Μπορεί ο Γιάννης Τσουμαράκης να έχει γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό ως Στεφ στην επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά του MEGA «Έχω παιδιά», ωστόσο η επαγγελματική του πορεία έχει σημαδευτεί εξίσου σημαντικά κι από το θέατρο. Απόδειξη και αναγνώριση αυτού αποτελεί το θεατρικό βραβείο «Δημήτρης Χορν» που του απονεμήθηκε την Δευτέρα, 19 Μαΐου.
«Δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμη», μάς λέει στην επικοινωνία που είχαμε αμέσως το επόμενο πρωί. «Και χθες, μόλις το άκουσα μούδιασα και έμεινα μουδιασμένος για πολλή ώρα».
Στην ερώτηση για το πώς νιώθει: «Είναι σαν κάποιος να μου έκανε ένα “ταπ-ταπ” στον ώμο. Είναι μια επιβεβαίωση ότι είμαι σε καλό δρόμο και ότι αναγνωρίζεται η προσπάθειά μου. Εξάλλου δεν είναι ο σκοπός μου να κερδίζω βραβεία, αλλά αυτό που κάνω στη σκηνή να αγγίζει κάποιον κόσμο. Και χθες αισθάνθηκα ότι έγινε».
Εκτός από τον ρόλο που του χάρισε το βραβείο Χορν στην «Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη, θεατρικά τον είδαμε φέτος στο έργο «Blue Train» που θα συνεχίσει και του χρόνου, και αυτή τη στιγμή ετοιμάζεται πυρετωδώς για την Επίδαυρο.

Φωτό: Νίκος Κόκκας
Ο 25χρονος ηθοποιός θα συμμετέχει στον χορό στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία του Γερμανού Ούλριχ Ράσε, δίπλα σε μια επίλεκτη ομάδα συναδέλφων του (Κόρα Καρβούνη, Γιώργος Γάλλος, Φιλαρέτη Κομνηνού, Θάνος Τοκάκης, Κίττυ Παϊταζόγλου και Δημήτρης Καπουράνης -ο περσινός νικητής του βραβείου Χορν.
Είχαμε την ευκαιρία να τον συναντήσουμε λίγο πριν την βράβευση του, ανάμεσα σε CRT οθόνες και ξεχασμένα πληκτρολόγια, στο Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής στο Μοσχάτο. Είχε έρθει κατευθείαν από το γύρισμα της σειράς και ήταν κουρασμένος. Χωρίς να πάρει ανάσα σχεδόν, ετοιμάστηκε για την φωτογράφιση. Με απόλυτη συγκέντρωση και επαγγελματισμό ακολουθεί κάθε οδηγία του φωτογράφου. Καταλαβαίνει αμέσως τι ζητάται από εκείνον. Είναι, με λίγα λόγια, «παρών».
Όπως και στη συζήτησή μας αργότερα. Κοιτάζει στα μάτια τον συνομιλητή του, ακούει με πραγματικό ενδιαφέρον, και απαντά μόνο αφού σκεφτεί.
«Δεν έχουμε μνήμη ευημερίας. Αυτό αφήνει ένα αποτύπωμα, ένα συλλογικό τραύμα, έστω και ασυνείδητο».
Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε μιλάει σχεδόν για τα πάντα: τις παιδικές του αγωνίες, τα γεγονότα που τον εξοργίζουν, την πορεία του στο θέατρο και τον Στεφ Αγγελίδης, τον ρόλο που ενσαρκώνει στο «Έχω παιδιά», ενός καλοπροαίρετου και αιθεροβάμονα εκπροσώπου της γενιάς Ζ, o ο οποίος μαζί με τη Σόφη Μυλωνά (Θεανώ Κλάδη) έχει ιδρύσει μια πολύ κερδοφόρα start-up ζυθοποιία. Ο συγκεκριμένος ρόλος τον έχει αναγάγει, στη συνείδηση του τηλεοπτικού κοινού, σε εκπρόσωπο της γενιά του. Είναι όμως ο Γιάννης Τσουμαράκης ένας αντιπροσωπευτικός νέος της Gen Z;
Βρισκόμαστε σε μουσείο πληροφορικής. Ποια είναι η σχέση σου με την τεχνολογία;
Δεν τα πάω πολύ καλά με την τεχνολογία. Πιο καλά τα πηγαίνει ο πατέρας μου. Τον ιντριγκάρει αυτός ο κόσμος. Είναι γκατζετάκιας. Εγώ δεν είμαι.
