Το πολύ περίεργο είναι ότι ο Έλληνας ψηφοφόρος τις τελευταίες δυο εκλογικές αναμετρήσεις υπερψήφισε κόμματα, με αντιμνημονιακά προγράμματα, τη ΝΔ κατά την πρώτη το 2012 και κατά την πρόσφατη τον ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ νωρίς ο πρωθυπουργός της τότε κυβέρνησης ΝΔ,ΠΑΣΟΚ,ΔΗΜΑΡ, αναγνώρισε ότι ήταν πολιτικό λάθος η εμμονή στο αντιμνημονιακό του πρόγραμμα και κυβέρνησε όσο κυβέρνησε εφαρμόζοντας το μνημόνιο.
Κατά την πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ,ΑΝΕΛ, με τη μονομερή λεκτική της κατάργηση του μνημονίου , διαπραγματεύεται, επί πέντε μήνες, με τους εκπροσώπους των θεσμών. Οι διαπραγματεύσεις ελπίζουμε βρίσκονται προς το τέλος τους. Ο Πρωθυπουργός αναγνωρίζει πλέον ότι η οικονομία απαιτεί την άμεση συνέχιση της χρηματοδότησης από τους θεσμούς και ελπίζουμε να κωφεύσει στις εσωκομματικές σειρήνες για στάση πληρωμών και έξοδο από το Ευρώ και να υπογράψει τη νέα συμφωνία, η οποία φυσικά θα συνδέεται με την επιβολή άμεσων και δυσβάστακτων δημοσιονομικών μέτρων.
Η περίεργη εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων με αντίθετες κομματικές αντιλήψεις οδηγεί στο επιτακτικό ερώτημα : «Ξέρουν άραγε οι Έλληνες ψηφοφόροι τι είναι το μνημόνιο και γιατί το πολεμούν»; Μια εύκολη απάντηση που τεχνηέντως πλανάται στην πολιτική ατμόσφαιρα της χώρας συνοψίζεται: «για να καταπολεμηθεί η ανεργία, να επανέλθουν οι μισθοί και οι συντάξεις στα προ της κρίσης επίπεδα, να δημιουργηθεί ένα κλίμα εσωτερικής ασφάλειας και εμπιστοσύνης, να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την υλοποίηση επενδυτικών πρωτοβουλιών από ντόπιους και κυρίως ξένους επενδυτές…..». Όμως, όλα αυτά, είναι δυνατόν να γίνουν με την κατάργηση του μνημονίου, δηλαδή την κατάργηση της «Σύμβασης Δανειακής Διευκόλυνσης της Ελλάδας (μνημόνιο)», μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ, της μόνης δυνατής πηγής χρηματοδότησης της χώρας; Ίσως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι δεν έχουμε δικές μας πηγές χρηματοδότησης της οικονομίας μας η οποία συντηρείται με εξωτερικό δανεισμό. Τα πιο κάτω στοιχεία απλά επιβεβαιώνουν το γεγονός.
Το 2009 το χρέος του κράτους ήταν 298δις ευρώ, ή το 126% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) και το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας , όπως είχε αναθεωρηθεί τότε από την Eurostat (η επίσημη στατιστική αρχή των χωρών της Ευρωζώνης), ήταν 36.1δις ευρώ ή το 15.4% του ΑΕΠ, (αποδεκτό όριο ελλείμματος για τις χώρες της Ευρωζώνης μέχρι 3% του ΑΕΠ). Το δημόσιο χρέος είναι η βαριά κληρονομιά που ταλανίζει όλες τις, από καταβολής της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κυβερνήσεις. Τα έσοδα των κρατικών προϋπολογισμών είναι μεγαλύτερα των δαπανών και ισοσκελίζονται με εξωτερικό δανεισμό.
