Η διαρκής επιδείνωση των «σκληρών» στοιχείων της πανδημίας, σε συνδυασμό με την ανάγκη επίδειξης αποφασιστικότητας σε μια κρίσιμη περίοδο για τη διαχείριση του τέταρτου κύματος, βάρυναν στην επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκηνα ανακοινώσει αιφνιδιαστικά την Πέμπτη το απόγευμα ένα νέο, αυστηρό πλαίσιο περιορισμού των δραστηριοτήτων των ανεμβολίαστων πολιτών.

Παρότι τις προηγούμενες ημέρες καλλιεργήθηκε η αίσθηση ότι το μήνυμα του Πρωθυπουργού δεν θα περιελάμβανε νέα μέτρα, οι αποφάσεις των τελευταίων ωρών σταθμίστηκαν με υγειονομικά, αλλά και με πολιτικά κριτήρια. Με βάση αυτά, κρίθηκε ότι στην παρούσα συγκυρία και αφότου φάνηκε ότι οι εμβολιασμοί εντάθηκαν μόνον μετά τις ανακοινώσεις των προηγούμενων μέτρων ελέγχου της κινητικότητας, ήταν επιβεβλημένη η έγκαιρη λήψη νέων αποφάσεων.

Κατά τα όσα αναφέρουν κυβερνητικά στελέχη, οι περιορισμοί στους ανεμβολίαστους ήταν μονόδρομος για δύο λόγους: α) Επειδή την ίδια στιγμή, με το μήνυμα του Πρωθυπουργού κατέστη ουσιαστικά υποχρεωτική η τρίτη δόση προκειμένου να ανανεωθεί η ισχύς του πιστοποιητικού εμβολιασμού και β) επειδή διαπιστώθηκε ότι το μόνο αποτελεσματικό κίνητρο εμβολιασμού ήταν τα περιοριστικά μέτρα του Νοεμβρίου.

Οχι σε lockdown τύπου Αυστρίας

Σημειώνουν δε οι ίδιες πηγές ότι η νέα δέσμη μέτρων δεν προσομοιάζει με το lockdown της Αυστρίας, καθώς δεν περιορίζεται η κίνηση πολιτών, απλώς εμποδίζεται η πρόσβαση ανεμβολίαστων σε ψυχαγωγικές και πάντως σε μη αναγκαίες δραστηριότητες.

Στην πραγματικότητα, από πολιτικής και υγειονομικής άποψης, οι αποφάσεις που οδήγησαν στις ανακοινώσεις της Πέμπτης ελήφθησαν την ύστατη στιγμή, με το βλέμμα στραμμένο και στην εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων. Σύμφωνα με τις προβολές που είχε στη διάθεσή του το Μέγαρο Μαξίμου, αν δεν υπήρχε καμία παρέμβαση στη συγκεκριμένη συγκυρία, η έξαρση της πανδημίας και η ανεξέλεγκτη πίεση στο σύστημα υγείας τον Δεκέμβριο ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη εξέλιξη.

Στάθμιση του πολιτικού κόστους

Υπό αυτό το πρίσμα επελέγη και το συγκεκριμένο πλαίσιο, το οποίο κρίθηκε ότι είναι απλό και ρεαλιστικό στην εφαρμογή του, δίχως πολλά ενδεχόμενα παρερμηνειών και παρεκκλίσεων, αλλά και δίχως να απαιτούνται περίπλοκες νομοθετικές παρεμβάσεις. Την ίδια στιγμή όμως, στη λήψη των συγκεκριμένων αποφάσεων βάρυνε και μια διαφορετική στάθμιση του πολιτικού κόστους.

Παρά τις αντιδράσεις συγκεκριμένων επαγγελματικών ομάδων, όπως οι επιχειρηματίες της εστίασης, αξιολογήθηκαν τόσο τα υγειονομικά δεδομένα και η διαρκής επιδείνωση των «σκληρών» δεικτών (θάνατοι, διασωληνώσεις, νοσηλείες), όσο και τα στοιχεία όλων των πρόσφατων ερευνών της κοινής γνώμης.Στις περισσότερες από αυτές καταγράφηκε μια σημαντική υποχώρηση της αξιολόγησης της κυβέρνησης ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, σε σχέση με την πρώτη περίοδο του 2020. Υπό αυτή την έννοια αποφασίστηκε ότι η αδράνεια ως προς την αντιμετώπιση των αντιεμβολιαστών και η διαρκής επιδείνωση του απολογισμού σε ανθρώπινες ζωές θα ήταν πολλαπλώς καταστροφικές.

Πλειοδοσία στα μέτρα από Τσίπρα

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η παρέμβαση του Πρωθυπουργού και η εν πολλοίς αιφνιδιαστική ανακοίνωση των νέων μέτρων είχε και πολιτικό στόχο. Το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου παρακολουθούσε κατά το διάστημα των τελευταίων εβδομάδων την υπονομευτική επίδραση της πολιτικής αντιπαράθεσης για το θέμα της πανδημίας. Βάσει αυτής της παρατήρησης, κρίθηκε ότι μόνο η αποφασιστικότητα στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις απόπειρες ενίσχυσης του αντιεμβολιαστικού κινήματος, είτε από οργανωμένες ομάδες είτε και από πολιτικές δυνάμεις.

