Εχει όμως τα όριά της. Και τα θέτει η άσκηση της εφαρμοσμένης πολιτικής. Δυο μονάδες πάνω ή κάτω, η γενική δυσαρέσκεια από την κυβέρνηση είναι μεγάλη και είναι εκεί που ήταν. Η ίδια αυτοπροβάλλεται ως μονόφθαλμη ανάμεσα στους τυφλούς και όχι «όλων των Ελλήνων» αλλά του 40% των ψηφοφόρων, δηλαδή μιας συγκεκριμένης εκλογικής δεξαμενής. «Ούτως ή άλλως, τους υπόλοιπους δεν τους είχαμε ποτέ».
Η ΝΔ σήμερα απευθύνεται σε μία τάξη. Ως λογικά μονόφθαλμη; Οχι μόνο. Απευθύνεται, αλίμονο, και ως μονοπρόσωπο σύστημα.