Για τους νεκρούς που δεν κλαίμε έγραψε ήδη η Νίκη Λυμπεράκη σε προηγούμενο φύλλο αυτής της εφημερίδας (27.8.2023). Οι νεκροί χωρίς όνομα, χωρίς πρόσωπα. Οι μυριάδες μικρές και μεγάλες Μαρίες σε φωτιές, σε ναυάγια, σε ποτάμια… κι ας μην υπήρξε εκείνη η συγκεκριμένη στον Εβρο…

Στον Εβρο που – σήμερα που γράφονται αυτές οι γραμμές – καίγεται για 11η ημέρα. Και μαζί του άνθρωποι, ζώα, φυτά, δέντρα, υλικά αγαθά… Τα πάντα… Η απουσία επαρκών μέτρων πρόληψης, η ανικανότητα του κρατικού μηχανισμού, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες πυροσβεστών και εθελοντών, η αδυναμία του «επιτελικού κράτους» να επιτελέσει τον πρώτο και βασικό σκοπό του, την ασφάλεια των ανθρώπων (και των ζώων και της φύσης) από τους κινδύνους, είτε αυτοί προέρχονται από φυσικές καταστροφές και τυχαία γεγονότα είτε από συντονισμένες ενέργειες και ασύμμετρους πολέμους. Στη δεύτερη, μάλιστα, περίπτωση η ευθύνη του κράτους και της κυβέρνησης να δράσει προληπτικά και κατασταλτικά είναι ακόμη μεγαλύτερη. Ιδίως μιας κυβέρνησης που εκλέχθηκε ακριβώς ως αντίπαλον δέος απέναντι σε μια άλλη αποδεδειγμένα, με τον πιο τραγικό και απάνθρωπο τρόπο στο Μάτι, ανίκανη και ηθικά διεφθαρμένη…

Δεν είναι τυχαίο ότι οι φωνές για τα «δικαιώματα της φύσης» πληθαίνουν, ανθρώπινες, βέβαια, φωνές

Ο Εβρος… στα λόγια σημαντικός, γιατί φυλάει Θερμοπύλες, στην πράξη εγκαταλειμμένος στη μοίρα του, με καμένο ήδη το ένα πέμπτο του, με ανυπολόγιστη φυσική και υλική καταστροφή. Το εμβληματικό και μοναδικό δάσος της Δαδιάς, μια ανεκτίμητης αξίας περιουσία για όλη τη Βαλκανική, και φυσικά για την Ελλάδα, με μοναδική πανίδα, με απολύτως κατεστραμμένο το οικοσύστημά του και με την πιθανότητα να μην επανέλθει ποτέ, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Τμήματος Δασολογίας ΑΠΘ Αλέξανδρο Δημητρακόπουλο. Η καταμέτρηση της ζημιάς σε χρήματα, όπως γίνεται συνήθως, δεν έχει κανένα νόημα. Και, εξάλλου, ποιος θα υπερασπιστεί το δάσος;

Δεν είναι τυχαίο ότι οι φωνές για τα «δικαιώματα της φύσης» πληθαίνουν, ανθρώπινες, βέβαια, φωνές. Και ανθρώπινο το δικαίωμα, ιδίως των νέων, στο φυσικό περιβάλλον και, άρα, η συνταγματική υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει υπ’ όψιν του, εκτός από ασύμμετρες απειλές, και την κλιματική αλλαγή στον σχεδιασμό των πολιτικών του. Η έννοια των δικαιωμάτων της φύσης, του δάσους, του οικοσυστήματος ή και της Γης είναι ένα δημιούργημα της νομικής θεωρίας και δικαστικής πράξης του τρέχοντος αιώνα, που αναγνωρίστηκε και από μερικά κράτη. Το Εκουαδόρ ήταν το πρώτο που κατοχύρωσε συνταγματικά αυτά τα δικαιώματα το 2008, ενώ στη Βολιβία τα δικαιώματα της Μητέρας Γης αναγνωρίστηκαν το 2010. Αργότερα, αναγνωρίστηκαν, με δικαστικές αποφάσεις, στην Ινδία και στην Κολομβία ποτάμια ως νομικά πρόσωπα με αυτοδύναμο δικαίωμα και απαίτηση προστασίας. Η τάση αυτή έχει αποτυπωθεί και σε διεθνές επίπεδο, για παράδειγμα στον ΟΗΕ το 2009, με πλήθος ψηφισμάτων υπέρ της Συμφιλίωσης και Αρμονίας με τη Φύση.

Παράλληλα, τα κινήματα για τα «δικαιώματα της φύσης» πληθαίνουν και ενισχύονται σε πολλά μέρη του κόσμου, με υπερασπιστές ανθρώπους που υποστηρίζουν ότι τα οικοσυστήματα, όπως οι ποταμοί, οι λίμνες, τα δάση και τα βουνά έχουν δικαιώματα αντίστοιχα με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Από άποψη νομικού δόγματος, θα μπορούσαμε καλύτερα να τα συγκρίνουμε με εκείνα των ζώων ή των παιδιών (με τα τελευταία, παραδόξως, να έχουν αρχικά στηριχθεί στα δικαιώματα των ζώων). Αυτό σημαίνει ότι το οικοσύστημα, ως τέτοιο, έχει δικαίωμα να υφίσταται, να αναπτύσσεται, να λειτουργεί και να ανανεώνεται, και αυτό του το δικαίωμα γεννάει νομική υποχρέωση του κράτους αφενός να μην παρεμβαίνει καταστροφικά, αφετέρου να λειτουργεί προστατευτικά. Σύμφωνα με αυτή τη νομική προσέγγιση, ένα οικοσύστημα διαθέτει νομική προσωπικότητα και είναι υποκείμενο του δικαιώματος καθαυτό, και άρα μπορεί να παρίσταται ως διάδικος σε δίκη, διά μέσου νομικού παραστάτη που ενεργεί προς το συμφέρον του, προκειμένου να υπερασπιστεί εαυτό έναντι επιβλαβών πολιτικών ή παράλειψης προστατευτικών πολιτικών.

Ακόμη, όμως, κι αν δεν υιοθετήσουμε αυτή τη νομική κατασκευή, ακόμη και ανθρωποκεντρικά, το δάσος της Δαδιάς είχε και έχει αξίωση να επιζήσει και να αναγεννηθεί.

Η κυρία Λίνα Παπαδοπούλου είναι καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.