Της Ξένιας στον Κωστή. Της Καλογεροπούλου στον Σκαλιόρα. Που συμβίωσαν με αδιάπτωτη αγάπη τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια. «Το Γράμμα στον Κωστή», γενναιόδωρο σε έκταση και συναρπαστικό στη σύνταξή του, παρουσιάστηκε και σχολιάστηκε την περασμένη Δευτέρα μπροστά σε πυκνό και πρόθυμο ακροατήριο, από γνωστούς και φίλους. Η δική μου συμβολή, παρεπόμενη πρώιμης και ένθερμης ανάγνωσης, αποστάζεται στο σημερινό μονοτονικό. Προηγούνται, με οριακή συντομία, κάποιες ανυπόκριτες αρετές του βιβλίου, και έπονται πέντε σύντομα αποσπάσματα.
Προέχει η αυθορμησία της ρέουσας αφήγησης, που υποβάλλει την αίσθηση προφορικού λόγου, ο οποίος αποτυπώνεται χωρίς να χάνει την ακροαματική του ενάργεια. Δεύτερη αφηγηματική αρετή: «Το γράμμα στον Κωστή» ενσωματώνει στον ευθύ λόγο της Ξένιας έναν πλάγιο λόγο του Κωστή. Που πάει να πει: η Ξένια γράφει στον Κωστή, και ο Κωστής γράφει στην Ξένια, συστήνοντας έτσι έναν αμοιβαίο διάλογο. Παρεπόμενο της διπλής αυτής γραφής είναι ο συνδυασμός αμοιβαίας βιογραφίας και αυτοβιογραφίας σε άνισα μερίδια: περισσεύει, χωρίς να ενοχλεί, η αυτοβιογραφία, που ορίζει τον συμπληρωματικό κύκλο της αφήγησης.
Από την οποία, εξάλλου, απουσιάζει κάθε ίχνος υποκείμενης ενοχής, μολονότι υποβαστάζει εξ ορισμού ένα οδυνηρό πένθος. Απόδειξη η παρουσία του έρωτα, και μάλιστα εις διπλούν: ανυποχώρητη η ώριμη αγάπη της Ξένιας στον Κωστή, δεν εξαφανίζει τον νεανικό της έρωτα με τον Γιάννη Φέρτη, για τον οποίο συχνά-πυκνά γίνεται λόγος στη ροή της αφήγησης χωρίς σεμνότυφες αναστολές.
Σταθερή αρετή της αφήγησης η αμοιβαία προσήλωση Ξένιας και Κωστή στο θέατρο και στο σινεμά. Αμεση στην περίπτωση της Ξένιας, έμμεση στην πλευρά του Κωστή. Εκείνος μεταφράζει άψογα κορυφαία θεατρικά έργα και ασκεί υποδειγματικά θεατρική και κινηματογραφική κριτική. Η Ξένια κάνει σινεμά και θέατρο με τα όλα της. Σπουδασμένη στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου, μιλώντας άνετα αγγλικά, γαλλικά και ρωσικά (η μάνα της ήταν Ρωσίδα), εγκαινιάζει την καριέρα της ως ηθοποιού στην Ελλάδα το 1958. Στο ντόπιο εξάλλου σινεμά υπήρξε περιζήτητη και πασίγνωστη.
Συγχρόνως γράφει, μεταφράζει και διασκευάζει θεατρικά έργα, κυρίως για παιδιά. Τα παιδιά, εξάλλου, ήταν και παραμένουν ο μεγάλος καημός της, στη ζωή και στη σκηνή. Στήνει για χάρη τους τη «Μικρή Πόρτα», στο πλαίσιο της ευρύχωρης «Πόρτας», επιστρατεύοντας δόκιμους σκηνοθέτες, ηθοποιούς, σκηνογράφους και μουσικούς, με τη συμπαράσταση πάντα του Κωστή.
Σταματώ εδώ και προχωρώ στα πέντε ενδεικτικά αποκόμματα του βιβλίου. Τα δύο μοιράζουν ισότιμα το χιούμορ.

Με το πρώτο ανοίγει η Ξένια το «Γράμμα στον Κωστή»: «Κάποτε, όταν με ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι αν φοβάμαι τον θάνατο, για να αποφύγω τη σοβαρότητα του ερωτήματος, τους απαντούσα αυτό που έλεγε ο Μπουνουέλ: αν μπορούσα πού και πού να βγαίνω από τον τάφο μου, για να πεταχτώ στο περίπτερο να πάρω μια εφημερίδα και να δω τι έγινε μετά, δεν θα με πείραζε και τόσο».

Το δεύτερο αφορά στον Κωστή, ενταγμένο κι αυτό στις αναμνήσεις της Ξένιας: «Καθόμασταν με τον Θωμά και φτιάχναμε κάτι τραγουδάκια για μια παιδική παράσταση. Ξαφνικά ήρθες εσύ και μου είπες: »έχω καρκίνο». Και μετά από λίγο πρόσθεσες: κοίτα σύμπτωση. Στο αυτοκίνητο που ερχόμουν άκουγα ένα τραγούδι που έλεγε: ένα ποτήρι θάνατο θα πιω».

Το τρίτο απόσπασμα έχει μια γεύση απερίγραπτης συζυγικής τρυφερότητας, στο όριο της αναπόφευκτης αναχώρησης του Κωστή: «Ησουν πια καιρό στο νοσοκομείο, κι όπως σε κοίταζα, λαχτάρησα τον καιρό που ξαπλώναμε μαζί. Το κρεβάτι ήταν στενό, αλλά εσύ ήσουν τόσο αδύνατος, που πια δεν έπιανες πολύ χώρο. Σ’ έσπρωξα λίγο και στριμώχτηκα δίπλα σου για μια στιγμή. Κι εσύ, σαν να θυμήθηκες κάτι, έψαξες το στόμα μου να το φιλήσεις».
Το τέταρτο αντιγράφει ένα μελαγχολικό παράθεμα: «Βρήκα σε ένα τετράδιό σου μια σημείωση που πολύ ταιριάζει στα γεράματα. Τη μεταφράζω: Περνάμε ολόκληρη τη ζωή μας ταλαντευόμενοι ανάμεσα στο κυνήγι της ευτυχίας, την κωμωδία της ελπίδας και την ψευδαίσθηση της αιωνιότητας. Και να που ξαφνικά καταφέρνουμε να βολευτούμε μέσα στην αβεβαιότητα, έχοντας πεισθεί ότι το να επιζείς είναι κι αυτό να ζεις (Jean Daniel)».
Το πέμπτο δεν το αλλάζω με τίποτα: «Μια μέρα στο νοσοκομείο σού διαβάσαμε με τον γιο σου ένα παλιό σου ποίημα. Σου άρεσε το τετράστιχο που επανέρχεται σε κάθε στροφή: Στάζει η βρύση / δίχως βιάση / η ζωή μου / θα περάσει. Δεν ήξερες ότι εσύ το είχες γράψει, αλλά σου άρεσε, σου έκανε καλό να το λες και να το ξαναλές».
Το μονότονο αυτό αφιερώνεται στη μνήμη του αλησμόνητου Κωστή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