Η πρώτη επίδραση έγινε εμφανής και από την άμεση απάντηση του Αλέξη Τσίπρα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιχείρησε μεν στο δικό του μήνυμα να ασκήσει έντονη κριτική στον Πρωθυπουργό, ωστόσο δεν διαφώνησε επί της ουσίας ως προς τα μέτρα και απλώς επιδίωξε να πλειοδοτήσει με προτάσεις για εμβολιασμούς στα σώματα ασφαλείας και στις Ενοπλες Δυνάμεις ή για επιτάξεις ιδιωτικών κλινικών κ.λπ. Στελέχη του Μεγάρου Μαξίμου πάντως χαρακτήριζαν το μήνυμα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ αμήχανο και δείγμα της συνεχιζόμενης πολιτικής του αδυναμίας.

Αντιπαράθεση για την οικονομία

Εν αναμονή των αποτελεσμάτων της νέας τακτικής ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, προσδοκία της κυβέρνησης είναι η μεταφορά της πολιτικής αντιπαράθεσης σε διαφορετικά πεδία.

Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένεται να διεξαχθεί τη Δευτέρα η προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση την οποία έχει ζητήσει ο Αλέξης Τσίπρας για το θέμα της ακρίβειας. Στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι να αναδείξει κατ’ αρχάς τη διεθνή συνθήκη βάσει της οποίας διαμορφώνονται οι πληθωριστικές πιέσεις, σε συνδυασμό με τις κυβερνητικές παρεμβάσεις για τη στήριξη συγκεκριμένων και οικονομικά ασθενέστερων ομάδων, έναντι του κύματος των ανατιμήσεων, κατά κύριο λόγο στο πεδίο της ενέργειας. Κεντρική θέση ανάμεσα στα όσα θα τονίσει ο Πρωθυπουργός αναμένεται να έχουν τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Οκτώβριο ανήλθε στο 2,8% και ήταν ο τρίτος χαμηλότερος στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Αισθητά οφέλη «για όλους»

Βασική επιδίωξη της κυβέρνησης κατά το προσεχές διάστημα θα είναι η καλλιέργεια της αίσθησης ότι η καταγραφόμενη ανάπτυξη θα έχει αισθητά οφέλη για μεγάλες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες, και με αυτόν τον γνώμονα σχεδιάζεται και η επικοινωνιακή στρατηγική των επόμενων εβδομάδων. Κυρίαρχο μήνυμα στη Βουλή, στις δημόσιες τοποθετήσεις, στο συνέδριο της ΝΔ του Δεκεμβρίου κ.α., θα είναι το «Για όλους», και αυτό θα συνοδεύεται από στοιχεία για την ανάπτυξη, τη μείωση της ανεργίας, τη στήριξη ασθενέστερων ομάδων κ.ά., τα οποία θα επικαλείται η κυβέρνηση.
Ειδικότερα στο θέμα της ανεργίας αναμένεται να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στα οποία παρουσιάζεται μείωση στο επίπεδο του 13% τον Σεπτέμβριο από 16,5% τον Σεπτέμβριο του 2020 και 13,9% τον Αύγουστο του 2021. Σε απόλυτους αριθμούς, το σύνολο των ανέργων τον Σεπτέμβριο ήταν 609.501, μειωμένων κατά 169.335 σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2020 (ποσοστό μείωσης 21,7%) και κατά 45.571 σε σχέση με τον Αύγουστο 2021 (ποσοστό 7%). Αντίστοιχα, το σύνολο των απασχολουμένων κατά το ίδιο διάστημα έφτασε στους 4.081.787, έχοντας αυξηθεί κατά 140.839 σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020 (ποσοστό 3,6%).

«Το αίτημα για τα Γλυπτά δεν είναι φωτοβολίδα»

Στον απόηχο της πρόσφατης επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Ηνωμένο Βασίλειο, συνεργάτες και συνομιλητές του δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στις συναντήσεις και στις συζητήσεις με τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, επενδυτικούς κύκλους και εκπροσώπους ΜΜΕ.
Σε ό,τι αφορά το αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, συνομιλητές του αναφέρουν ότι ο Πρωθυπουργός υπογραμμίζει: «Το αίτημά μας δεν είναι φωτοβολίδα. Θα επιμείνουμε με μεθοδικότητα για να χτίσουμε τα απαραίτητα ερείσματα και στη βρετανική κοινή γνώμη για την ανάγκη επανένωσης με τα Γλυπτά του Μουσείου Ακροπόλεως. Είναι σημαντικό ζήτημα που αφορά τις διμερείς μας σχέσεις. Δεν είναι κατά βάση ζήτημα μόνο νομικό, είναι πρωτίστως ζήτημα αξιακό και πολιτικό, και θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα μέσα για να πετύχουμε τον σκοπό μας».
Με βάση αυτά, οι ίδιες πηγές σημειώνουν ότι το αίτημα προς τον βρετανό πρωθυπουργό ήταν το πρώτο βήμα σε μια υπόθεση που μόλις αρχίζει και αναμένεται να έχει μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

