Η πορεία του πληθωρισμού είναι το στοιχείο που θα καθορίσει το αν η κυβέρνηση εξαντλήσει την τετραετία ή αν αναγκαστεί να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο, εκτιμά στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» ο Νίκος Χριστοδουλάκης. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών επισημαίνει ότι η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα υποχρεωθεί να κάνει περιοριστική πολιτική λόγω του τεράστιου χρέους που σωρεύθηκε ξανά και ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για τις επιδόσεις της στην αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Ο κ. Χριστοδουλάκης αναφέρεται στο προγραμματικό πλαίσιο του ΠαΣοΚ το οποίο παρουσιάστηκε την Τρίτη, ενώ αναφερόμενος στις μετεκλογικές εξελίξεις τονίζει ότι λόγω πιθανών εξελίξεων στα εθνικά μέτωπα ίσως είναι καλό να μάθουμε να συζητάμε για μεγάλο συνασπισμό.

Παρουσιάσατε και ήδη έχει τεθεί σε διαβούλευση το νέο προγραμματικό πλαίσιο του ΠαΣοΚ-Κίνημα Αλλαγής. Ποιοι είναι οι βασικοί του άξονες; Τι καινούργιο προτείνετε στην ελληνική κοινωνία;

«Πρώτο και κύριο ότι άξονας όλων των προτάσεων είναι η νέα γενιά, που δέχτηκε τα περισσότερα πλήγματα στη διάρκεια των τριών αλλεπάλληλων κρίσεων: Με τα μνημόνια έμεινε άνεργη και ξενιτεύτηκε, με την πανδημία κλείστηκε σπίτι χωρίς εκπαίδευση και κοινωνικότητα, με την κρίση του πληθωρισμού βλέπει τους χαμηλούς μισθούς να εξανεμίζονται. Για πρώτη φορά εδώ και πολλές δεκαετίες δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα βρει εύκολα σπίτι για να φτιάξει οικογένεια και η πολιτεία ακόμα να το πάρει είδηση και να τους συνδράμει. Προτείνουμε λοιπόν μια σειρά πολιτικών για να απαντήσουμε σε αυτή την πρόκληση».

Μπορούν τα παραδοσιακά εργαλεία της Σοσιαλδημοκρατίας να αντιμετωπίσουν τα σύγχρονα, σύνθετα ζητήματα;

«Αλλα έχουν σκουριάσει και πρέπει να πάνε στο μουσείο, άλλα όμως είναι κοφτερά όπως παλιά. Για παράδειγμα, η έντονη νομισματική επέκταση που έγινε τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 για να αντιμετωπιστεί ο στασιμοπληθωρισμός χρεοκόπησε γιατί ούτε η ύφεση περιορίστηκε, ούτε ο πληθωρισμός αναχαιτίστηκε. Ούτε και η έντονη επιφύλαξη για την οικολογία αποδείχθηκε σοφή. Αλλες πολιτικές όμως, όπως οι συμφωνίες για αυξήσεις μισθών-παραγωγικότητας, η διάδοση των δημοσίων αγαθών παιδείας και υγείας, η φορολογία του μεγάλου πλούτου και η πρόσβαση των εργαζομένων στην απόκτηση κατοικίας διατηρούν αλώβητη την αξία τους και σήμερα».

Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι πολλά θα κριθούν από το μήνυμα που θα σταλεί στο εκλογικό σώμα για τη μετεκλογική σας στάση. Θα ωφελήσει το ΠαΣοΚ μια νέα κυβερνητική συνεργασία με τη ΝΔ, όταν η προηγούμενη θεωρείται μία από τις βασικές αιτίες της εκλογικής συρρίκνωσης του χώρου;

«Δεν συμφωνώ ότι πρέπει να προλέγεις αυτά που ίσως χρειαστεί να κάνεις με άλλα κόμματα. Αν πεις ότι μετά τις εκλογές θα πάω με το άλφα ή το βήμα κόμμα, οι ψηφοφόροι σου που συμφωνούν πάνε πρώτα αυτοί, ενώ όσοι δεν θέλουν φεύγουν. Επίσης, δεν γνωρίζω κανένα τρίτο κόμμα στην Ευρώπη που να δαπανά τον χρόνο του σε μετεκλογικά σενάρια, αντί να φροντίζει νυχθημερόν πώς θα ενισχύσει τη θέση του και να τα επηρεάσει πιο δυναμικά. Και κυρίως όχι πάντα ως τρίτο κόμμα…».

Υπάρχει έδαφος για προγραμματική σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρεί και πάλι στροφή προς το Κέντρο;

«Δεν μου αρέσουν αυτοί οι βερμπαλισμοί για προγραμματική σύγκλιση, ότι τάχα δύο κόμματα ανακάλυψαν πως έχουν κοινές θέσεις και θα πορευτούν μαζί στο ταξίδι της ζωής. Σε λίγο το ένα θα έχει καταπιεί το άλλο ή πάλι θα διασπαστούν. Οι μόνες συνεργασίες που υπάρχουν είναι επί του πεδίου, δηλαδή όταν υπάρχει κάποια μεγάλη ανάγκη να γίνει συμμαχική κυβέρνηση και καθορίζονται οι προτεραιότητες. Αν αυτή η ανάγκη είναι εθνική, οι συμμαχίες πρέπει να περιλαμβάνουν και κόμματα που απέχουν προγραμματικά, αρκεί βέβαια οι διαφορές να μην είναι χαώδεις. Σήμερα θεωρώ πιο πιθανή μία εθνική κρίση λόγω Τουρκίας και καλό θα ήταν να μάθουμε να συζητάμε για την ανάγκη ενός μεγάλου συνασπισμού».

