Με το δεύτερο πεζογραφικό του βιβλίο ο Τάκης Καμπύλης έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό που ήταν ήδη ξεκάθαρο από το μυθιστόρημά του Γίγαντες και φασόλια: το εστιασμένο ενδιαφέρον για τα προβλήματα που καθορίζουν επιτακτικά τον δημόσιο βίο. Το μυθιστόρημα του Καμπύλη ξεκινά ως αναπεπταμένη πολιτικοκοινωνική δυστοπία για την Αθήνα της οικονομικής κρίσης, για να μετασχηματιστεί ακολούθως σε ιστορικό μυθιστόρημα σχετικά με τη γέννηση και την πορεία του ελληνικού (και όχι μόνον) αναρχισμού από το τέλος του 19ου αιώνα μέχρι και τις ημέρες μας.

Τάκης Καμπύλης

Γενικά συμπτώματα

Εκδόσεις Καστανιώτη, 2021, σελ. 184, τιμή 14 ευρώ

Με την τωρινή νουβέλα του ο συγγραφέας κάνει λόγο για την υγειονομική κρίση σε στενή διαπλοκή με την κρίση της οικονομίας, χωρίς στο μεταξύ να έχουν εξαλειφθεί μέχρι και τώρα κάποια από τα βαθύτερα χαρακτηριστικά της τελευταίας. Σημαίνει άραγε αυτό πως ο Καμπύλης τείνει να παγιωθεί ως ένας μυθοπλάστης της επικαιρότητας, που αρπάζεται από τις αιχμές της για να δώσει υπόσταση στο λογοτεχνικό υλικό του; Το ακριβώς αντίθετο, θα έλεγα. Η επικαιρότητα αποτελεί στο μυθιστόρημά του την αφορμή (ή έστω ένα ζωτικό έρμα) για να αναπτυχθεί εις βάθος η ευάλωτη σχέση της δημοκρατίας με τη βία και την τρομοκρατία (εξ ου και η αναφορά στον Σίνκλερ Λιούις και το γραμμένο το 1935 μυθιστόρημα Δεν γίνονται αυτά εδώ). Στα Γενικά συμπτώματα πάλι, η πανδημία και όλα τα παρεπόμενά της (από τον πανικό του θανάτου και την ποικιλότροπη δυσφορία για τα μέτρα άμεσης και έμμεσης προφύλαξης μέχρι την ελπίδα για το εμβόλιο και την άρνηση των κινδύνων του ιού) μετατρέπονται, μαζί με την τραπεζική αναλγησία απέναντι στους αδύναμους και στους παραμερισμένους, σε όχημα όχι τόσο για την κοινωνική και ψυχολογική διασύνδεση των δύο διαδοχικών κρίσεων όσο για τα αδιέξοδα που ανακύπτουν εξαιτίας αυτής της σύνδεσης στο επίπεδο της καθημερινής ύπαρξης, αλλά και της ηθικής επιβίωσης.

Ο Καμπύλης πλέκει ένα πυκνά υφασμένο δίχτυ πέντε εναλλασσόμενων μονολόγων προκειμένου να αποσπάσει από τους αφηγητές του πέντε διαφορετικές αλήθειες για την κοινωνία η οποία τους περιβάλλει, εξακολουθώντας να βαδίζει σε ένα τοπίο που μπορεί να μην είναι πλέον μελλοντολογικό και δυστοπικό, παραμένει, όμως, εξαιρετικά δυσοίωνο. Διαφορετικές αλήθειες σημαίνουν πρισματικότητα και ανοιχτή έκβαση για μια λογοτεχνία που εύλογα δεν θέλει να εγκλωβιστεί σε κανένα τετελεσμένο. Ενας ανώνυμος εθελοντής συμμετέχει σε μυστικά πειράματα για το εμβόλιο, σε μια ημισυνειδητή προσπάθεια να εξιλεωθεί επειδή ως υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος διέλυσε με τις αποφάσεις του τον αλλοτινό ευεργέτη του. Ο οργισμένος γιος του χρεοκοπημένου εμπόρου προσπαθεί, στην άλλη άκρη του σύρματος, να υπομείνει τη συντριβή του πατέρα του, καταλήγοντας στον φόνο ενόσω η ανοϊκή μητέρα του χάνει έτσι κι αλλιώς τον κόσμο κάτω από τα πόδια της. Υπάρχει επίσης ένας δημοσιογράφος που πρέπει να αποκρυπτογραφήσει τους κώδικες δεοντολογίας σε ένα από καιρό απαξιωμένο και ρημαγμένο επάγγελμα. Τέλος, την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους πάντες και προς τα πάντα θα εκφράσει ένας λαλίστατος καφετζής.

Μετά τους σφιχτοδεμένους Γίγαντες και φασόλια ο Καμπύλης κινείται με ομόλογη επιτυχία και στο σμικρυμένο πεδίο της νουβέλας: από την πολυπροσωπία και τη σύμπλεξη διαφορετικών αφηγηματικών χρόνων και ιστορικών περιόδων του μυθιστορήματος περνά χωρίς δυσκολίες στον χειρισμό των περιορισμένων χρονικά δυνατοτήτων της νουβέλας (άλλο οι όγκοι ολόκληρων εποχών κι άλλο τα σημεία ενός ελάχιστου χρονικού ανύσματος). Και κατορθώνει επίσης ο Καμπύλης να φτιάξει έτσι χαρακτήρες, με έναν μικρό κύκλο προσώπων αυτή τη φορά, αποδίδοντας τα ίδια γεγονότα με πλάνα προσαρμοσμένα στην οπτική γωνία και στο σημείο παρατήρησης του εκάστοτε αφηγητή και με ένα αστικό φόντο που έχει μεταβληθεί από αθηναϊκή τοιχογραφία της Αθήνας σε μια σειρά από ενσταντανέ ποιητικής πνοής. Ασφαλές συμπέρασμα: ένας συγγραφέας που ήρθε για να μείνει.