Η γραμμή της Aνγκελα Μέρκελ για έναν ψυχρό και ρεαλιστικό χειρισμό του Brexit επικράτησε στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, που πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες μετά το ιστορικό δημοψήφισμα στη Βρετανία. Η γερμανίδα καγκελάριος, έχοντας την υποστήριξη του Ντόναλντ Τουσκ, χωρών με επιρροή όπως η Ολλανδία αλλά επίσης, παρασκηνιακά, των Αμερικανών, κατάφερε να σιγήσει τις φωνές που ζητούσαν να ασκηθεί πίεση στο Λονδίνο να καταθέσει «εδώ και τώρα» αίτημα αποχώρησης βάσει του Αρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Ο σκοπός της ήταν να αποφευχθούν σπασμωδικές κινήσεις και να σταλεί το μήνυμα ότι η τρέχουσα συγκυρία δεν είναι ιδανική για οραματικές πρωτοβουλίες και ομοσπονδιακά άλματα. Προέχει να προχωρήσουν όσες πολιτικές αποφάσεις έχουν ληφθεί χωρίς τυμπανοκρουσίες.
Τα «μυστικά» μιας Δήλωσης
Παράλληλα όμως η κυρία Μέρκελ έσπευσε να ξεκαθαρίσει προς τον Ντέιβιντ Κάμερον, κατά την τελευταία και τραυματική παρουσία του σε Σύνοδο Κορυφής, ότι ο διάδοχός του δεν θα πρέπει να περιμένει εκπτώσεις και χάρες στις διαπραγματεύσεις. Πλέον το σκηνικό μεταφέρεται για το προσεχές φθινόπωρο –για την ακρίβεια για τις 16 Σεπτεμβρίου. Τότε θα πραγματοποιηθεί η επόμενη συνάντηση των «27» στην Μπρατισλάβα, πρωτεύουσα της Σλοβακίας. Θα έχει προηγηθεί μια περίοδος «πολιτικού προβληματισμού» για το μέλλον της ΕΕ και ελπίζεται ότι ως τότε θα έχει εκλεγεί ο επόμενος βρετανός πρωθυπουργός που ίσως καταθέσει και το αίτημα αποχώρησης.
Η Δήλωση στην οποία προχώρησαν οι «27» το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης στις Βρυξέλλες μετά το πέρας της άτυπης συνάντησής τους και η οποία είχε προετοιμαστεί από τους sherpas των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων ήδη από την προηγούμενη Κυριακή είναι πολύ σαφής. Τέσσερα είναι τα βασικά σημεία της, όπως τα εξήγησε στο «Βήμα» κοινοτικός αξιωματούχος.
Το πρώτο είναι η έκφραση λύπης για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, ο σεβασμός της βούλησης του βρετανικού λαού, αλλά και η επισήμανση ότι ως την κατάθεση του αιτήματος αποχώρησης του Αρθρου 50, το Κοινοτικό Δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει στη Βρετανία, τόσο για τα δικαιώματα όσο και για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εφαρμογή τους. Αυτό σημαίνει ότι «το Λονδίνο θα συνεχίσει να καταβάλλει χρήματα στον κοινοτικό προϋπολογισμό και φυσικά η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων δεν πρόκειται να παύσει» σημείωσε η κοινοτική πηγή.
Οραματικές πρωτοβουλίες
Δεύτερο σημείο και άρρηκτα συνδεδεμένο με το πρώτο είναι ότι «η πρόσβαση στην ενιαία αγορά απαιτεί αποδοχή και των τεσσάρων ελευθεριών», δηλαδή προσώπων, κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών. Πρόκειται για φράση-ράπισμα τόσο προς τον Νάιτζελ Φάρατζ όσο και προς τον ανεκδιήγητο πρώην δήμαρχο του Λονδίνου και αποσυρθέντα από τη μάχη για την πρωθυπουργία Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος σε άρθρο του στην εφημερίδα «Daily Telegraph» με ημερομηνία 27 Ιουνίου, που αποτελεί μνημείο αναλφαβητισμού περί του πώς λειτουργεί η Ενωση, υποστήριξε ότι η Βρετανία θα παραμείνει στην ενιαία αγορά, θα συνεχίσει το ελεύθερο εμπόριο με την ΕΕ και παράλληλα θα κόψει την ελεύθερη κυκλοφορία ευρωπαίων υπηκόων!