Είσαι από εκείνους που βλέπουν με ανησυχία τις εξελίξεις, την τεχνητή νοημοσύνη; Σε τρομάζουν;
Ναι, με τρομάζουν. Νιώθω ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος της αναπηρίας μέσα από αυτό. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα, ήθελα να μεταφράσω το βιογραφικό μου κι επειδή δεν είχα χρόνο το έκανα όλο με ΑΙ. Δεν μπήκα καν στη διαδικασία να το κάνω μόνος μου, παρότι μπορώ. Αυτό με προβλημάτισε.
Άρα δεν είσαι σε αυτόν τον τομέα τυπικός εκπρόσωπος της γενιάς σου. Ο Στεφ είναι;
Ο Στεφ έχει καλή πρόθεση. Έχει μια αφέλεια και δεν πατάει πολύ στη γη. Θέλει όμως να είναι θετικός. Να πάρει τις εμπειρίες και να τις κρίνει με έναν τρόπο που είναι “out of the box”. Αντιπροσωπεύει ένα κομμάτι της γενιάς μου. Το πώς σχετιζόμαστε με την τεχνολογία, με το χρήμα, με το χρόνο. Αυτό βέβαια είναι και μια αντίδραση στην πραγματικότητα μέσα στην οποία μεγαλώσαμε, μέσα στην κρίση. Δεν έχουμε μνήμη ευημερίας. Αυτό αφήνει ένα αποτύπωμα, ένα συλλογικό τραύμα, έστω και ασυνείδητο. Και έτσι εξηγούνται πολλά.

Φωτό: Νίκος Κόκκας
Οι περισσότεροι θέλουν να γίνουν influencers;
Ναι, θέλουν να βγάλουν λεφτά γρήγορα, να κάνουν πωλήσεις κ.ά. Σε στιγμές όμως του σεναρίου που η Ευγενία Σαμαρά, (η Σάρα στη σειρά) μιλάει στον Στεφ και τη Σόφι για κάποια πράγματα τα οποία δεν καταλαβαίνουν, τα οποία τους φαίνονται παλιά, αυτό τους εξιτάρει πιο πολύ, παρά τους κάνει να είναι αδιάφοροι. Και έχει ενδιαφέρον, γιατί εκεί βλέπεις την ανάγκη αυτής της γενιάς να καταλάβουν πράγματα τα οποία τους ήρθαν ως δεδομένα.
«Είναι οκ να εκνευρίζεσαι με τα παιδιά σου. Είναι οκ να πρέπει να πιεις ένα ποτήρι κρασί το βράδυ για να την παλέψεις επιτέλους. Ναι, δεν πειράζει να το πούμε».
Που οφείλεται η μεγάλη επιτυχία της σειράς; Πιστεύεις ότι έλειπε από την τηλεόραση μια οικογενειακή κωμωδία;
Ναι, έλειπε. Υπήρχαν παλιά, πιο πολλές. Κάποιες πήγαιναν λίγο στο γελοίο. Αυτή δεν είναι γελοία. Είναι γραμμένη με άλλους όρους, με όρους αμερικάνικης γρήγορης κωμωδίας, με αυτοτελή επεισόδια. Η επιτυχία της πιστεύω ότι οφείλεται και στην ανάγκη του κόσμου να δει κάτι ευχάριστο στις 9 το βράδυ μετά από αυτή την τοξική καθημερινότητα. Δηλαδή πόσο δράμα, αποκεφαλισμό και ξύλο να δεις. Όταν το 80% των ειδήσεων είναι παιδάκια στον πόλεμο, γυναικοκτονίες και οικονομική αθλιότητα, θέλεις να δεις κάτι ευχάριστο που να ταυτιστείς. Που να σε απενοχοποιήσει. Μου το λέει και η Ευγενία (Σαμαρά) καμιά φορά. Και άλλες μητέρες μου το έχουν πει.
Με ποια έννοια τις απενοχοποιεί;
Σε σχέση με το πως σκέφτονται για τα παιδιά τους. Είναι οκ να εκνευρίζεσαι με τα παιδιά σου. Είναι οκ να πρέπει να πιεις ένα ποτήρι κρασί το βράδυ για να την παλέψεις επιτέλους. Ναι, δεν πειράζει να το πούμε. Ας τελειώνουμε με τα πρότυπα της τέλειας μητέρας και του τέλειου γονέα. Γιατί και ο μπαμπάς δεν είναι ο τέλειος της σειράς. Οι μαμάδες όμως, οι γυναίκες είναι πιο πολύ στο στόχαστρο. Τις επικρίνουμε.
Για να επιστρέψουμε όμως σε κάτι που ανέφερες πριν. Εσύ, έχεις μεγαλώσει με το βάρος του άγχους της επιβίωσης;
Ναι. Μεγάλος το βιώνεις ως κανονικότητα. Δεν το νιώθεις σαν άγχος, είναι δεδομένο. Δεν άκουσα ποτέ μου ότι τα πράγματα είναι καλά. Οι προηγούμενες γενιές μπορούν να συγκρίνουν με το παρελθόν. Εμείς όχι. Μόνο να φανταστούμε μπορούμε και να νοσταλγήσουμε κάτι που δεν μας ανήκει.

Φωτό: Νίκος Κόκκας
Έχεις δηλώσει σε άλλες συνεντεύξεις σου ότι εξαιτίας αυτού, επειδή δεν έχετε κάτι να χάσετε, σας είναι πιο εύκολο να αντιδράτε στα πράγματα. Θεωρείς ότι η γενιά σου είναι πιο πολιτικοποιημένη από τις προηγούμενες;
Όχι πολύ. Χρειάζεται να γίνει περισσότερο. Είναι εύκολο να πάρεις θέση στο Facebook, αλλά στην ουσία δεν παίρνεις θέση. Αυτό το γραφικό «επαναστάτης του πληκτρολογίου» είναι αλήθεια. Μόνο με πράγματα που μας συνταράσσουν πραγματικά στον πυρήνα μας, όπως τα Τέμπη, κινητοποιούμαστε. Αλλιώς είμαστε όλο hashtags και likes. Και αυτό είναι κάτι που καυτηριάζει και η σειρά. Και μερικές φορές τα μηνύματα που περνιούνται με ελαφρύ τρόπο, μέσα από την κωμωδία, τα απορροφάει και πιο εύκολα ο κόσμος. Αυτή η ευκολία του πληκτρολογίου και των social media μας δίνει την ψευδαίσθηση ότι εφόσον έχεις κάνει cancel ας πούμε κάποιον, έχεις πάρει θέση και είσαι εντάξει. Δεν είναι όμως τόσο απλό.
Υπάρχουν ζητήματα που σε κινητοποιούν εσένα έντονα;
Τα Τέμπη με συγκλόνισαν. Ο πόλεμος με ταράζει. Πέρασα μια περίοδο που δεν ένιωθα τίποτα. Ένα νέφος είχε κάτσει πάνω μου. Δεν ήξερα τι μου συμβαίνει. Όταν συνειδητοποιείς τι συμβαίνει στον κόσμο, έστω και στο 1%, κοκαλώνεις. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη. Πώς να μάθεις την αλήθεια όταν όλα ελέγχονται; Δεν ξέρεις τι να πιστέψεις. Αυτό σε μαζεύει, σε κάνει θυμωμένο. Ο θυμός μπορεί να είναι και παραγωγικός, αλλά καμιά φορά σε παγώνει.