«Αγγελιοφόρος» της Ευρώπης

Κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν επίσης ότι η συνάντηση Μητσοτάκη – Τζόνσον έγινε σε μια κρίσιμη συγκυρία για τις σχέσεις ΕΕ – Ηνωμένου Βασιλείου. Η κρισιμότητα έγκειται στη συζήτηση για το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας, στο πλαίσιο των δεσμεύσεων του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίες απορρέουν από τη συμφωνία αποχώρησης από την ΕΕ. Με βάση την ίδια γραμμή πληροφόρησης, ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε την ανάγκη εφαρμογής του Πρωτοκόλλου και εξεύρεσης συναινετικής λύσης ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Βρυξέλλες, με την επισήμανση ότι η ευρωπαϊκή γραμμή στο θέμα είναι ενιαία.Κατά τις ίδιες πηγές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρισκόταν σε συντονισμό και επικοινωνία με την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ και τον πρωθυπουργό της Ιρλανδίας Μιχόλ Μάρτιν και μετέφερε στον Μπόρις Τζόνσον το μήνυμα των Βρυξελλών, ότι η μη εφαρμογή του Πρωτοκόλλου θα έχει συνέπειες στις ευρωβρετανικές σχέσεις.
Επιπλέον, κατά τα όσα σημειώνουν κυβερνητικά στελέχη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδίωξε κατά την παραμονή του στο Λονδίνο και τις συναντήσεις με οικονομικούς παράγοντες και επενδυτές να αναδείξει το διεθνές προφίλ της Ελλάδας και την «ήπια ισχύ» μιας σύγχρονης, σταθερής και αξιόπιστης ευρωπαϊκής χώρας, η οποία έχει να προσφέρει πολλά, πέρα από το τουριστικό της προϊόν. Ο Πρωθυπουργός και ο οικονομικός του σύμβουλος Αλέξης Πατέλης είχαν συναντήσεις μεταξύ άλλων με τον πρόεδρο της Συνομοσπονδίας Βρετανών Βιομηχάνων λόρδο Κάραν Μπιλιμόρια, με επικεφαλής χρηματοπιστωτικών οργανισμών, εταιρειών διαχείρισης κεφαλαίων και επιχειρήσεων, οι οποίες ενδιαφέρονται να επενδύσουν στην Ελλάδα και δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως η ενέργεια, ο τουρισμός, το real estate, οι οπτικές ίνες, η υγεία, η γεωργία, η βιομηχανία, τα θαλάσσια αιολικά πάρκα.

Αντεπίθεση για την ανάκτηση των «χαμένων» ποσοστών

Η κυβέρνηση και το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου οργανώνονται για μια επικοινωνιακή και πολιτική αντεπίθεση κατά το διάστημα των επόμενων εβδομάδων. Η προσπάθεια γίνεται έχοντας κατά νου και τα ευρήματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, τα οποία φανερώνουν έναν συνδυασμό ανησυχητικών για την κυβέρνηση παραμέτρων.
Το προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να διατηρείται, όμως την ίδια στιγμή δείχνει να παγιώνεται ένα κλίμα επιφυλακτικότητας και δυσπιστίας των πολιτών, σε συνδυασμό με μια υποχώρηση των ποσοστών της ΝΔ. Τα «χαμένα» αυτά ποσοστά, τα οποία σε κάποιες μετρήσεις φτάνουν και στο 10% του δείγματος (δίχως αναγωγές) σε σχέση με την άνοιξη του 2020, φαίνεται πως είναι δυσαρεστημένοι πολίτες, οι οποίοι ωστόσο δεν έχουν προστρέξει σε κάποιο άλλο κόμμα. Το στοιχείο αυτό πάντως αξιολογείται από το Μέγαρο Μαξίμου και ως συνέπεια της δημοσκοπικής ανάκαμψης την οποία παρουσιάζει το ΚΙΝΑΛ, εν αναμονή της ανάδειξης της νέας ηγεσίας του.
Με αυτό το σκεπτικό, η κυβερνητική απόπειρα ανασύνταξης οργανώνεται προφανώς με το βλέμμα στις εκλογές, καθώς ο συνδυασμός της καθήλωσης του ΣΥΡΙΖΑ και της πιθανολογούμενης ενίσχυσης των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ ενδέχεται να διαμορφώσει νέα δεδομένα και να επιβάλει μια διαφορετική στρατηγική, δεδομένης της πρώτης αναμέτρησης με το σύστημα της απλής αναλογικής. Κατά τα όσα αναφέρουν κάποια κυβερνητικά στελέχη, το ενδεχόμενο να προκύπτει μετεκλογικά ένα αριθμητικό σενάριο κυβέρνησης ΝΔ-ΚΙΝΑΛ θα μπορούσε να περιπλέξει σε κάποιον βαθμό τον σχεδιασμό για άμεση προσφυγή σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και διεκδίκηση της αυτοδυναμίας.