Ενας δρυοκολάπτης ανεβαίνει τον καμένο κορμό και με το ράμφος του ανοίγει τρύπες. Δεν το κάνει μόνο για τη δική του φωλιά. Φτιάχνει περισσότερες από μια για να φιλοξενήσουν και άλλα πουλιά – ακόμα και μικρά θηλαστικά και τρωκτικά.
Ταυτόχρονα, αποκαλύπτει φωλιές εντόμων, από τα οποία τρέφονται και άλλα πουλιά. Αυτό είναι ένα από τα μικρά θαύματα της φύσης, που έχει τους δικούς της κανόνες και τρόπους για να ισορροπεί.
Τα είδαμε από κοντά στη διάρκεια ενός οδοιπορικού στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς– Λευκίμης- Σουφλίου που είχε σκοπό να καταγράψει πώς είναι σήμερα, δυο χρόνια μετά τη μεγάλη πυρκαγιά, η κατάσταση σε μια από τις σημαντικότερες προστατευόμενες περιοχές σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, να διαπιστώσουμε τα αποτελέσματα της φυσικής αναδάσωσης στο μεγαλύτερο καμένο μέρος (που πραγματοποιείται κάτω από μελετημένη και «διακριτική» ανθρώπινη παρακολούθηση). Και τα μηνύματα είναι απολύτως ενθαρρυντικά.
Στο οδοιπορικό μας συνόδευσαν και μας έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες ο υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος, WWF Ελλάς Νίκος Γεωργιάδης, ο ερευνητής πεδίου της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης Βασίλης Ζαφειρόπουλος, ο επιστημονικός συνεργάτης της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης Λευτέρης Καψάλης, ο Γενικός Διευθυντής Δασών, ΥΠΕΝ Βαγγέλης Γκουντούφας, ο Δ/ντής δασικών έργων και υποδομών του ΥΠΕΝ Σταύρος Τσιλίκουνας, η Δασάρχισσα Σουφλίου Γιάννα Διαγκάκη, ο Δασάρχης Αλεξανδρούπολης Γιώργος Πιστόλας και ο Προϊστάμενος Διεύθυνσης Δασών Έβρου Πέτρος Ανθόπουλος.
Διαχειριστική μελέτη μετά τη φωτιά
Στην περιοχή σημειώθηκε το 2023 η μεγαλύτερη, σε έκταση, πυρκαγιά που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εκαψε περισσότερα από 800.000 στρέμματα δάσους (το 58% του Εθνικού Πάρκου).
Να σημειωθεί ότι και το 2022 ένα μέρος του Πάρκου (36.540 στρέμματα) είχε πληγεί από πυρκαγιά. Η οικολογική αξία του Δάσους Δαδιάς έχει επισημανθεί από το 1970 από Ευρωπαίους επιστήμονες, το 1980 η περιοχή ανακηρύχτηκε προστατευόμενη και από το 2006 έχει χαρακτηριστεί ως Εθνικό Πάρκο. Μερικά νούμερα που φανερώνουν τον πλούτο της: εδώ έχουν καταγραφεί συνολικά 360-400 είδη φυτών, από τα οποία 25 είδη είναι ορχιδέες, 104 είδη πεταλούδων, 12-13 είδη αμφιβίων, 29 είδη ερπετών και 60-65 είδη θηλαστικών, εκ των οποίων 24 είναι νυχτερίδες.
Σήμερα η εικόνα είναι περισσότερο από αισιόδοξη- αποτέλεσμα της προσεκτικής εφαρμογής μιας μελέτης με διαχειριστικές κατευθύνσεις για την αποκατάσταση της περιοχής. Τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης που εκπονήθηκε από την WWF (που είχε οριστεί «ανάδοχος αναδάσωσης») σε συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τα δασαρχεία Σουφλιού και Αλεξανδρούπολης, και με τη συμμετοχή είκοσι ερευνητών από τέσσερα πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, μελετητικά γραφεία και την «Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης», είναι εμφανή.
Γιατί, μπορεί οι καμένοι κορμοί (κυρίως από μαύρη ή και τραχεία πεύκη και δρυ) να θυμίζουν εκείνη την καταστροφή, στα περισσότερα τμήματα, όμως, η φύση δείχνει να ανακάμπτει. Το είδαμε στα μικρά φυτά από τραχεία πεύκη ή δρυ που έχουν ξεπροβάλει από το έδαφος (στην περίπτωση της μαύρης πεύκης, που έχει υποστεί και την μεγαλύτερη ζημιά η κατάσταση είναι διαφορετική).
Η ανάκαμψη είναι φανερή στα κατάφυτα κλαδιά που ξεπηδούν από τα καμένα (βοηθούνται με χειρουργική ανθρώπινη παρέμβαση, το «μονοβέργισμα» που κρατά ένα βλαστό), σε κάποιες περιπτώσεις από τις ρίζες που έρπουν στο έδαφος προβάλλουν βλαστάρια (ριζοβλάστηση).
