«Η ηλιθιότητα της Δημοκρατίας. Ενα από τα καλύτερα αστεία της Δημοκρατίας παραμένει πάντα το γεγονός ότι πρόσφερε στους θανάσιμους εχθρούς της τα μέσα με τα οποία την κατέστρεψαν. Οι διωκόμενοι ηγέτες του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος έγιναν βουλευτές κι έτσι απέκτησαν βουλευτική ασυλία, επιδόματα. Ηταν έτσι προστατευμένοι από αστυνομική επέμβαση. Μπορεί κάποιος να φτιάξει σπουδαίο κεφάλαιο από τη δημοκρατική ηλιθιότητα». Ιωσήφ Γκέμπελς («Η έλευση του Γ’ Ράιχ» του Ρίτσαρντ Εβανς).

Η σκηνή στην τηλεόραση ήταν ανατριχιαστική. Πριν από λίγες μέρες νεοναζί βάδισαν αδίστακτα προς το γερμανικό Ράιχσταγκ, κτίριο-σύμβολο της Δημοκρατίας. Η πυρπόλησή του υπήρξε η αφορμή για τη γενικευμένη επίθεση των ορδών του Χίτλερ κατά της Δημοκρατίας και των θεσμών της. Με αφορμή αυτό το γεγονός θεώρησα σκόπιμο να θυμηθούμε. Και καλύτερος τρόπος είναι να θυμίσουμε τον ρόλο ενός δικαστικού λειτουργού. Του Φριτς Μπάουερ.

Ο ιστορικός της ανόδου και της πτώσης του ναζισμού Εβανς αναφέρει στο βιβλίο του τα λόγια του προπαγανδιστή Ιωσήφ σε άρθρο του τo 1935. Στο άρθρο υποστηρίζει ότι είναι αστείο οι εχθροί του ναζισμού να διατυμπανίζουν ότι η Δημοκρατία έδωσε στον ναζισμό το «σκοινί για να κρεμαστεί» (Λένιν). Και ότι οι εθνικοσοσιαλιστές βουλευτές απλά αξιοποίησαν τις οικονομικές δυνατότητες που παρέχει η «ηλίθια» Δημοκρατία σε όλους τους βουλευτές. Ομως η πραγματικότητα δεν ήταν αυτή.

Την κρίσιμη στιγμή λίγο πριν από την ανάληψη της καγκελαρίας από τους ναζί, τα τάγματα εφόδου είχαν εξαπολύσει τρομοκρατία σε βάρος των εχθρών τους. Σοσιαλδημοκράτες, κομμουνιστές, αλλά και μετριοπαθείς συντηρητικοί, καθολικοί κ.ά. βρέθηκαν ανυπεράσπιστοι στα κάτεργα, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή σε τάφους. Σε πολλές περιπτώσεις οι φαιοχίτωνες εκτελεστές οδηγήθηκαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου και αθωώθηκαν. Και, βέβαια, όταν ορκίστηκε καγκελάριος ο Χίτλερ, γενικεύτηκε η ατιμωρησία των τραμπούκων από δικαστές και στελέχη των σωμάτων ασφαλείας. Δεν άργησε η στιγμή που η, έστω και και κολοβή, Δημοκρατία της Βαϊμάρης καταργήθηκε. Και έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη φυσική εξόντωση των αντιπάλων, φτάνοντας μέχρι τη γενοκτονία του Ολοκαυτώματος.

Την περίοδο της ναζιστικής εξουσίας, το σώμα των γερμανών δικαστών και εισαγγελέων, αφού εκκαθαρίστηκε, συνεργάστηκε με τα SS και την Γκεστάπο. Στα αχνάρια του διαβόητου από τις δίκες της Μόσχας Βισίνσκι, δεκάδες χιλιάδες Γερμανοί, με συνοπτικές δικαστικές διαδικασίες, οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα… Η Δημοκρατία μετά τον πόλεμο τους διατήρησε στις θέσεις τους μέσα από τη λογική των συμμάχων και του Αντενάουερ για συμφιλίωση.

Οπως γνωρίζουμε από βιβλία και τρία φιλμ εποχής – το ένα πρόσφατο -, ένας εισαγγελέας, ο Φριτς Μπάουερ, διορίστηκε μετά την πτώση του ναζισμού γενικός εισαγγελέας Φρανκφούρτης. Δουλειά του ήταν να συμβάλει στην τιμωρία των ενόχων αρχιναζιστών στη δίκη της Νυρεμβέργης. Και ήταν αυτός που έσωσε την τιμή του δικαστικού σώματος.

Ισχυρός νομικός, μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από το ’20 και Εβραίος, διώχθηκε νωρίς και αναγκάστηκε σε αυτοεξορία. Οταν με την απελευθέρωση επανήλθε στο δικαστικό σώμα, συνάντησε εμπόδια και συχνά βραχυκυκλώθηκε από συναδέλφους του στο έργο του για την αποκάλυψη των ναζί.

