(Δημοκράτες) Τολμήστε
να σκεφτείτε και τολμήστε να προτείνετε»

Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ

Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα δεν υπήρξε ποτέ στις δημοκρατικά οργανωμένες κοινωνίες ιστορική περίοδος κρίσης και ανάγκης που να μη συνοδεύθηκε από την εμφάνιση του λαϊκισμού. Η κρίση προκαλεί την άνθηση του λαϊκισμού και αυτός με τη σειρά του βλάπτει τη Δημοκρατία. Ως γνωστόν, ο λαϊκισμός είναι η αδιαμεσολάβητη, προσωπική, πολεμικού τύπου κλήση που ένας χαρισματικός ηγέτης απευθύνει στους πολίτες μιας χώρας εναντίον του διεφθαρμένου «κατεστημένου» και των πολιτικών ελίτ. Ο λαϊκισμός μπορεί να ορισθεί και ως η υπεράσπιση και η λατρεία, άνευ όρων και ορίων του λαού, απέναντι σε κάθε πολιτικό σύστημα. Ιστορικά, ο λαϊκισμός έχει κατά καιρούς εκδηλωθεί με διαφορετικά πρόσωπα, τα οποία όμως εμφανίζουν κοινά βασικά χαρακτηριστικά. Η κατάργηση κάθε απόστασης μεταξύ λαού και ηγεσίας, η προβολή του λαού ως πηγής κάθε αρετής και η σωτηρία του λαού ως υπέρτατος νόμος, είναι μερικά από αυτά τα χαρακτηριστικά (Salus populi suprema lex esto).

H χειρότερη και οδυνηρότερη περίπτωση λαϊκισμού που γνώρισε ποτέ η πολιτισμένη ανθρωπότητα είναι ο εθνικοσοσιαλισμός. Εκδηλώθηκε αρχικά στη διάρκεια του Μεσοπολέμου ως ένα πρωτοφανές, αυθόρμητο, μαζικό, πολιτικό και κοινωνικό κίνημα, για να εκφράσει την αγανάκτηση και τη διαμαρτυρία του εργαζόμενου λαού απέναντι στα δεινά της οικονομικής κρίσης του 1929. Με πρωτοπορία το εργατικό εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα που ίδρυσε ο Αδόλφος Χίτλερ, αντιγράφοντας αριστερά επαναστατικά ιδεολογήματα, έστρεψε την οργή των μαζών εναντίον των ελίτ, των πλουσίων, των καπιταλιστών. Στο όνομα αυτού του λαϊκισμού διαπράχθηκαν τα πιο θηριώδη εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, σε τέτοιον βαθμό που μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο δυτικός κόσμος χρειάστηκε να επαναθεμελιωθεί σε νέες αξιακές και θεσμικές βάσεις.

Παρ’ όλα αυτά, σήμερα παρακολουθούμε την επανεμφάνιση ενός επιθετικού και επικίνδυνου λαϊκισμού που εκδηλώνεται ως κοινωνική και πολιτική αντίδραση στην οικονομική κρίση του 2009. Στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των ετών 2012-2014 εκπροσωπήθηκε από το κίνημα των αγανακτισμένων πολιτών, που στις πλατείες και τους δρόμους των μεγάλων πόλεων ζητούσαν τη κατάργηση των μνημονίων και την απελευθέρωση της χώρας από τους δανειστές. Από αυτό το κίνημα ξεπήδησε η σημερινή κυβέρνηση συνεργασίας των ακροδεξιών ΑΝΕΛ και του ριζοσπαστικά αριστερού ΣΥΡΙΖΑ. Των κομμάτων, δηλαδή, που πλειοδοτούσαν τα προηγούμενα χρόνια σε λαϊκισμό και αρνητισμό εναντίον του κατεστημένου, διεκδικώντας δήθεν για λογαριασμό του λαού «Δικαιοσύνη και Αξιοπρέπεια», επί της ουσίας όμως αποδείχθηκε εκ των υστέρων ότι σκοπός τους ήταν η κατάληψη της εξουσίας με κάθε μέσο. Ετσι λοιπόν ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε, ως μοιραίος «επιβάτης» μιας δύσκολης για τον τόπο συγκυρίας, να εκλεγεί πρωθυπουργός, υποσχόμενος ότι θα σκίσει τα μνημόνια, θα ακυρώσει τους μνημονιακούς νόμους, για να πάψει πια η Ελλάδα να είναι μια «αποικία χρέους». Φυσικά τίποτα απ’ αυτά δεν πραγματοποίησε. Αντίθετα, οδήγησε τη χώρα μαζί με τον συνεταίρο του σε ένα τρίτο μνημόνιο, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος, παίρνοντας νέα μέτρα λιτότητας και υποθηκεύοντας το μέλλον το τόπου για 100 περίπου χρόνια με νέες δεσμεύσεις απέναντι στους δανειστές.

