Διασχίζοντας πριν από μερικές ημέρες τον χωματόδρομο που ενώνει τη Σκάλα Συκαμιάς με τον Μόλυβο, έβλεπε κανείς διάσπαρτους σωρούς με τα χαρακτηριστικά πορτοκαλί σωσίβια που εγκατέλειπαν πρόσφυγες και μετανάστες πάνω στην παραλία. Πολύ λιγότερα βέβαια από τη δραματική εικόνα του καλοκαιριού του 2015, αλλά, όπως φαίνεται από την έκρηξη αφίξεων που παρουσιάζεται τις τελευταίες ημέρες, ο κίνδυνος να επαναληφθεί ένα ανάλογο σκηνικό δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα.

Λίγα μόλις μίλια από τα τουρκικά παράλια, η θαλάσσια αυτή διαδρομή, παρά τους κινδύνους που κρύβει σε περίπτωση θαλασσοταραχής, είναι ο πιο εύκολος δρόμος για την υποτιθέμενη γη της Επαγγελίας. Τα παλιά κάμπινγκ υποδοχής που είχαν στηθεί στην περιοχή έχουν πια διαλυθεί, αλλά ένα νέο έχει δημιουργηθεί στις παρυφές της Συκαμιάς για να υποδέχεται προσωρινά (;) τους πρόσφυγες, που δεν προέρχονται πια  από τη Συρία, αλλά κυρίως από αφρικανικές χώρες, ακόμα και από την Ινδία.

Δεν εμφανίζονται πια οι συγκινητικές γιαγιάδες της περιοχής για να περιθάλψουν τα μικρά παιδιά, ενώ οι κάτοικοι της περιοχής βιώνουν, όπως λένε, ξανά μια δύσκολη κατάσταση καθώς ο τουρισμός στον οποίο στηρίζονται έχει καταρρεύσει. Η Λέσβος έχει μετατραπεί ξανά σε μια ατέλειωτη αποθήκη αποκλήρων που έχουν παγιδευτεί στο νησί αναζητώντας μια καλύτερη μοίρα.

Η στρόφιγγα των αφίξεων ανοιγοκλείνει ανάλογα με τα πολιτικά παιχνίδια του Ερντογάν, ενώ η Ευρώπη παρακολουθεί για την ώρα αμέτοχη τη δραματική κατάσταση, με τους ηγέτες της να περιορίζονται σε ευχολόγια. Η Μέρκελ, όπως έδειξε και η συνάντηση με τον Μητσοτάκη, έχει τη διάθεση να αλλάξει το σημερινό καθεστώς, αλλά δεν έχει πια την επιρροή που είχε στο παρελθόν, ενώ βρίσκεται και στη χώρα της αντιμέτωπη με ένα αυξανόμενο κύμα ξενοφοβίας.

Η δήθεν πολιτική κοινωνικής ευαισθησίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ συνέβαλε στη σημερινή τραγική κατάσταση. Αλλά και η νέα κυβέρνηση φαίνεται να ψάχνεται, χωρίς –  για την ώρα – σχέδιο, εναποθέτοντας τις ελπίδες της στην αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής. Ακόμα και όσοι έχουν πάρει άσυλο δεν έχουν καμιά διέξοδο, ενώ η ενσωμάτωσή τους, και η προοπτική εργασίας δεν διαφαίνονται καν στον ορίζοντα.

Προφανώς το πρόβλημα δεν μπορεί να το διαχειριστεί μόνη η χώρα μας. Αλλά δεν αποτελεί και λύση να τους κάνουμε τον βίο αβίωτο μήπως και καταφέρουν να μας εγκαταλείψουν διά των γνωστών μεθόδων. Εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν. Αλλά τουλάχιστον ας αποφασίσουμε να διαμορφώσουμε μια πολιτική διαχείρισης του προβλήματος πριν η κατάσταση ξεφύγει τελείως.