Το τρίτο και το τέταρτο σημείο αφορούν την ανάγκη πρώτα να κατατεθεί το αίτημα αποχώρησης και στη συνέχεια να καθοριστεί η διαπραγματευτική εντολή της ΕΕ, καθώς επίσης και την ανάγκη να υπάρξει μια περίοδος «πολιτικού προβληματισμού» των «27» από τη στιγμή που η ΕΕ εισέρχεται σε μια νέα κατάσταση. Σύμφωνα με ευρωπαίο διπλωμάτη, η περίοδος πολιτικού προβληματισμού αποκρούει τις αιτιάσεις αρκετών κρατών-μελών (κυρίως των «4» του Βίζενγκραντ καθώς και των βαλτικών χωρών) που επετέθησαν τόσο στον κ. Τουσκ όσο και στον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ κατηγορώντας τους ότι δεν έπραξαν όσα έπρεπε για να αποφευχθεί το Brexit.
Παράλληλα, δίνεται μια ευκαιρία στα κράτη-μέλη να σκεφτούν τι έφταιξε, ενώ αποδυναμώνονται οι ιδέες ορισμένων άλλων για φιλόδοξες πρωτοβουλίες, όπως π.χ. μια κίνηση για περισσότερη Ευρώπη μέσω αλλαγής Συνθηκών. Η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ ξέκοψε δημοσίως τέτοια όνειρα, που φαίνεται ότι υπάρχουν π.χ. στη Γαλλία ή και σε μικρότερα κράτη, όπως το Βέλγιο.
«Μια αίσθηση προδοσίας»
Το κλίμα πάντως τόσο στο δείπνο της Τρίτης όσο και στο πρόγευμα της Τετάρτης σε επίπεδο «27» (ήταν η πρώτη συνάντηση χωρίς βρετανική συμμετοχή έπειτα από 43 χρόνια) υπήρξε πολύ βαρύ για τη Βρετανία –στο δεύτερο δε ακόμη περισσότερο. Υπάρχει, σύμφωνα με την έκφραση κοινοτικού αξιωματούχου, «μια αίσθηση προδοσίας», ενώ ένας άλλος έκανε λόγο για «κηδεία». Κανείς δεν θέλει να προσφέρει διευκολύνσεις στη Βρετανία, αν και δεν υπάρχει ξεκάθαρος τρόπος να πιεστεί να ενεργοποιήσει το Αρθρο 50.
Η εντολή του κ. Γιούνκερ να κοπεί κάθε επίσημη ή ανεπίσημη επαφή με τους Βρετανούς όσο δεν υπάρχει αίτημα αποχώρησης είναι ενδεικτική.
Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η κατάσταση είναι χειρότερη, όπως φάνηκε και από το περιεχόμενο του ψηφίσματος που υιοθετήθηκε στην έκτακτη Ολομέλεια της περασμένης εβδομάδας. Ηδη και εν όψει του ανασχηματισμού που θα γίνει στις κοινοβουλευτικές επιτροπές τον προσεχή Ιανουάριο αναζητείται τρόπος να μην αναλάβουν την προεδρία επιτροπών βρετανοί ευρωβουλευτές (ενδεικτικά σήμερα προεδρεύουν σε τρεις και συμπροεδρεύουν σε τρεις άλλες).
Δύσκολα επίσης θα εκτελέσει η Βρετανία την εκ περιτροπής Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ που προβλέπεται να έχει το δεύτερο εξάμηνο του 2017. Η Μάλτα που προηγείται και η Εσθονία που ακολουθεί είναι οι πιθανότερες εναλλακτικές λύσεις, αν και η πρώτη δεν θα το ήθελε διότι έχει ήδη κάνει τις προετοιμασίες που απαιτούνται. Η απόφαση για αλλαγή στη σειρά των προεδριών λαμβάνεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με ενισχυμένη πλειοψηφία.