Ξεχωρίζουμε ένα φυτό με πανέμορφο μωβ λουλουδάκι. Η λαδανιά, μας εξηγούν, είναι το πρώτο που εμφανίζεται μετά τη πυρκαγιά. Κι αυτό γιατί κρατά τους σπόρους της μέσα στο έδαφος κι αυτοί, με τη θερμοκρασία της φωτιάς, ενεργοποιούνται και βλασταίνουν. Είναι πολύτιμη, φυσικά, και επειδή οι ρίζες της συγκρατούν το έδαφος. Σε μια στροφή, με δυσκολία διακρίνουμε κάποια κορμοδέματα που έχουν δημιουργηθεί με ανθρώπινη παρέμβαση και πρώτη ύλη κλαδιά και κορμούς καμένων δέντρων για να προστατευθεί το έδαφος από τη διάβρωση- έχουν εναχθεί απολύτως στο περιβάλλον.
Ο Μαυρόγυπας είναι εδώ
Το μωσαϊκό τοπίων που διαμορφώνεται από δάση πεύκης και δρυός, τα οποία διακόπτονται από ξέφωτα, βοσκοτόπια και καλλιεργούμενες εκτάσεις αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον για τα αρπακτικά πουλιά. Στο Εθνικό Πάρκο συναντώνται τρία από τα τέσσερα είδη γύπα της Ευρώπης (Μαυρόγυπας, Όρνιο και Ασπροπάρης), ενώ η Δαδιά φιλοξενεί τη μοναδική αποικία Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια- «σπίτι του Μαυρόγυπα» την αποκαλούν.
Παρά την μεγάλη αγωνία για το μέλλον του Μαυρόγυπα καθώς η φωτιά έκαψε το μεγαλύτερο μέρος της αποικίας φωλεοποίησης του, κι εδώ τα μηνύματα είναι αισιόδοξα. Φέτος οι φωλιές στην Δαδιά έφτασαν σε αριθμό ρεκόρ της τελευταίας 30ετίας: καταγράφηκαν 47 σημειώνοντας σημαντική αύξηση από πέρσι που ήταν 38, όπως μας ενημέρωσε στην διάρκεια της επίσκεψης μας στο κέντρο ενημέρωσης η Προϊσταμένη Μονάδας Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Δέλτα Έβρου και Δαδιάς του ΟΦΥΠΕΚΑ (Οργανισμού Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής) Άννα Κωνσταντινίδου.
Αμέσως μετά την πυρκαγιά, τοποθετήθηκαν και 15 τεχνητές φωλιές παράλληλα με εκείνες που συνέχιζαν να «χτίζουν» τα ίδια τα πουλιά στα καμένα. «Αν ένα αρπακτικό πουλί έχει κάλυψη γύρω του, μπορεί να φωλιάσει και σε νεκρό δέντρο- αρκεί να μην είναι εκτεθειμένο», εξηγεί ο Λευτέρης Καψάλης.
Μοναδική στιγμή στο οδοιπορικό μας, η στάση στο παρατηρητήριο αρπακτικών. Είχε καταστραφεί κι αυτό από την πυρκαγιά και μόλις έχει ξαναφτιαχτεί (ακόμα δεν έχει παραδοθεί επίσημα). Απέναντι, βρίσκεται η «ταΐστρα», ένα μέρος όπου τοποθετείται κρέας δύο φορές την εβδομάδα για να «συμπληρωθεί» η διατροφή των αρπακτικών της περιοχής. Με τα κιάλια παρακολουθούμε το γεύμα ενός μαυρόγυπα.
Ξεχωρίζει λόγω του μεγέθους του από τα άλλα αρπακτικά που περιμένουν – το άνοιγμα των φτερών του φτάνει τα 2 μέτρα. Ενας ασπροπάρης κάθεται υπομονετικά στην κορυφή του διπλανού καμένου δέντρου.
Εκεί που κάηκε τρεις φορές
Ενώ στα περισσότερα σημεία σε συνεργασία οι ειδικοί, οι οργανώσεις και οι φορείς έχουν αφήσει την φυσική αναγέννηση να εξελίσσεται παρακολουθώντας την στενά, 3.500 στρέμματα που έχουν καεί τρεις φορές τα τελευταία 15 χρόνια κοντά στο χωριό Μελία, δεν μπορούν να αναγεννηθούν φυσικά, σύμφωνα με την μελέτη.
Σε ένα τμήμα αυτής της έκτασης έχει γίνει ήδη αναδάσωση 1.150 στρεμμάτων. Το φυτευτικό πλάνο εκεί έχει σκοπό στην προστασία της λιγοστής φυσικής αναγέννησης, την επαναδημιουργία ανθεκτικών συστάδων με αυτόχθονα είδη και τον εμπλουτισμό των ενδιαιτημάτων για την πανίδα. Επισκεφτήκαμε ένα κομμάτι της- μικρά φυτά από τα είδη της περιοχής έχουν φυτευτεί προσεκτικά, ένα ένα με το χέρι. Και που βρέθηκαν τα αυτόχθονα είδη;
Είναι αποτέλεσμα του προγράμματος συλλογής φυτευτικού υλικού από τις τοπικές ποικιλίες που «τρέχει» το ΥΠΕΝ (το κέντρο βρίσκεται στην Αμυγδαλέζα). Στα δημόσια δασικά φυτώρια καλλιεργούνται σπόροι από όλη την Ελλάδα, ώστε να υπάρχουν έτοιμα μικρά φυτά από τα είδη της περιοχής, αν χρειαστεί να γίνει κάπου αναδάσωση.

Credit: Σταύρος Γκουντελίδης, WWF Ελλάς
Φωτογραφίες από το Δάσος της Δαδιάς