Στα Τέμπη πάντως υπήρξε αντίδραση. Κατεβήκατε στους δρόμους.
Ήταν κάτι πολύ συγκλονιστικό, γι΄ αυτό. Αλλά δεν τελείωσε τίποτα. Είναι ανοιχτή πληγή. Δεν έχουμε βάλει τελεία.
Όλα αυτά που σκέφτεσαι και αισθάνεσαι τα διοχετεύεις στη δουλειά σου;
Ναι, είμαι τυχερός. Έχω αυτή τη δυνατότητα.
«Επί σκηνής όλα επιτρέπονται. Αν βάλεις φίλτρα πολιτικής ορθότητας στο θέατρο, χάνεις την ουσία. Πρέπει να δείξεις την παθογένεια, αλλιώς δεν την αναγνωρίζει κανείς».
Και η αλήθεια είναι ότι τουλάχιστον αυτή την περίοδο στα επαγγελματικά σου είσαι πολύ δραστήριος. Ετοιμάζεσαι και για Επίδαυρο.
Είναι η πρώτη μου δουλειά στην Επίδαυρο και είναι κάτι για το οποίο είπα ότι «αχ, το είχα ανάγκη». Να εμπλακώ έτσι με τα πράγματα και να πω ένα τέτοιο κείμενο, να βιώσω αυτή την εμπειρία. Όχι αναγκαστικά των 15.000 θεατών κάθε βράδυ, όσο το ότι θα πηγαίνω κάθε βράδυ για μια βδομάδα και θα κάνω πρόβα με ησυχία σε αυτό το θέατρο.
Έχετε ξεκινήσει ήδη τις πρόβες και μου είπες ότι υπάρχουν κάποιες δυσκολίες με τη γλώσσα.
Τις ξεπερνάμε. Ήταν μια πρώτη δυσκολία που εν τέλει μας άνοιξε μια μεγάλη πόρτα. Εμένα αυτό που με έχει εντυπωσιάσει φοβερά είναι ότι ναι μεν ο σκηνοθέτης και η ομάδα του δεν ξέρουν ελληνικά, αλλά μπορούν να καταλάβουν μέσα από τον ήχο και την απεύθυνση, αν κλείνουμε το νόημα των λέξεων. Αν είναι γεμάτες οι λέξεις με κάποιο συναίσθημα και με νόημα. Και πιστεύω ότι το καταλαβαίνουν καλύτερα από ό,τι αν ήταν Έλληνες. Γιατί, ξέρεις κάτι, δεν επικοινωνείς μέσα από τις λέξεις με αυτούς τους ανθρώπους, αλλά μέσα απ’ το συναίσθημα, την ενέργεια. Κι επίσης, μου αρέσει που είναι κατά βάση ένα αντιπολεμικό έργο. Μόλις έχει τελειώσει ο λοιμός και ο πόλεμος και έχει επιλέξει ο Ούλριχ να μη βάλει γέροντες στον χορό, αλλά να φέρει νέους που έρχονται σαν στρατιώτες από τον πόλεμο. Και έχει φωτίσει πολύ το πολεμικό στοιχείο.

Έχετε και ένα υπέροχο καστ.
Ναι και παίρνεις πράγματα, παρατηρείς. Όταν βλέπεις ανθρώπους που παίζουν τριάντα χρόνια στην Επίδαυρο κάτι κερδίζεις από αυτό. Αλλά και από τους νέους που είναι στην ίδια φάση με σένα, που έχετε και κοινά βιώματα.