Ενδοθεσμική σύγκρουση
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. Στην τρέχουσα συγκυρία πάντως το βρετανικό δημοψήφισμα έχει προκαλέσει και ενδοθεσμική σύγκρουση στην ΕΕ μεταξύ Επιτροπής και Συμβουλίου. Ο λόγος είναι ποιος θα αναλάβει να ηγηθεί της διαπραγμάτευσης με το Λονδίνο. Οι νομικές υπηρεσίες των δύο θεσμών ερμηνεύουν τις συνθήκες διαφορετικά. Η Επιτροπή θεωρεί ότι έχει προβάδισμα επειδή η Βρετανία θα είναι πλέον «τρίτη χώρα», το Συμβούλιο κρίνει ότι από τη στιγμή που η Βρετανία δεν θα έχει ακόμη αποχωρήσει από την ΕΕ εν μέσω διαπραγματεύσεων, το ίδιο πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο. Λογικά θα βρεθεί ένας «υβριδικός συμβιβασμός», αν και οι κακές γλώσσες στις Βρυξέλλες λένε ότι ο προσωπάρχης του κ. Γιούνκερ, ο «πολύς» Μάρτιν Σελμάγερ, θέλει τον ρόλο του «αρχιδιαπραγματευτή», αλλά το Συμβούλιο σε μια κίνηση unfair όρισε ήδη από την πλευρά του τον πρώην προσωπάρχη του Χέρμαν βαν Ρομπάι, τον Βέλγο Didier Seeuws.
Οι αντικρουόμενες στρατηγικές
Τα πράγματα όμως είναι πολύ πιο περίπλοκα. Ανάμεσα στις χώρες υπάρχουν πολλές ακτικρουόμενες απόψεις και στρατηγικές, τόσο πολιτικές όσο και γεωγραφικές. Επιπλέον, έχουν αναπτυχθεί τριβές μεταξύ κάποιων κρατών και των θεσμών της ΕΕ, αλλά και μεταξύ των ίδιων των θεσμών. Μία μακρόχρονη και επίπονη διαπραγμάτευση για το Brexit μπορεί να δηλητηριάσει το κλίμα, ενώ η ΕΕ πλησιάζει στη συμπλήρωση 60 ετών από την ίδρυσή της, το 2017.Η Ανγκελα Μέρκελ θεωρεί ότι μείζονες πρωτοβουλίες προς στενότερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν θα βοηθήσουν. Κοινοτικές πηγές εκτιμούν ότι κατά βάθος δεν επιθυμεί διόλου την αποχώρηση της Βρετανίας, που θεωρούσε σύμμαχο σε διάφορες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Δεν θέλει να τιμωρήσει το Λονδίνο, χωρίς να σημαίνει ότι θα προβεί σε αχρείαστες παραχωρήσεις. Αυτό που πρωτίστως την ενδιαφέρει όμως είναι να περιοριστεί η οικονομική ζημιά από ένα Brexit, με τους γερμανούς βιομηχάνους ήδη να πιέζουν ώστε να μην αποκλειστεί η Βρετανία από την ενιαία αγορά.
Στο πίσω μέρος του μυαλού της η Μέρκελ ελπίζει οι Βρετανοί να αλλάξουν γνώμη. Το τι σκέφτεται το… πίσω μέρος του μυαλού της καγκελαρίου ανέλαβε να ερμηνεύσει ο προσωπάρχης της Πέτερ Αλτμάιερ: «Το Λονδίνο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ξανασκεφτεί τις συνέπειες μιας εξόδου».
Κρυφή ελπίδα η Μέι
Το Βερολίνο και άλλες πρωτεύουσες διατηρούν επίσης την κρυφή επιθυμία μήπως την ύστατη ώρα οι Βρετανοί μεταβάλλουν άποψη –ιδιαίτερα εφόσον εκλεγεί στην πρωθυπουργία η Τερέζα Μέι. Ωστόσο, το σενάριο αυτό μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο, ακόμη και αν εκλεγεί η Μέι που θεωρείται φαβορί. Η ίδια μάλιστα, στη δήλωση με την οποία ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της, είπε ότι το Brexit είναι γεγονός και δεν μπορεί να ανακληθεί. Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία…
Η Γερμανία αλλά και η Γαλλία θεωρούν ότι απαιτούνται πολιτικές αποφάσεις σε σειρά θεμάτων, όπως η ασφάλεια, η μετανάστευση, η ανεργία των νέων. Αν όμως η Μέρκελ κινείται ρεαλιστικά, ο Φρανσουά Ολάντ θα ήθελε κάτι πιο οραματικό ώστε να ανεβάσει τις μετοχές του εν όψει των εκλογών του 2017. Δεν μπορεί να επιτρέψει στη Μαρίν Λεπέν να τον σφυροκοπά με το αίτημα για Frexit. Εγκυρες πηγές από ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ισχυρίζονται ότι ο γάλλος πρόεδρος θα ανακοινώσει κάποια πρωτοβουλία προσεχώς. Οι προθέσεις του Παρισιού είναι σαφείς και κατεγράφησαν στο κοινό έγγραφο του υπουργού Εξωτερικών Ζαν-Μαρκ Ερό και του γερμανού ομολόγου του Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ για στενότερη πολιτική ένωση και εμβάθυνση της ευρωζώνης. Ωστόσο το έγγραφο αυτό, που συζητήθηκε και στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των έξι ιδρυτικών μελών της ΕΕ πριν από μία εβδομάδα, δεν χαροποίησε ιδιαίτερα τη Μέρκελ, από τη στιγμή μάλιστα που απηχεί κυρίως τις απόψεις των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών. Κινείται επί της διαχωριστικής γραμμής Δεξιάς και Αριστεράς στην ΕΕ, σε μια περίοδο όμως που και οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές δεν είναι όλοι στην ίδια γραμμή. Ισως αυτό να ισχύει για τους γάλλους και τους γερμανούς Σοσιαλιστές, όχι όμως και για τον Ματέο Ρέντσι, που θεωρεί εαυτόν ξεχωριστή περίπτωση. Επιπλέον, μετά και την επικράτηση του Μαριάνο Ραχόι στην Ισπανία, δεν υπάρχει κάποιο συμπαγές μέτωπο του Νότου.
Οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι ανησυχούν καταρχήν μήπως χτυπηθούν από τις αγορές, το ίδιο και οι Ολλανδοί ή οι Ιρλανδοί. Η πολιτική ένωση μπορεί λοιπόν να περιμένει. Στους Σοσιαλιστές ανήκει και ο πρόεδρος του Eurogroup
Γερούν Ντάισελμπλουμ, αλλά όπως δήλωσε μιλώντας σε έλληνες δημοσιογράφους στη Χάγη, η ευρωζώνη πρέπει να ασχοληθεί με θέματα που ήδη υπάρχουν στο τραπέζι προτού ανοίξει άλλη ατζέντα.
Ευρωατλαντικές σχέσεις
Τι φοβούνται οι Αμερικανοί
Μπορεί στις δημόσιες δηλώσεις τους να είναι πολύ προσεκτικοί , αλλά στην πραγματικότητα οι Αμερικανοί έχουν ανησυχήσει πάρα πολύ από το αρνητικό αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος.
Το Brexit μπορεί να επηρεάσει δραματικά την «ειδική σχέση» Ουάσιγκτον – Λονδίνου, καθώς η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση στερεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες τον σημαντικότερο ευρωπαίο εταίρο τους. Οι δύο χώρες έχουν κοινό τρόπο αντίληψης στα θέματα ασφαλείας, συλλογής και αξιοποίησης πληροφοριών, αλλά και σε εμπορικά ζητήματα. Η σημερινή κατάσταση επομένως θα μεταβληθεί άρδην με την έξοδο της Βρετανίας.
Για τον σκοπό αυτόν η αμερικανική κυβέρνηση έχει ταχθεί σε συνομιλίες με τους υπόλοιπους ευρωπαίους εταίρους της, κορυφαίος εκ των οποίων είναι το Βερολίνο, υπέρ μιας προσεκτικής και όχι βιαστικής διαδικασίας διαζυγίου ΕΕ – Βρετανίας. Σκοπός είναι να αποφευχθούν απρόβλεπτες αναταράξεις τόσο σε θέματα ασφαλείας (ιδιαίτερα στο ΝΑΤΟ) όσο επίσης στις διαπραγματεύσεις για τη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (ΤΤΙΡ) και στην αντιτρομοκρατική συνεργασία.
Η κυβέρνηση Ομπάμα θα ήθελε το ευρωβρετανικό διαζύγιο να λάβει χώρα το φθινόπωρο, ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί την κατάσταση εν όψει και της εκλογής νέου προέδρου στις ΗΠΑ. Και παράλληλα αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι θα συμβουλεύσουν τους Ευρωπαίους να χαλαρώσουν ή να μην πιέσουν περαιτέρω για νέες πολιτικές λιτότητας ώστε να μην εκμεταλλευθούν άλλες λαϊκιστικές δυνάμεις πιθανή λαϊκή δυσαρέσκεια για να εκβιάσουν δημοψηφίσματα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν και άλλες ρωγμές στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Σύμφωνα με πηγές από την Ουάσιγκτον, η ελπίδα που υπήρχε στην αμερικανική πρωτεύουσα ήταν ότι, έστω και την ύστατη ώρα, οι δημοσκοπήσεις περί επικράτησης του Brexit δεν θα επιβεβαιώνονταν. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπήρξε κάποια ουσιαστική προετοιμασία για την επόμενη ημέρα –κάτι που παραδέχθηκε ο ίδιος ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι.