Δυστυχώς η χρηστή διαχείριση των οικονομικών πόρων του κράτους και των δανείων για την πρόοδο και την ευημερία των πολιτών,συνήθως, ξεφεύγουν από τις προτεραιότητες των Κυβερνήσεων. Αυτή τη φορά, η χώρα βρέθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η χρηματοδότηση από την εγχώρια και τις διεθνείς αγορές ήταν αδύνατη πλέον. Η ΕΕ βρέθηκε ανέτοιμη και χωρίς τεχνογνωσία αντιμετώπισης κρίσιμων δημοσιονομικών προβλημάτων χωρών μελών της. Με τη συνδρομή του ΔΝΤ εμπλέκεται ενεργά μαζί με την τότε Ελληνική Κυβέρνηση σε αλλεπάλληλες συζητήσεις, διαβουλεύσεις και αναλύσεις σε βάθος των οικονομικών μεγεθών της χώρας. Τον Μάιο 2010, για την αποτροπή της πτώχευσης του κράτους, υπογράφηκαν δυο δανειακές συμβάσεις ύψους 110διςευρώ (ποσό 80δις με την ΕΕ, 8/5/2010 και 30δις με το ΔΝΤ,10/5/2010). Ακολούθησε και νέο δάνειο ύψους 158δις ευρώ (Σύνοδος κορυφής ΕΕ 21/7/2011). Οι δανειακές συμβάσεις συνδέονται άρρηκτα με τρία κείμενα:
1o το Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, με κατευθύνσεις πολιτικής, 2ο το Μνημόνιο Συνεννόησης για τις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής και 3ο το Τεχνικό Μνημόνιο Συνεννόησης, που αποτελεί συμπλήρωμα του 2ου .
Τα 2ο και 3ο μνημόνια περιλαμβάνουν συγκεκριμένες ενέργειες σε τρεις κατευθύνσεις , τη δημοσιονομική εξυγίανση, τη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Θέτουν χρονοδιαγράμματα επίτευξης των επί μέρους δράσεων που παρακολουθούνται και αξιολογούνται από κλιμάκια της ΕΕ, του ΔΝΤ, της ΕΚΤ (μηχανισμός στήριξης, ή θεσμοί, ή τρόικα). Οι εκθέσεις των κλιμακίων αυτών αποτελούν και κριτήριο για τις εκταμιεύσεις των δόσεων των δανείων .
Οι γενικές προϋποθέσεις υλοποίησης των συμβάσεων χρηματοδότησης μπορούν να συνοψισθούν στα εξής :
1ο. Η χώρα βρίσκεται σε επιτήρηση. Η θεσμοί (Τρόικα) περιοδικά, σε συνεργασία με τις Ελληνικές αρχές αξιολογούν την εφαρμογή των όρων των δανειακών συμβάσεων. Επιχειρώντας ένα αυθαίρετο εκλαϊκευτικό διαχωρισμό των ενεργειών που υπαγορεύονται από τα 2ο και 3ο μνημόνιο, ορίζω ως:
2ο πρώτη ομάδα όρων των δανειακών συμβάσεων (μνημονίου), την επιβολή αυστηρών δημοσιονομικών μέτρων , για την τόνωση της ρευστότητας της οικονομίας και τον περιορισμό των κρατικών δαπανών. Αυτή η συστάδα των μέτρων είχε άμεση επίπτωση στα εισοδήματα των πολιτών και κυρίως της μέσης και κατώτερης τάξης. Άρα οι Έλληνες και κυρίως οι μισθωτοί και συνταξιούχοι έχουν ανταποκριθεί πλήρως και αγόγγυστα στις υποχρεώσεις τους για την αντιμετώπιση της κρίσης.
3ο. δεύτερη ομάδα των όρων του μνημονίου, τα μέτρα της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού τομέα και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του κράτους που πρέπει να υλοποιηθούν από την Ελληνική Κυβέρνηση ώστε ο εκσυγχρονισμός του κράτους , η καταπολέμηση της διαφθοράς, του παρακράτους και της φοροδιαφυγής να οδηγήσει στο ξεπέρασμα της κρίσης, στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και στην καταπολέμηση της ανεργίας. Αυτή η ομάδα των μέτρων αποτελεί αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης και του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
4ο. Μια προσεκτική ματιά στη διαχείριση της κρίσης από τις Ελληνικές κυβερνήσεις που την υπηρετούν ,μέχρι σήμερα, δείχνει ότι η δεύτερη ομάδα των όρων του μνημονίου δεν έχει επιτευχθεί ακόμη. Ο λόγος είναι ότι η επίλυση των κρίσιμων και επιτακτικών προβλημάτων ανασυγκρότησης της δημόσιας διοίκησης και η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και την έξοδο της χώρας από την κρίση προϋποθέτουν , λόγω της σοβαρότητάς τους, τη συναίνεση όλων των κομμάτων της βουλής, η οποία δεν υπάρχει. Αντίθετα το κάθε κόμμα ενεργεί, εκμεταλλευόμενο την κρίση, για το στενό κομματικό του συμφέρον και την πολιτική εξαφάνιση του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος ή των σχετικών κομματικών συνασπισμών.
