Όλοι επιθυμούν να θυμόμαστε τα Τέμπη στις 28/2 -ακόμα και όσοι έχουν ευθύνη για το έγκλημα που συντελέστηκε και παραμένουν ατιμώρητοι.

Όλοι θέλουν να τα θυμόμαστε επειδή οι επέτειοι είναι μια υπόθεση ύπουλη και ταυτόχρονα βολική. Ύπουλη διότι καθιστούν τα γεγονότα μουσειακά· μία ρηχή αφορμή για να θυμόμαστε. Βολική διότι είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς μηχανισμούς που διαθέτουν μια εξουσία  προκειμένου να οριοθετεί το περιεχόμενο της συλλογικής μνήμης και της δημόσιας έκφρασης της, απονευρώνοντας την ουσία ενός γεγονότος.

Για τους συγγενείς των θυμάτων και τους επιζώντες η μέρα αυτή είναι μία ακόμα μέρα της «υπόλοιπης ζωής τους μετά το δυστύχημα», μια ακόμα ημέρα που ζητούν την απάντηση σε δύο πολύ συγκεκριμένες ερωτήσεις.

«Ένα χρόνο μετά, οι ενέργειες της Κυβέρνησης και της Δικαιοσύνης μετατρέπουν μια εθνική τραγωδία σε ένα ακόμα επεισόδιο κρατικής συγκάλυψης αντίθετο προς τις λειτουργίες του πολιτεύματος και στο κοινό περί δικαίου αίσθημα».

Πρώτον, τι συνέβη και επί 12 λεπτά δύο τρένα κινούνταν με αντίθετες κατευθύνσεις πάνω στην ίδια τροχιά στον κεντρικό σιδηροδρομικό άξονα της χώρας χωρίς κανείς να το γνωρίζει;

Δεύτερον, αν οι έρευνες για τα θύματα στο σημείο του δυστυχήματος ήταν οι ενδεδειγμένες;

Ένα χρόνο μετά οι ενέργειες της Κυβέρνησης και της Δικαιοσύνης συσκοτίζουν παρά ξεκαθαρίζουν τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα και, το κρισιμότερο, μετατρέπουν μια εθνική τραγωδία σε ένα ακόμα επεισόδιο κρατικής συγκάλυψης αντίθετο προς τις λειτουργίες του πολιτεύματος και στο κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Εδώ και 12 μήνες παρακολουθούμε ένα χρονικό εθνικού εμπαιγμού, οποίος μοιάζει τόσο «φυσικός» ώστε να ξεδιπλώνεται στις οθόνες μας με την ίδια απλότητα του «of course» trend στο TikTok.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και αν λειτουργούσε έστω και το σύστημα της φωτοσήμανσης δεν θα είχαμε θρηνήσει κανένα νεκρό.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και το αφήγημα του «ανθρώπινου λάθους» θα επισκιάσει τις δομικές παθογένειες ενός συστήματος που λειτουργούσε σε καθεστώς αδιαφορίας -αν όχι τύχης.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και οι συγγενείς των θυμάτων είναι εκείνοι που θα ενημερώνουν την κοινή γνώμη για την πορεία της υπόθεσης και όχι οι αρμόδιες Αρχές.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και θα αγνοηθεί από το ελληνικό κοινοβούλιο η δικογραφία της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για τις πιθανές ποινικές ευθύνες των πρώην Υπουργών Κ. Καραμανλή και Χ. Σπίρτζη για τη σύμβαση 717.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και θα απορριφθεί η σύσταση προανακριτικής επιτροπής από την κυβερνητική πλειοψηφία.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και ο Κ. Καραμανλής θα κουνήσει το δάχτυλο στους συγγενείς των θυμάτων να θρηνούν βουβά.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και η Εξεταστική Επιτροπή με την κάλυψη της κυβερνητικής πλειοψηφίας θα ολοκλήρωνε άρον-άρον τις εργασίες της πριν καν διαβιβαστεί η δικογραφία από την Εισαγγελία Λάρισας.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και ο πρόεδρος της Εξεταστικής, Δημήτρης Μαρκόπουλος θα έλεγε ότι χρειάζεται πού και που να διασκεδάζουν στο περιθώριο των εργασιών της.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη, θα προτρέψει τις οικογένειες των θυμάτων να βρουν καταφύγιο στην Εκκλησία και λίγους μήνες μετά θα παραγγείλει στην εισαγγελία της Λάρισας να μην μείνει σκιά στη διερεύνηση της υπόθεσης, επιβεβαιώνοντας έμμεσα ότι υπάρχουν κενά στη μέχρι τώρα έρευνα.

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έλλειψη αμεροληψίας της κοινοβουλευτικής έρευνας θα χαρακτηριζόταν ως «ακραίο και εμπαθές».

Είναι το έγκλημα στα Τέμπη, φυσικά και θα χρειάζονταν οι υπογραφές περισσότερων από 800.000 ανθρώπους σε ένα ψήφισμα που υπενθυμίζει ότι οι ενέργειες Κυβέρνησης και Δικαιοσύνης ενισχύουν το αίσθημα της ατιμωρησίας.

«Υπάρχει στόχευση ώστε το έγκλημα στα Τέμπη να μετατραπεί σε μια ιστορία που θα αφορά όλο και λιγότερους».

Αν δεν υπήρχαν οι ακούραστες προσπάθειες του Συλλόγου Πληγέντων, που μοιάζει να βοά σε μια έρημο θεσμικής αδιαφορίας, υποκρισίας και κυνισμού, το δυστύχημα των Τεμπών θα είχε μετατραπεί σε μια υποσημείωση του δημόσιου διαλόγου. Σταδιακά θα ξεθώριαζε όσο ο χρόνος θα κυλούσε ανάμεσα σε δικογραφίες, έγγραφα και διαδικασίες, γεμίζοντας και αδειάζοντας την κλεψύδρα της γραφειοκρατίας ξανά και ξανά.

Δώδεκα μήνες μετά έχουμε γίνει ελάχιστα πιο σοφοί για όσα συνέβησαν όχι μόνο εκείνο το βράδυ αλλά και τα χρόνια κατά τα οποία εξετράφη η έλλειψη κουλτούρας ασφάλειας στο Σιδηρόδρομο.

Είναι πλέον σαφές ότι υπάρχει στόχευση ώστε το έγκλημα στα Τέμπη να μετατραπεί σε μια ιστορία που θα αφορά όλο και λιγότερους. Ας το θυμόμαστε αυτό κάθε μέρα μέχρι να αποδοθούν οι ευθύνες σε όσους είναι πραγματικά υπαίτιοι.