Στη συνέχεια επεχείρησε να ηρεμήσει τα πνεύματα. Οπως είπε, το κρισιμότερο βήμα είναι «να συνεργαστούμε διασφαλίζοντας, όσο περισσότερο μπορούμε, τη συνέχεια, τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα». Οι Αμερικανοί αναμένεται να πουν στους Βρετανούς ότι σε μια εποχή μεγάλων γεωπολιτικών προκλήσεων θα πρέπει να ενισχύσουν τη συμμετοχή τους στο ΝΑΤΟ. Το κρίσιμο ερώτημα κατά πολλούς είναι ποια χώρα θα μπορούσε να αντικαταστήσει, κατά κάποιον τρόπο, τη Βρετανία σε αυτή την εξίσωση. Πολλοί μιλούν για διαμόρφωση μιας «ειδικής σχέσης» Ουάσιγκτον – Βερολίνου. Ωστόσο, δεν είναι σαφές ότι η Γερμανία είναι διατεθειμένη να αναλάβει μόνη της αυτόν τον ρόλο, παρά τις ενδείξεις που εμφανίστηκαν την τελευταία διετία. Και αυτό για δύο λόγους.
Ο πρώτος είναι η γενικότερη αμφιθυμία των Γερμανών για τέτοιες περιπέτειες λόγω του ιστορικού βάρους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο δεύτερος είναι ότι η Γερμανία δεν θέλει να προκαλέσει ξανά αντιδράσεις, όπως αυτές που προκλήθηκαν από τη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη, και προτιμά να λειτουργεί συνεργατικά, κυρίως μαζί με τη Γαλλία.
Παράλληλα, αρκετοί στην Ουάσιγκτον εκφράζουν αμφιβολίες για το αν οι Γερμανοί είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν σκληρή στάση σε ζητήματα όπως π.χ. η Ρωσία, όπου ορισμένες δηλώσεις όπως οι πρόσφατες του γερμανού υπουργού Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ περί «πολεμοχαρών» νατοϊκών ασκήσεων στην Ανατολική Ευρώπη δεν ήχησαν καλά πέραν του Ατλαντικού. Και ας μην ξεχνάμε ότι η συνεργασία σε θέματα πληροφοριών δεν είναι η καλύτερη δυνατή.
Η Βρετανία υπήρξε πρωτοπόρος στην προώθηση μιας πανευρωπαϊκής συνεργασίας ώστε να αναβαθμιστεί η Europol σε ένα είδος ευρωπαϊκής CIA ή ευρωπαϊκού FBI. Αυτές οι ιδέες επανήλθαν στο τραπέζι μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες. Αν όμως λόγω Brexit οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες αποχωρήσουν από τη Europol, ένα τέτοιο σχήμα θα είναι λειψό.
ΑΣΤΑΘΕΙΑ
Απρόβλεπτος παράγοντας αστάθειας μπορεί να αποδειχθεί η στάση των «4» του Βίζεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία). Στην άτυπη συνάντηση των «27» την Τετάρτη εμφανίστηκαν πολύ σκληροί και ζήτησαν αλλαγές στις εξουσίες που ασκούν οι θεσμοί της ΕΕ. Η Ουγγαρία και η Πολωνία βρίσκονται άλλωστε σε σύγκρουση με την Κομισιόν, η πρώτη λόγω Προσφυγικού, με τον πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν να έχει προκηρύξει δημοψήφισμα για τις ποσοστώσεις στην επανεγκατάσταση προσφύγων, και η δεύτερη λόγω των ενστάσεων των Βρυξελλών για μια σειρά θεμάτων που έχει ανοίξει η νέα δεξιά κυβέρνηση της χώρας και τα οποία άπτονται του κράτους δικαίου. Οι χώρες αυτές, σταθερά φιλοαμερικανικές, διατηρούσαν στενούς δεσμούς με το Λονδίνο και πλέον θέλουν να αποτρέψουν κινήσεις προς στενότερη ένωση ή Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