«Προσδοκία μας είναι περισσότερες χώρες να προσφέρουν περισσότερα στην Ουκρανία, ώστε να φέρουμε αυτή τη σύγκρουση πιο κοντά στο τέλος της». Αυτά τα λόγια βγήκαν από το στόμα του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος απευθύνθηκε σε δημοσιογράφους πριν τη σύνοδο των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Η δήλωση ταιριάζει απόλυτα με αντίστοιχη του γενικού γραμματέα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, Μαρκ Ρούτε, ο οποίος είπε ότι αναμένει συνέχεια της στρατιωτικής ενίσχυσης του Κιέβου, στο πλαίσιο της νέας πρωτοβουλίας «Λίστα Προτεραιοτήτων της Ουκρανίας» (PURL), η οποία προβλέπει εξαγορά αμερικανικού οπλισμού από τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη.
Εξίσου ενδιαφέρουσα όμως είναι και η απόκριση των ευρωπαίων ομολόγων του Χέσγκεθ, σε μια συνάντηση που συνοψίζει με τον πιο σαφή τρόπο τη διαφορετική οπτική γωνία με την οποία προσεγγίζουν τα εμπλεκόμενα μέρη την υπόθεση «επανεξοπλισμός».
Παροχή υπηρεσιών
Η σύνοδος πραγματοποιήθηκε στον απόηχο συνεχόμενων ρωσικών οχλήσεων, που εξελίσσονται για πάνω από ένα μήνα σε έδαφος αέρα και θάλασσα, εκτείνονται γεωγραφικά από την Πολωνία και τα Βαλτικά Κράτη έως τη Ρουμανία και τη Σκανδιναβία και περιλαμβάνουν από εκτεταμένη παρουσία μη επανδρωμένων αεροσκαφών μέχρι ένοπλη συνοδεία του διαβόητου «σκιώδους στόλου» αλλά και ακατάπαυστο σφυροκόπημα υποδομών ενέργειας στην εμπόλεμη Ουκρανία. Παρότι σε αυτή δεν υπήρξαν ουσιαστικά νέα, επιβεβαιώθηκε η διαπίστωση ότι εντός της συμμαχίας που έχει ταυτιστεί με ότι ευρέως αποκαλείται «συλλογική Δύση» υπάρχουν διαφορετικές γλώσσες.
Η μία και πλέον ηγεμονική, που ταυτίζει τα αμερικανικά συμφέροντα με τις ευρωπαϊκές ανάγκες, εκφράζεται από τους προαναφερθέντες Ρούτε και Χέσγκεθ. Είναι ενδεικτικά τα λόγια του ολλανδού αξιωματούχου: «Είμαι πραγματικά βέβαιος ότι έχουμε την υποστήριξη των συμμάχων για να αγοράσουμε ό,τι παρέχουν οι Αμερικανοί σε θανατηφόρα και μη θανατηφόρα βοήθεια». H λογική αυτή, που ευθυγραμμίζεται με τις εμπορικού τύπου απαιτήσεις που έχει διατυπώσει η προεδρία Τραμπ, εστιάζει στο πορτοφόλι των 32 μελών του ΝΑΤΟ και βρίσκει τους πιο ένθερμους υποστηρικτές στις πρωτεύουσες των χωρών που γειτνιάζουν με το Μόσχα, ήτοι στις βαλτικές και σκανδιναβικές χώρες. Το ότι οι υπουργοί Άμυνας Εσθονίας και Φινλανδίας έσπευσαν να χαρακτηρίσουν την όσο το δυνατόν γρηγορότερη απόκτηση όπλων για λογαριασμό της Ουκρανίας «ζωτικής σημασίας» είναι ενδεικτικό.