Ο Μπάουερ ξετυλίγει το κουβάρι φυσικών αυτουργών που μέχρι τότε είχαν μείνει στο απυρόβλητο από τη Δικαιοσύνη. Και συνέβαλε στη δημιουργία ενός σύγχρονου και δημοκρατικού συστήματος δικαιοσύνης. Κυρίως όμως έδειξε στη νέα γενιά πώς οι πατεράδες της συμμετείχαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στη ναζιστική θηριωδία. Να φανταστείτε ότι είκοσι ολόκληρα χρόνια η κοινωνία δεν είχε καταλάβει τι συνέβαινε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και η αποκάλυψη δημιούργησε τεράστιο σοκ, ιδίως στους νέους. Στόχος του δεν ήταν η εκδίκηση, αλλά η αφύπνιση μποστά στον καθρέφτη.

Τα εμπόδια δεν προέρχονταν μόνο από τους συναδέλφους του ή πολιτικούς. Πέρασαν χρόνια μέχρις ότου αποκτήσει την εμπιστοσύνη επιζώντων του Ολοκαυτώματος να προσέλθουν στην Εισαγγελία και να καταθέσουν. Με ιώβεια υπομονή και προσήλωση στις νόμιμες διαδικασίες, σχημάτισε εκατοντάδες φακέλους τεκμηριωμένους για τον ρόλο των SS όλων των βαθμών. Πολλοί από αυτούς καταδικάστηκαν, αλλά η αυτοσυνείδηση των Γερμανών που χαρακτηρίζει τη σημερινή Γερμανία χαλυβδώθηκε από το έργο του Μπάουερ. Δηλαδή η γνώση της αλήθειας και η τιμωρία ήταν η σωστή πολιτική για την κάθαρση και όχι το κουκούλωμα και η συμφιλίωση.

Μόνο μια φορά μετάνιωσε που παρέκαμψε τη νόμιμη διαδικασία. Ηταν τότε που έχοντας στοιχειοθετήσει τον αποτρόπαιο ρόλο του Αϊχμαν, ο οποίος, όπως και πολλοί άλλοι ναζί, είχε καταφύγει στη «φιλόξενη» Αργεντινή, προσέφυγε στις υπηρεσίες της Μοσάντ για τη σύλληψη και την τιμωρία του. Τι είχε συμβεί; Η συμφωνία με τις μυστικές υπηρεσίες ήταν να συλληφθεί και να δικαστεί στη Γερμανία. Γιατί μια τέτοια δίκη θα είχε τεράστια επίπτωση στον φωτισμό των εγκλημάτων ενώπιον της γερμανικής κοινής γνώμης. Οι Ισραηλινοί αθέτησαν την υπόσχεσή τους και οδήγησαν τον χασάπη στο Ισραήλ, όπου δικάστηκε και εκτελέστηκε.

Ο ευτελισμός της Δικαιοσύνης με τη συμμετοχή δικαστών δεν περιορίστηκε στη Γερμανία του Χίτλερ. Στη Γαλλία του Βισί δικαστές συνέδραμαν στη σύλληψη Εβραίων και άλλων αντιστασιακών. Ομως ο Ντε Γκωλ δεν συγχωρούσε. Στην Ιταλία του Μουσολίνι, στην Ουγγαρία και αλλού στην κατεχόμενη Ευρώπη δικαστές ντρόπιασαν το Σώμα.

Είναι λοιπόν κοινό μυστικό ότι οι δικτατορίες βρίσκουν και τα κάνουν. Εξωνημένοι δικαστές χέρι-χέρι με το καθεστώς ντροπιάζουν την ελληνική θεά.

ΥΓ. Ευτυχώς στη χώρα μας δεν υπήρξε τέτοιο φαινόμενο. Για παράδειγμα, η ελληνική Δικαιοσύνη ξεπέρασε το εμπόδιο του «στιγμιαίου» και τιμώρησε τους επίορκους αξιωματικούς της χούντας. Στο πρόσωπο του δικαστή Ντεγιάννη απέδειξε την ανοσία του σώματος των δικαστών στον ιό της άνομης εξουσίας.

Επιπλέον η Ελληνική Δημοκρατία επέλεξε διακομματικά για Πρόεδρο της Δημοκρατίας την κυρία Σακελλαροπούλου που τίμησε τη θέση της με πλήθος αποφάσεων. Κάποιες φορές ερχόμενη σε αντίθεση με κυβερνητικές επιλογές, π.χ. στα θέματα περιβάλλοντος. Και βέβαια, για τους παλιούς, ο δικαστής Σαρτζετάκης έλαμψε διεθνώς. Με λίγες – αναπόφευκτες – εξαιρέσεις η ελληνική Δικαιοσύνη μας κάνει υπερήφανους και είμαι βέβαιος ότι θα συνεχίσει να μας κάνει.

*Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι μέλος της διαΝΕΟσις και του ΕΛΙΑΜΕΠ.