Πριν δέκα χρόνια ακριβώς, το καλοκαίρι του 2015, η Ελλάδα συγκέντρωνε πάνω της τα βλέμματα του πλανήτη, για έναν όχι και τόσο θετικό λόγο: Ο τότε πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, είχε συγκαλέσει δημοψήφισμα σχετικά με την προτεινόμενη από τους δανειστές της χώρας συμφωνία, η οποία όριζε τη συνέχιση της οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα με αντάλλαγμα επώδυνες μεταρρυθμίσεις.
Η διαπραγμάτευση αφορούσε κυρίως τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, καθώς τα 2/3 της περίφημης τρόικας αποτελούνταν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με το τρίτο μέρος να μην είναι άλλο από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η προοπτική όμως μια χώρα του ανεπτυγμένου κόσμου, όπως η Ελλάδα, να χρεωκοπήσει και η πιθανότητα να συμπαρασύρει το σύνολο της Ευρωζώνης οδήγησαν τόσο τα Μέσα Ενημέρωσης παγκοσμίως, όσο και τους πολιτικούς ηγέτες της εποχής να παρακολουθήσουν πολύ στενά τα όσα διαδραματίζονταν σε αυτή τη χώρα της ανατολικής Μεσογείου, με την πολύ μεγάλη ιστορία και το επίσης πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος.
Ο ρόλος του Ομπάμα
Ένοικος του Λευκού Οίκου εκείνη την εποχή ήταν ο Μπαράκ Ομπάμα. Όπως είναι φυσικό, ο σημαντικότερος ηγέτης του δυτικού κόσμου δεν θα μπορούσε να μην έχει λόγο στα όσα διαδραματίζονταν.
Σύμφωνα μάλιστα με στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, ο ρόλος του τις ημέρες που μεσολάβησαν από την ανακοίνωση μέχρι τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος είναι πολύ πιθανόν να υπήρξε καταλυτικός, τόσο ως προς την αλλαγή στάσης των Ευρωπαίων εταίρων, οι οποίοι τις πρώτες μέρες υποστήριζαν σε κάθε τόνο πως το «όχι» στο δημοψήφισμα συνεπάγεται έξοδο από την ΕΕ και την Ευρωζώνη, όσο και ως προς την επίτευξη τελικά της συμφωνίας λίγες μέρες μετά τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος.
Συγκεκριμένα, στις 28 Ιουνίου του 2015, ενώ η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος είχε ανακοινωθεί, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ επικοινώνησε τηλεφωνικά με την Άνγκελα Μέρκελ, με την οποία συμφώνησαν πως ήταν «κρίσιμης σημασίας» να βρεθούν τρόποι για να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη, όποιο και αν ήταν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση πίεζε το προηγούμενο διάστημα τη γερμανική να δείξει μεγαλύτερη ευελιξία απέναντι στην Αθήνα, έτσι ώστε να μην υπάρξουν απρόβλεπτες εξελίξεις.
Επίσης, κομβικός θεωρείται ο ρόλος της κυβέρνησης των ΗΠΑ και στην περίφημη «κωλοτούμπα» του Αλέξη Τσίπρα, την υπογραφή δηλαδή συμφωνίας με τους δανειστές παρά την επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα.
To μήνυμα τότε της κυβέρνησης των ΗΠΑ ήταν ότι ένα Grexit θα είχε απρόβλεπτες στρατηγικές συνέπειες, απειλώντας ενδεχομένως ολόκληρο το ευρωπαϊκό εγχείρημα και οδηγώντας στην ύπαρξη ενός διαλυμένου κράτους (failed state) σε ένα πολύ σημαντικό γεωπολιτικά σημείο της Ευρώπης.
Οι υπέρμαχοι του «όχι»
Από την άλλη πλευρά, δεν έλειπαν και οι ηγέτες οι οποίοι παρενέβησαν φανερά υπέρ του «όχι» στο δημοψήφισμα αλλά και υπέρ της ολοκληρωτικής ρήξης με τους δανειστές.