5ο. Οι δανειστές , οι θεσμοί ,η τρόικα κατά τις διαπραγματεύσεις, μέχρι σήμερα, προκειμένου να εκταμιεύσουν τις δόσεις των δανείων δέχονται , κατόπιν σκληρών διαπραγματεύσεων, «ισοδύναμα μέτρα». Δυστυχώς τα « ισοδύναμα μέτρα» περιλαμβάνουν πάντοτε επιπρόσθετα και εξαντλητικά μέτρα σε βάρος συνήθως του συνεπή έλληνα φορολογούμενου. Είναι δε απόρροια της αδυναμίας της κυβέρνησης, να ανταποκριθεί ,στην αποκλειστικής της ευθύνης, δεύτερη ομάδα των δανειακών της υποχρεώσεων. Όμως τα συνεχώς νέα και εξαντλητικά δημοσιονομικά μέτρα, οδηγούν την οικονομία στα όρια αντοχής της. Η μεσαία και κατώτερη εισοδηματική τάξη βιώνει τη δραματική μείωση των εισοδημάτων της, η φτώχια εξαπλώνεται, οι οριακές επιχειρήσεις, που είναι πολλές, κλείνουν, η ανεργία διατηρείται σε καταστροφικά επίπεδα, η ύφεση καραδοκεί. Οι δανειστές παραδέχονται , κατά καιρούς, ότι τα δημοσιονομικά μέτρα είναι μεν άδικα, αλλά, αφού δεν προχωρούν οι διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι άλλες δανειακές υποχρεώσεις της χώρας, απλώς νοιάζονται για την αποπληρωμή των δανείων τους.
Περιδιαβαίνοντας τις 88σελίδες του Μνημονίου Συνεννόησης στις Συγκεκριμένες Προϋποθέσεις Οικονομικής Πολιτικής , ο απλός πολίτης παρατηρεί τη λεπτομερή καταγραφή των ενεργειών, για τη δημοσιονομική εξυγίανση, για τη ρύθμιση του χρηματοδοτικού τομέα και για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Με άλλα λόγια το μνημόνιο αυτό, από μόνο του, αποτελεί ένα πλήρες κυβερνητικό πρόγραμμα, πλην όμως καμιά Κυβέρνηση , μετά τη μεταπολίτευση δεν τόλμησε να το παρουσιάσει στον Ελληνικό λαό , φοβούμενη το πολιτικό κόστος. Ένα τέτοιο κυβερνητικό πρόγραμμα μόνο με την καθολική συναίνεση όλων των κομμάτων του κοινοβουλίου είναι δυνατό να υλοποιηθεί δια την «εκ βάθρων» αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης και την αναπτυξιακή πορεία της χώρας . Επιγραμματικά σημειώνω παρακάτω μερικές από τις σημαντικότερες συμβατικές υποχρεώσεις της Κυβέρνησης προς στους δανειστές της, για μια ελάχιστη ενημέρωση του αναγνώστη.
1.Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με δημοσιονομικό ενδιαφέρον.
Μεταρρύθμιση της φορολογικής πολιτικής, υιοθέτηση μέχρι Δεκ12, εφαρμογή 2013
Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και καταπολέμηση της διαφθοράς και νέος κώδικας φορολογικών στοιχείων έως 2013
Είσπραξη φορολογικών εσόδων, εκσυγχρονισμός διαδικασίας επίλυσης φορολογικών διαφορών
Αποκρατικοποιήσεις των δημόσιων επιχειρήσεων για τη μείωση της σπατάλης του κράτους ώθηση στην αποτελεσματικότητα στην οικονομία και μείωση του δημόσιου χρέους.
Αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης για πιο αποδοτική και αποτελεσματική λειτουργία.
Θεσμικές μεταρρυθμίσεις . Αξιολόγηση όλων των Υπουργείων, μέχρι το Δεκ2012 και του προσωπικού των Υπουργείων μέχρι το Δεκ2013.
