Στη σημερινή φάση πλήρους ανασύνταξης της ελληνικής αρχιτεκτονικής, μετά τη δεκαετή κρίση και την πανδημία, τις κατευθύνσεις τις δίνει η αγορά, όπως πάντα. Στην οικοδομική δραστηριότητα απουσιάζει, επίσης όπως πάντα, η αξιόλογη δημόσια αρχιτεκτονική, ενώ κυριαρχούν τα ξενοδοχεία, οι παραθεριστικές κατοικίες, οι ανακαινίσεις παλαιότερων κατασκευών.
Οι ανακαινίσεις βέβαια, ενδεικτικές της κατάστασης των γερασμένων και κακοκατασκευασμένων μας κτιρίων, μπορούν να έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί καταδεικνύουν την τάση «ανακύκλωσης» σε αστικά περιβάλλοντα που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να ξεχειλώσουν περαιτέρω, αλλά να τείνουν στην επανάχρηση του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος.
Αυτή η εικόνα αποτυπώνεται και στο τελευταίο τεύχος 174 του αρχιτεκτονικού περιοδικού «Δομές». Απουσιάζουν τα ξενοδοχεία αλλά δημοσιεύονται ενδιαφέροντα παραδείγματα αρχιτεκτονικής για την εκπαίδευση, αστικών και εξοχικών κατοικιών και ανακαίνισης υφιστάμενων κτιρίων.
Ιδιαίτερα αξιόλογο είναι το συγκρότημα του διεθνούς σχολείου Pinewood στο Anatolia College της Θεσσαλονίκης, μελετημένου από τα γραφεία Αλέξανδρου Τομπάζη και Micromega Architecture & Strategies: το σύνθετο κτιριολογικό πρόγραμμα, με ιδιαίτερη έμφαση στον βιοκλιματικό σχεδιασμό, μεταφράζεται σε μια δομή με έντονη και ταυτόχρονα ανάλαφρη πλαστικότητα.
Με το προσφιλές της θέμα των κτιρίων για παιδιά ασχολείται και η Πολυάννα Παρασκευά, με την ιδιαίτερα επιμελημένη παρουσίαση βραβευμένων κατά τα άλλα έργων της σε διάφορα σημεία της Ελλάδας.
Οι Papagou Residences δεν είναι άλλο από μια πολυκατοικία στου Παπάγου, των wip architects (το φαινόμενο πλέον των ξενόγλωσσων επωνυμιών των ελληνικών αρχιτεκτονικών γραφείων είναι και αυτό πανδημικό). Σε μια γειτονιά όπου υπάρχουν και άλλα παραδείγματα εξαιρετικών πολυκατοικιών, όπως του πρόωρα χαμένου αρχιτέκτονα Νίκου Κτενά, το τελευταίο αυτό πρωτότυπο πείραμα ας ελπίσουμε ότι θα συμβάλει επιτέλους στην αποσύνδεση της λέξης «πολυκατοικία» στη συλλογική μας αντίληψη από την κακέκτυπη επανάληψη του ελληνικού εργολαβικού μοντέλου των φίφτις και σίξτις.
Στο τεύχος περιλαμβάνεται και η πολύ ενδιαφέρουσα ανακατασκευή μιας λυόμενης κατοικίας στην Κεφαλλονιά, των Antipas Jones architects: πρόκειται για ένα λυόμενο ξύλινο σπίτι που προέκυψε ως ξένη ανθρωπιστική βοήθεια μετά τον σεισμό του 1953 και που σήμερα μετατράπηκε σε παραθεριστική κατοικία.
Είναι γνωστό ότι, ιδιαιτέρως στον χώρο των εκδόσεων αρχιτεκτονικής, η μορφή του εντύπου είναι σε θέση να υποβαθμίσει ή να αναδείξει αντιστοίχως το έργο που δημοσιεύεται. Στο περιβάλλον των ελληνικών αρχιτεκτονικών περιοδικών οι «Δομές» έχουν εξελιχθεί σε αξιόλογο εκδοτικό παράδειγμα, προσεγμένο αλλά όχι εξεζητημένο. Καλό χαρτί, σωστές γραμματοσειρές, αδρή σελιδοποίηση, έγχρωμη – φυσικά – εκτύπωση, είναι όλα στοιχεία υποστηρικτικά της προσπάθειας ποιοτικών επιλογών έργων (όσο αυτό είναι δυνατό στην ελληνική πραγματικότητα) και ανάδειξης των συνθετικών αρετών τους.
Ούτε είναι δευτερεύουσα η γενικά καλή αισθητική των διαφημίσεων και η κατάλληλη ένθεσή τους στο τεύχος (γιατί σε άλλες περιπτώσεις αναζητεί κανείς τη δημοσίευση του έργου ανάμεσα σε καταιγισμό διαφημίσεων). Αν στόχος είναι η ανάδειξη και προβολή της όποιας καλής ελληνικής αρχιτεκτονικής, η εκδοτική «συσκευασία» έχει καθοριστική σημασία.
Στο τεύχος 174 περιλαμβάνεται και η υποδειγματική αποκατάσταση και επέκταση του 1ου Δημοτικού Σχολείου Νέας Ερυθραίας Αττικής από τον Γιώργο Αραχωβίτη και τους συνεργάτες του. Δεν τυχαίνει συχνά τέτοιου είδους «μεταχείριση» στα περίφημα μοντέρνα σχολεία του ελληνικού Μεσοπολέμου, ενώ, ακόμη περισσότερο, δεν υπάρχουν τόσο επιτυχημένες περιπτώσεις, από συνθετική και μορφοπλαστική άποψη, κτιριακών επεκτάσεων σε αυτά τα σχολεία.
Οι δημοτικοί άρχοντες ανά την επικράτεια, αν φιλοδοξούν να διασώσουν τα αντίστοιχα δικά τους παραδείγματα (όταν δεν τα βάζουν στο στόχαστρο για κατεδάφιση), είναι καλό να κάνουν μια επίσκεψη στη Νέα Ερυθραία.
Ο κ. Ανδρέας Γιακουμακάτος είναι ομότιμος καθηγητής Αρχιτεκτονικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, μέλος της Accademia delle Arti del Disegno της Φλωρεντίας.