Πρώτος και καλύτερος ο «ισόβιος» πρόεδρος της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο. Ο Μαδούρο, βλέποντας στο πρόσωπο του Τσίπρα έναν ηγέτη που θα μπορούσε να εκφράσει τον αριστερόστροφο λαϊκισμό κινημάτων της Λατινικής Αμερικής, όπως αυτό που «κληρονόμησε» ο ίδιος από τον Ούγκο Τσάβεζ, στην Ευρώπη, υποστήριξε ανοιχτά τόσο τη διενέργεια δημοψηφίσματος όσο και την επικράτηση του «όχι».
«Συγχαρητήρια στον λαό της Ελλάδας στον αγώνα του για αξιοπρέπεια», είχε δηλώσει ο πρόεδρος της Βενεζουέλας μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. «Είναι μια νίκη κατά της χρηματοοικονομικής τρομοκρατίας του ΔΝΤ, τη θεωρούμε και δική μας νίκη, και των γενναίων λαών της Λατινικής Αμερικής. Ζήτω η Ελλάδα!», είχε προσθέσει, μεταξύ άλλων.
Στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί και ο τότε πρόεδρος της Βολιβίας, παρόμοιας ιδεολογίας με τον Μαδούρο, Έβο Μοράλες, οποίος είχε αναφέρει: «Χαιρετίζω τον σπουδαίο ελληνικό λαό για τον θρίαμβο του «όχι», ο οποίος συνιστά μια πανωλεθρία για τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό». Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος «αποτελεί την αρχή της απελευθέρωσης του ευρωπαϊκού λαού» είχε προσθέσει ο Μοράλες. Βέβαια όλα αυτά πολύ γρήγορα ξεχάστηκαν, καθώς η κυβέρνηση Τσίπρα δεν άργησε να έρθει σε συμφωνία με τους δανειστές.
Το «άδειασμα» του Πούτιν
Ένα άλλο όνομα το οποίο ακουγόταν πολύ εκείνες τις μέρες, ήταν εκείνο του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι, ακόμη και μέλη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που υποστήριζαν ότι η χώρα μας θα μπορούσε να στραφεί στη Μόσχα για οικονομική βοήθεια, μετά το πιθανό «ναυάγιο» των διαπραγματεύσεων με τους Ευρωπαίους εταίρους.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα που αφορούν εκείνη την περίοδο, την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας βρισκόταν στο Προεδρικό Μέγαρο, για το συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών που διεξήχθη μία μέρα μετά το δημοψήφισμα διέκοψε τη συνεδρίαση για να μιλήσει τηλεφωνικά με τον Ρώσο πρόεδρο. Όπως όμως όλα δείχνουν, καμία συμφωνία για οικονομική βοήθεια εκ μέρους της Μόσχας δεν υπήρξε. «Μίλησα στον πρόεδρο Πούτιν, δεν μπορεί να κάνει κάτι ο ίδιος, αλλά αν θέλουμε θα μιλήσει θετικά για εμάς στη Μέρκελ» ήταν τα λόγια του κ. Τσίπρα όταν επέστρεψε στη σύσκεψη, σύμφωνα με τον παρόντα, επικεφαλής τότε του Ποταμιού, Σταύρο Θεοδωράκη.
Όπως μάλιστα αποκάλυψε στο βιβλίο του ο Φρανσουά Ολάντ, πρόεδρος εκείνη την εποχή της Γαλλικής Δημοκρατίας, σε τηλεφωνική επικοινωνία αργότερα την ίδια μέρα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν του είπε πως η Ελλάδα ζήτησε από εμάς να τυπώσουμε δραχμές στη Ρωσία. Ήθελα να σου δώσω αυτή την πληροφορία για να καταλάβεις ότι δεν επιθυμούμε καθόλου κάτι τέτοιο».
Περισσότερα από το αφιέρωμα του ΒΗΜΑΤΟΣ «Δημοψήφισμα, 10 χρόνια μετά»
Από την ελπίδα στην απογοήτευση – Πολιτικές επιπτώσεις του δημοψηφίσματος 10 χρόνια μετά
Γιατί ψήφισα «Όχι» στο δημοψήφισμα του 2015