Από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι σήμερα ο κυβερνών λαϊκισμός υπονομεύει συστηματικά τη Δημοκρατία: φθείρει τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, έχει αλώσει τη Δικαιοσύνη, δαιμονοποιεί και προγράφει καθημερινά τους πολιτικούς αντιπάλους του, διορίζει ημετέρους και έχει αρχίσει να εγκαθιδρύει ένα αριστερό ολοκληρωτικό και αυταρχικό καθεστώς, λατινοαμερικάνικου τύπου – Μαδουριστάν, κατά την έκφραση του Μίκη Θεοδωράκη. Παρ’ όλα αυτά, απτόητος και ακατάβλητος ο Αλέξης Τσίπρας προόδευσε, βελτιώνοντας τις επιδόσεις του τόσο σε αριστερό πολιτικό κυνισμό όσο και σε αριστερό λαϊκισμό. Πράγματι, σε όσους απορούν γιατί χρησιμοποίησε τόσα ψέματα για να γίνει πρωθυπουργός, θα μπορούσε να απαντά χρησιμοποιώντας τα λόγια του Λένιν, που το 1919 σε ανάλογη περίπτωση έλεγε: «Μας κατηγορούν ότι χθες τάζαμε λαγούς με πετραχήλια στους μικροαστούς και τους καλούσαμε ως συμμάχους εναντίον του τσαρισμού, ενώ σήμερα στέλνουμε στο απόσπασμα τους εσέρους και τους μενσεβίκους. Και μας ρωτούν: Δεν είναι αυτό ασυνέπεια; Απαντούμε: Μάλιστα! Είναι! Αλλά όσοι εκπλήσσονται για αυτήν είναι πολιτικώς ηλίθιοι». Αλλά και σε όσους τον ρωτούν εάν εξακολουθεί να είναι κομμουνιστής και μαρξιστής-λενινιστής μετά από όσα έχουν συμβεί επί κυβερνήσεώς του, θα μπορούσε να τους κλείνει πονηρά το μάτι, πραγματοποιώντας ταυτόχρονα ένα πολιτικό άλμα στην άβυσσο ενός νέου τύπου λαϊκισμού (που ασφαλώς δεν αποτελεί για αυτόν πολιτική μομφή), γιατί καθοδηγείται από τη σκέψη του αργεντινού μεταμαρξιστή πολιτικού φιλοσόφου Ερνέστο Λακλάου.

Μια τέτοια μεταμόρφωση ανιχνεύεται στα λόγια που απηύθυνε στους βουλευτές του κόμματός του, τη 13η Μαρτίου 2019, όταν τους κάλεσε να συγκροτήσουν ένα νέο ανταγωνιστικό μέτωπο εν όψει των εκλογών. Ενα μέτωπο που διχάζει την κοινωνία ανάμεσα στην πρόοδο και τη συντήρηση, την Ελλάδα των πολλών που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ και την Ελλάδα των ελίτ που εκπροσωπεί η Νέα Δημοκρατία, δηλαδή ανάμεσα στον λαϊκισμό και τους πολιτικούς του αντιπάλους. Επί της ουσίας πίστευε ότι δημιουργούσε με τα λόγια του αυτά μια νέα πολιτική πραγματικότητα, ικανή να δώσει «αέρα» νίκης στη δημοσκοπικά καταρρέουσα παράταξή του.

Με αυτόν τον τρόπο όμως άφησε πίσω του το προλεταριάτο και τους αγώνες του, τη μαρξιστική ορθοδοξία του οικονομικού ντετερμινισμού (η πολιτική βάση καθορίζει το οικονομικό εποικοδόμημα) και του ταξικού αναγωγισμού (η Ιστορία ως αποτέλεσμα της πάλης των τάξεων). Υιοθετεί πλέον τη σκέψη του θεωρητικού του αριστερού λαϊκισμού, που υπήρξε θαυμαστής και υποστηρικτής των καθεστώτων Περόν και Τσάβες στη Λατινική Αμερική (προς άφατη λύπη των συντρόφων Τσακαλώτου, Σκουρλέτη και άλλων γνωστών σημαιοφόρων των ταξικών αγώνων). Για τον Αλέξη Τσίπρα πλέον: «Το κοινωνικό πεδίο κατασκευάζεται εξ ολοκλήρου διά του λόγου», «ο πολιτικός ανταγωνισμός κι η εξουσία είναι ανεκρίζωτα στοιχεία της κοινωνίας», «η πραγματικότητα δομείται μέσω πολιτικών κι όχι οικονομικών διαδικασιών», «το πολιτικό προηγείται του κοινωνικού, κι η «αντικειμενικότητα» είναι προϊόν της εξουσίας κι αποτέλεσμα των ηγεμονικών-ρηματικών παρεμβάσεων που τη συγκροτούν» (βλ. παραπομπές του Ραφαήλ Παπαδόπουλου σε Ερνέστο Λακλάου). Να προσέξει όμως (Attention, tu vas tomber!), γιατί ο ίδιος ο Ερνέστο Λακλάου προειδοποιεί: «Ο απόλυτος λαϊκισμός, μια κοινωνία δηλαδή σε συνεχή κινητοποίηση, χωρίς καμία θεσμική σταθερότητα, δεν αποτελεί τίποτε λιγότερο από μια συνταγή χάους».

Ο κ. Κωνσταντίνος Τζαβάρας, βουλευτής της ΝΔ, είναι πρώην υπουργός.