Τι ακατονόμαστες πράξεις περιλαμβάνει άραγε η διαδικασία δημιουργίας μιας «δομημένης οικονομίας» και τι σας κάνει να σκέφτεστε η χρήση αυτού του νεολογισμού; Ή πώς θα ονόμαζαν σαν «παιδιά του λαού» έναν πρωθυπουργό που πάει στην κορυφαία αναμέτρηση με τους δανειστές της χώρας και έχει αυταπάτες; Θυμάμαι ότι όταν στο «Ροζικλέρ» και στην «Αλάσκα» όπου με δύο δραχμές βλέπαμε δύο έργα καουμπόικα ή αστυνομικά, τις ώρες του σκασιαρχείου, σύσσωμη η αίθουσα ξεσπούσε για να προειδοποιήσει τον ήρωα «πρόσεχε, ρε… (λέξη με 3 άλφα ή, όπως λένε οι έφηβοι στα social media, μ@λ@κ@)». Και για τους από εμάς Αρβανιτόβλαχους, όπως λένε και στα Τζουμέρκα, «πού πας, ρε Καραμήτρο, ξυπόλυτος στα αγκάθια;».
Ο νεολογισμός θέλει προσοχή, ιδιαίτερα σε μια τόσο αρχαία γλώσσα όπως είναι αυτή που μιλάμε. Με τέτοιον πλούτο εννοιών υπάρχει ο κίνδυνος η επιλογή μιας λέξης αντί μιας άλλης να δημιουργήσει ολισθήματα που μπορεί να έχουν συνέπειες στην αποτελεσματικότητα της έκφρασης. Εδώ και μερικούς μήνες άρχισαν τα ροζ παπαγαλάκια του Μαξίμου να χρησιμοποιούν και όταν μιλάνε για τον εαυτό τους αλλά και όταν μιλάνε για τους αντιπάλους τους τη λέξη «αφήγημα». Δεν είναι εφεύρεση. Η λέξη υπάρχει και χρησιμοποιείται σε διάφορες περιπτώσεις, αλλά η έννοιά της δεν είναι σαφής και προσδιορισμένη. Το αφήγημα δεν είναι «διήγημα», λογοτεχνικό είδος δηλαδή. Δεν είναι όμως και «διήγηση» πραγμάτων αντικειμενικών, μετρήσιμων και τετελεσμένων. Δεν είναι ούτε παραμύθι, που δανείζεται στοιχεία από έναν φανταστικό και συχνά εξωπραγματικό κόσμο. Είναι όλα αυτά μαζί.
Οταν είσαι υποχρεωμένος να μιλήσεις απολογητικά για μια κατάσταση ή για μια σειρά από γεγονότα, τότε πρέπει να κατασκευάσεις ένα «αφήγημα». Μείγμα πραγματικότητας και μύθου, το αποτέλεσμα εκφέρεται με λυρισμό, αγανάκτηση που δεν γίνεσαι αντιληπτός και τέλος συνθηματολογικό ενθουσιασμό όταν περιγράφει τη δική σας περιπετειώδη δραστηριότητα και προσπαθεί να πείσει τους ακροατές σας να σας εμπιστευτούν. Οταν κάτι αντίστοιχο πραγματοποιείται από τον αντίπαλό σας, τότε το αφήγημα παίρνει υβριστικές διαστάσεις. Κάπως όπως στις φράσεις όπου υπάρχει θαυμασμός: «Οχι! Δεν σε πιστεύω, ρε μ@λ@κ@!» ή, αντίστροφα, «Ασε μας, ρε μ@λ@κ@. Ο Τσίπρας τα κατάφερε πάλι μια χαρά». Σε αυτού του είδους το «αφήγημα» ο καθένας βάζει ό,τι θέλει και δίνει όποια ερμηνεία θέλει. Παραποιεί στατιστικές και γεγονότα, γλείφει ξεδιάντροπα στο εξωτερικό και λαϊκίζει αποχαλινωμένα στο εσωτερικό. Με άλλα λόγια, ό,τι και να λέει το αφήγημά του είναι απατεώνας και τυχοδιώκτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