Υπάρχουν ασφαλώς και πιο απρόθυμοι δρώντες. Πολλοί στάθηκαν στη διευκρίνιση του Ρούτε ότι από τα μισά μέλη δεσμεύθηκαν να στηρίξουν το πρόγραμμα PURL, γεγονός που αυτομάτως διαμορφώνει μια άλλη ομάδα κρατών που δεν θέλησαν να αναλάβουν υποχρεώσεις. Προς επίρρωση των παραπάνω, ο Ρούτε δεν έδωσε στη δημοσιότητα συγκεκριμένο ποσό χρηματοδότησης, ούτε λεπτομέρειες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα και τις αναμενόμενες αγορές όπλων, πιθανότατα γνωρίζοντας ότι μια δέσμευση βασισμένη σε συγκεκριμένα ποσά θα δημιουργούσε αρνητικές συνδηλώσεις. Και όλα αυτά δίχως να έχει συνυπολογιστεί η στάση ηγετών όπως ο σλοβάκος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο, που δυσανασχετεί γιατί η Ουκρανία «εξακολουθεί να παραμένει σαν ζήτημα προτεραιότητας».
Επείγοντα
Εξάλλου, πέρα από την έλλειψη διάθεσης ορισμένων κρατών να συμβάλουν στον εξοπλισμό της Ουκρανίας, η ίδια η συζήτηση για την ανάγκη της αμυντικής θωράκισης προκαλεί αναταράξεις στην εσωτερική πολιτική ζωή των κρατών-μελών, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα νέα δεδομένα.
Δεν είναι τυχαίο ότι εν μέσω αυτής της συγκυρίας -και εξαιτίας αυτής- η Γερμανία δοκιμάζεται από κυβερνητική κρίση, λόγω της απόφασης της γερμανικής κυβέρνησης για επαναφορά της στρατιωτικής θητείας. Η πολυαναμενόμενη παρουσίαση του νομοσχεδίου, που προέβλεπε το ενδεχόμενο να επιβληθεί υποχρεωτική στράτευση για περιορισμένο αριθμό νέων, ακυρώθηκε αιφνιδίως το βράδυ της Τρίτης, λίγο πριν κατατεθεί στο κοινοβούλιο. Αιτία, η διαφωνία του Σοσιαλδημοκράτη υπουργού Άμυνας Μπόρις Πιστόριους, ο οποίος θεωρεί τα τελευταία σχέδια ανεφάρμοστα, κόντρα στους σχεδιασμούς του καγκελάριου Μερτς, που προκρίνει μια πολυεπίπεδη διαδικασία επιλογής, που συνδυάζει την ύπαρξη εθελοντών και κληρωτών στρατιωτών.
Επί του παρόντος και πέρα από τα ενδοενωσιακά διλήμματα, η Ουκρανία λαμβάνει αυτή τη στιγμή όπλα αμερικανικής κατασκευής μέσω του προγράμματος PURL. Το πρόγραμμα επιτρέπει στην Ουκρανία να αγοράζει όπλα από τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων αντιπυραυλικών συστημάτων Patriot. Το Κίεβο κατάφερε να εξασφαλίσει περίπου 2 δισ. δολάρια σε χρηματοδότηση από έξι χώρες μέχρι τον Σεπτέμβριο, αλλά αυτό είναι πολύ λιγότερο από τον στόχο του, καθώς η Μόσχα εντείνει τις επιθέσεις της σε ενεργειακές και πολιτικές υποδομές.
Σε αυτό το πλαίσιο, όσα προταθούν σήμερα από την Κομισιόν, με ορίζοντα τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ την επόμενη εβδομάδα στις Βρυξέλλες, θεωρούνται τροχιοδεικτικά της πορείας που θα ακολουθήσει η Ένωση ευρύτερα και τα κράτη-μέλη ξεχωριστά στο πεδίο των στρατιωτικών δαπανών. Σύμφωνα με εσωτερικό έγγραφο που επικαλέστηκε το Bloomberg οι δαπάνες εξακολουθούν να είναι σε μεγάλο βαθμό ασυντόνιστες μεταξύ των χωρών της ΕΕ, γεγονός που επιχειρείται να διορθωθεί με την πρόταση το 40% των προμηθειών της ΕΕ στον τομέα της Άμυνας να προέρχεται από κοινού εντός των μελών της Ένωσης, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τα σημερινά επίπεδα. Το κατά πόσο αυτή θα πείσει ουσιαστικά τους ευρωπαίους ηγέτες παραμένει το κρίσιμο ερώτημα.





