Των Ιωάννας Καφρίτσα, Βασιλικής Σταυλιώτη, Γεωργίας Πέτσα

Η Λιβαδειά, εκτός από «πόλη των Νερών», είναι γνωστή και για τις εορταστικές εκδηλώσεις του Πάσχα. Οι πολίτες γιορτάζουν τη λαμπρή γιορτή της Χριστιανοσύνης με ιδιαίτερη ευλάβεια. Η παράδοση του Ρουμελιώτικου Πάσχα συνεχίζεται και διατηρείται κυρίως μέσα από το έθιμο του «λάκκου». Η ιδιαιτερότητα αυτή καθιστά την πόλη πόλο έλξης πολλών επισκεπτών.

Ο λάκκος είναι ένα έθιμο που πραγματοποιείται στην πόλη μας με την καθολική σχεδόν συμμετοχή των πολιτών. Οι κάτοικοι φτιάχνουν στις γειτονιές τους λάκκους όπου γίνεται το ψήσιμο του αρνιού και όποιου άλλου είδους κρέατος προτιμά η κάθε οικογένεια στα κάρβουνα. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι οι Λιβαδείτες είναι γνωστοί για τα γλέντια που διοργανώνουν και φημίζονται για το κέφι τους και τη διάθεσή τους για διασκέδαση. Ετσι, στον λάκκο μαζεύεται η οικογένεια  μαζί με συγγενείς και φίλους και όλοι μαζί τρώνε, πίνουν και γλεντούν ατελείωτες ώρες, δημιουργώντας ένα κλίμα εορταστικό και γεμάτο χαρά.

Το γλέντι στην Κρύα

Παράλληλα, κάθε Κυριακή του Πάσχα ο δήμος διοργανώνει μία γιορτή στις πηγές της Κρύας στην οποία είναι προσκεκλημένοι οι πολίτες της πόλης αλλά και πολλοί επισκέπτες. Υπάρχει άφθονο φαγητό και ποτό και οι παρευρισκόμενοι γλεντούν και χορεύουν παραδοσιακούς χορούς με ορχήστρα και τραγουδιστές που προσκαλεί κάθε φορά ο δήμαρχος. Ετσι ολόκληρη η πόλη μετατρέπεται σε μία υπαίθρια ψησταριά.

Βέβαια  οι νοικοκυρές ήδη από το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης προετοιμάζουν τη ζύμη για το ψωμί, το τσουρέκι και τα γνωστά σε όλους πασχαλινά κουλούρια, τα οποία πρόκειται να μοιραστούν στο πασχαλιάτικο τραπέζι. Στο παρελθόν οι κάτοικοι της Λιβαδειάς αγόραζαν τη Μ. Πέμπτη το αρνί και έπρεπε να το πάνε σπίτι ζωντανό και όχι σφαγμένο. Ηταν η μέρα αφιερωμένη στο ψώνισμα του αρνιού. Επρεπε να διαλέξουν το μεγαλύτερο και το παχύτερο αρνί για να αποφύγουν τα πειράγματα στον λάκκο. Οι Λιβαδείτες έδιναν πολλά λεφτά για την αγορά του αρνιού και για όσους ήταν φτωχοί και δεν είχαν να αγοράσουν το αρνί τους γινόταν μυστικός έρανος και τους το αγόραζαν οι συμπολίτες τους.

Δώρο στην αρραβωνιαστικιά

Οι αρραβωνιασμένοι αγόραζαν ένα μεγάλο αρνί, το στόλιζαν με χρυσά τέλια και πολύχρωμες κορδέλες, έβαφαν το κεφάλι και τη ράχη κόκκινη και το έστελναν στην αρραβωνιαστικιά μαζί με την αναστάσιμη λαμπάδα. Το αρνί το έσφαζαν έξω από το σπίτι τους, το καλοαλάτιζαν, του έραβαν γύρω από τις πλάτες την «μπόλια», έκλειναν την κοιλιά και το σούβλιζαν στην κέδρινη σούβλα που είχαν κόψει από τον Ελικώνα. Τα παιδιά έβγαζαν από το δάκτυλο τη μαγική κλωστή του Μάρτη και την έβαζαν στον λαιμό του αρνιού για να μην καεί.

Τη μέρα της Λαμπρής πολύ πριν βγει ο ήλιος οι Λιβαδείτες ετοίμαζαν τους λάκκους και συνήθως έκαιγαν κλήματα. Ο γεροντότερος της συντροφιάς άναβε τη φωτιά. Μόνο όσοι πενθούσαν δεν συμμετείχαν. Η γειτονιά και οι φίλοι φρόντιζαν να ψήνουν γι’ αυτούς το αρνί.

Το Πάσχα στην πόλη μας ακόμη και σήμερα θεωρείται το πιο διάσημο Πάσχα της Ελλάδας και αξίζει να το επισκεφθεί κανείς για να βιώσει αυτή την ανεπανάληπτη εμπειρία.

Το σουβλάκι και η ιστορία του

Μιλώντας για φαγητό δεν πρέπει να ξεχάσουμε και το σουβλάκι, για το οποίο φημίζεται η Λιβαδειά. Το γνωστό έδεσμα έχει ιστορία που ξεκινά από την αρχαιότητα και την «Ιλιάδα», όπου συναντάμε τον Αχιλλέα να ψήνει στη θράκα κομμάτια κρέατος. Ηταν γνωστό με την ονομασία «οβελίσκος» (οβελός = σούβλα). Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του αρχαίου έλληνα βιολόγου και γαστρονόμου Αθήναιου στο έργο του «Δειπνοσοφιστές», όπου ο Ηγήσιππος στο «Οψαρτυτικό» του (δηλαδή στον οδηγό μαγειρικής που συνέταξε), αναφέρει ένα έδεσμα ονόματι «κάνδαυλος», που περιείχε κομμάτια από κρέας ψητό, τυρί, πίτα και άνηθο και σερβιριζόταν με ζωμό.

Στα νεότερα χρόνια το σουβλάκι ήρθε στην Ελλάδα το 1924 από την Αίγυπτο, ενώ στη Λιβαδειά θα καθιερωθεί το καλαμάκι με ψωμί το 1950. Οι δύο άνθρωποι που κρύβονται πίσω από αυτό είναι οι ιδιοκτήτες ενός μικρού εστιατορίου, Μπόμπας και Σφήκας, οι οποίοι έβγαλαν μια ψησταριά έξω από το μικρό μαγαζί τους και άρχισαν να ψήνουν τα πρώτα σουβλάκια. Χρησιμοποιούσαν κοντές σούβλες και έβαζαν μικρά κομμάτια κρέατος που ψήνονταν γρήγορα. Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι τα καλάμια από τα οποία έφτιαχναν τις μικρές σούβλες-καλαμάκια τα έπαιρναν από τις όχθες της Ερκυνας. Μετά από αυτό το γεγονός άρχιζαν να ανοίγουν σωρηδόν σουβλατζίδικα. Αυτό που μας προκαλεί τεράστια χαρά είναι ότι το σουβλάκι της πόλης μας μπήκε στο Βιβλίο Γκίνες το 2018, όταν φτιάχτηκε ένα τεράστιο σουβλάκι βάρους 300 κιλών και μήκους 201 μέτρων. Για ένα έδεσμα τέτοιου μεγέθους χρειάστηκαν 200 κιλά κάρβουνα!