Υπάρχει ρόλος που δεν θα έκανες από φόβο μήπως παρεξηγηθείς;
Όχι, επί σκηνής όλα επιτρέπονται. Αν βάλεις φίλτρα πολιτικής ορθότητας στο θέατρο, χάνεις την ουσία. Πρέπει να δείξεις την παθογένεια, αλλιώς δεν την αναγνωρίζει κανείς. Αν δεν το δείξεις κατάμουτρα δεν μπορεί να το δει εύκολα ο άλλος. Στην Αγγλία υπάρχει ολόκληρο κίνημα με το « in yer face theatre». Αν δεν δείξεις κατάμουτρα την αλήθεια πώς θα μετακινήσεις τον άλλον και πώς θα του πεις ότι ξέρεις κάτι, εγώ μέσα από την τέχνη μου θα σου δείξω τη δικιά σου παθογένεια για να προσπαθήσω να σου πω κάτι μέσα από αυτό;.
Είναι και ένας τρόπος να λύσεις και κάποια δικά σου θέματα, να κάνεις ψυχανάλυση;
Αναλύεις τον ψυχισμό. Στη σχολή μας έλεγαν «να είστε οι δικηγόροι των ρόλων σας. Να υπερασπίζεσαι και τον δολοφόνο. Να βρεις γιατί κάνει ό,τι κάνει». Αν παίξεις τον τρελό ως τρελό, θα είναι μόνο επιφανειακό.
Να πούμε και για το «Blue Train». Θα συνεχίσει η παράσταση και την επόμενη χρονιά.
Η φύση της δουλειάς μας είναι τέτοια που μπορείς να μιλάς για διαφορετικά πράγματα σε κάθε παράσταση. Το «Blue Train» είναι μια παράσταση που μιλάει για τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου, για τον έρωτα, για τη σχέση με τη μάνα, με τη σεξουαλικότητα.

Φωτό: Νίκος Κόκκας
Δεν είσαι δηλαδή προσηλωμένος μόνο στα επαγγελματικά.
Δεν είναι ωραίο να είσαι μονομανής. Κι εσύ βαριέσαι και δεν έχεις κι αναφορές. Πόσο να δουλέψεις; Ή, αντίστοιχα πόσες σχέσεις να κάνεις; Εννοώ ότι πρέπει να δεις λίγο τον εαυτό σου πως υπάρχει μέσα στη σχέση, πώς μόνος σου, πώς υπάρχεις μέσα στη ζωή. Μπορεί να βρεις και τον εαυτό σου και όταν δεν έχεις σταθερή σχέση. Και τότε βλέπεις πράγματα για τον εαυτό σου.
Μίλα μας λίγο για την οικογένεια σου. Σε ενθάρρυναν στην επιλογή σου να γίνεις ηθοποιός;
Οι γονείς μου είναι πάντα εκεί. Η μητέρα μου είναι θεατρολόγος, μεταφράστρια, ακαδημαϊκός. Ο πατέρας μου κάνει άλλη δουλειά, αλλά αγαπάει πολύ την τέχνη. Έχω κι έναν αδερφό, τρία χρόνια μεγαλύτερο. Είχα στήριξη, ναι. Πήγαινα από μικρός στο θέατρο, ήταν πάντοτε μέσα στη ζωή μου.
Έχεις φίλους; Χαίρονται για την επιτυχία σου;
Έχω, αληθινούς φίλους. Λίγους και καλούς. Από το σχολείο, τη σχολή. Είναι πολύ χαρούμενοι για μένα. Πιο πολύ από ό,τι εγώ που έχω πάντα αμφιβολία για το αν είμαι καλός, αν αξίζω.
Βραβείο «Χορν». Πώς θα το γιορτάσεις;
Δεν ξέρω καθόλου. Το μόνο που είναι σίγουρο είναι ότι θα το γιορτάσω με πολλούς φίλους μου.
Info: Η σειρά «Έχω παιδιά» μεταδίδεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 από το Mega.
Ευχαριστούμε το Ελληνικό Μουσείο Πληρφορικής (Πέτρου Σπυρόπουλου 2 & Θεσσαλονίκης, Μοσχάτο) για τη φιλοξενία