Τι είναι το Κέντρο για εσάς;

«Είναι σαν το φαγητό που μας μαγείρευε η μάνα μας. Τώρα όλοι προτιμούν τις χλιδάτες συνταγές παραγεμισμένες με ιδεολογικά καρυκεύματα, αλλά εκείνο ήταν το πιο υγιεινό. Αποφεύγεις και τις δηλητηριάσεις που παθαίνεις όταν ο οργανισμός σου δεν έχει συνηθίσει στις ακρότητες».

Πώς βλέπετε την πορεία της ελληνικής οικονομίας; Ο Πρωθυπουργός έθεσε δύο εθνικούς στόχους. Να βγει η χώρα από το καθεστώς αυξημένης επιτήρησης και να αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα μέχρι το τέλος του χρόνου. Τους θεωρείτε εφικτούς;

«Μακάρι να τους πετύχει, για να αλλάξει οριστικά η θέση της χώρας ως μόνιμα σημαδεμένης από τα μνημόνια. Δυστυχώς όμως ο πραγματικός αντίκτυπος θα είναι μικρός. Με τα επιτόκια να ανεβαίνουν λόγω πληθωρισμού, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να κάνει περιοριστική δημοσιονομική πολιτική λόγω του τεράστιου χρέους που συσσωρεύτηκε ξανά. Αλλά και τα κεφάλαια που κυκλοφορούν στις αγορές θα μειωθούν λόγω της διεθνούς αβεβαιότητας και θα προτιμούν τα ομόλογα από τις παραγωγικές επενδύσεις. Παρά τις όποιες βελτιώσεις, η Ελλάδα δεν κατάφερε να γίνει ισχυρή εξωστρεφής οικονομία ούτε με τα μνημόνια ούτε με την πανδημία και σήμερα κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στα ίδια παλιά αδιέξοδα».

Και οι πολιτικές εξελίξεις; Ποιο είναι το στοιχείο το οποίο εκτιμάτε ότι θα καθορίσει το αν η κυβέρνηση εξαντλήσει τον συνταγματικό της χρόνο ή αναγκαστεί να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο;

«Ο πληθωρισμός! Αν είναι διψήφιος τον Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση ξέρει ότι δεν θα μπορέσει να κάνει σχεδόν τίποτα όταν πλακώσει η ακρίβεια του χειμώνα και θα επιλέξει εκλογές πριν ξεσπάσουν οι διαμαρτυρίες. Αν όμως πέσει αισθητά, θα κοιτάξει να το πιστωθεί και θα τις κάνει τέλος άνοιξης – ακόμα και αν μεσολαβήσουν γεγονότα καταστροφών. Εχει μεγάλη ανάγκη η κυβέρνηση να δείξει ότι κάτι ολοκλήρωσε και δουλεύει και μέχρι τώρα η συγκομιδή είναι πενιχρή. Ακόμα και το θεόσταλτο δώρο του Ταμείου Ανάκαμψης παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο, αν εξαιρέσει κανείς μερικές επενδύσεις που προϋπήρχαν σε άλλα έργα. Πριν από λίγες μέρες ο ΣΕΒ ανακοίνωσε ότι επί έναν χρόνο οι ψηφιακές δράσεις έχουν εγκαταλειφθεί και πρέπει κάτι να γίνει για να μη χαθούν τα λεφτά».

Πού αποδίδετε αυτή την καθυστέρηση στην αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης; Τι κίνδυνοι θα υπάρξουν αν χαθεί και αυτή η ευκαιρία;

«Δεν το έκαναν επίτηδες, απλώς δεν κατάφεραν να κινητοποιήσουν τον κρατικό μηχανισμό να σχεδιάσει μεγάλα έργα αλλά ούτε και εμπιστεύτηκαν σοβαρές ιδιωτικές εταιρείες να προτείνουν επενδυτικά σχέδια. Οσες επιχειρήσεις είχαν ήδη κάνει business plans για τα επόμενα χρόνια, αλλά δεν είχαν εντοπίσει ακόμα πηγές χρηματοδότησης ήταν οι πιο τυχερές γιατί βρήκαν κεφάλαια και σε κάποιον βαθμό θα τα προχωρήσουν. Θα θυμάστε ότι στην αρχή θεωρούσαν ως πλάνο εργασίας την Εκθεση Πισσαρίδη, ενώ τους επισημαίναμε ότι δεν έχει επιχειρησιακό χαρακτήρα και χρειάζεται άλλη πρόσθετη δουλειά για να μπουν τα πρότζεκτ σε μία σειρά. Αυτό δεν έγινε, περνάει ο καιρός χωρίς μαζικές εκταμιεύσεις και κάποιοι στις Βρυξέλλες θα αρχίσουν να σκέφτονται ότι πολλά τους δώσαμε και δεν ξέρουν πώς να τα ξοδέψουν. Αρα υπάρχει κίνδυνος απώλειας!».