Αξιολόγηση όλων των δημόσιων οργανισμών, μέχρι Φεβ2013. Σχέδιο κινητικότητας και διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, μέχρι το 2015 μείωση του εργατικού δυναμικού του δημόσιου τομέα κατά 150000 για να φθάσει το σύνολο του εργατικού δυναμικού του δημοσίου στα επίπεδα του 2010! ( οι επίορκοι δημόσιοι λειτουργοί επί τριετία και πλέ3ον παραμένουν ατιμώρητοι).
Χάραξη νέας στρατηγικής διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων , σύγχρονο σύστημα προσλήψεων με αντικειμενικά κριτήρια, θεσμικό πλαίσιο νέα στρατηγικής αξιολόγησης της ικανότητας των ανωτέρων και ανωτάτων διοικητικών στελεχών. Αποφυγή σπατάλης και ποιοτική ενίσχυση διοίκησης και διαχείρισης των δημόσιων προμηθειών . Δημιουργία ανεξάρτητης αρχής δημόσιων συμβάσεων, έως το2012. Κεντρικός φορέας αγορών (προμήθειες υγείας, άμυνας, ασφάλειας, έως Δεκ2012). Ολοκλήρωση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος.
Αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης κατά 2 χρόνια από 1/1/13, (οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις διενεργούνται κανονικά μέχρι σήμερα.
Εντοπισμός των Ταμείων που καταβάλλουν «εφάπαξ» που βρίσκονται σε αναντιστοιχία με τις καταβληθείσες εισφορές.
Εκσυγχρονισμός του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης.Έλεγχος φαρμακευτικής δαπάνης.
2. Σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών . Από τις λίγες ενέργειες που στέφθηκαν με επιτυχία και αντέχουν στις σημερινές χρηματοπιστωτικές αντιξοότητες που δημιουργούνται από τις πολύμηνες διαπραγματεύσεις της σημερινής κυβέρνησης
3. Ενδυνάμωση των θεσμών της αγοράς εργασίας και προώθηση της απασχόλησης. Καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας, μέχρι το πρώτο τρίμηνο 2013. Μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας, μέχρι Μαρ2013. Μεταρρύθμιση του συστήματος καθορισμού μισθού, μέχρι Μαρ2013.
4.Δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για τη βελτίωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και του αναπτυξιακού προγραμματισμού της ανάπτυξης. Προώθηση ενός αποτελεσματικού και ανταγωνιστικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Αδειοδοτήσεις (λειτουργίας επιχειρήσεων, πολεοδομικές, αρχαιολογικές κλπ).
Απλοποίηση διαδικασιών εισαγωγών- εξαγωγών. Ενίσχυση ανταγωνισμού. Μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος για την υποστήριξη της οικονομικής δραστηριότητας .
Μείωση εκκρεμών φορολογικών και μη υποθέσεων.
Με μια ενδελεχέστερη ενημέρωση από την πολιτεία, ο πολίτης θα διαπιστώσει ότι δε είναι υπεύθυνο το μνημόνιο για τη χειροτέρευση της κρίσης στη χώρα μας. Πιθανό το μνημόνιο να περιλαμβάνει και κάποιες υπερβολές προκειμένου να εξασφαλιστεί η επιστροφή των δανείων προς τους δανειστές μας. Όμως υλοποιώντας η κυβέρνηση τις σημαντικότερες των δανειακών της υποχρεώσεων , όπως την καταπολέμηση της διαφθοράς, του παρακράτους της φοροδιαφυγής, την αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης. τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και η διακυβέρνηση της χώρας «δια του παραδείγματος», ενέργειες που είχαν εντοπισθεί από το 2010, σαφέστατα η χώρα θα μπορούσε να διαπραγματευθεί από καλύτερη θέση την διόρθωση τυχόν υπερβολών του μνημονίου, αλλά και την έξοδο μας απ΄αυτό.
Αναφέρθηκα στα παραπάνω για μια πολιτική ενημέρωση από τη σκοπιά ενός απλού πολίτη, γιατί οι πρόσφατες συγκεντρώσεις και αντισυγκεντρώσεις για «μέσα στο ευρώ» ή «εκτός του ευρώ», δημιουργούν εικόνα διχασμού και πολιτικής έντασης. Ένα στραβοπάτημα εξόδου από το ευρώ θα φέρει στην χώρα μια νέα κατοχή, σε μη εμπόλεμη μάλιστα εποχή, που θα είναι χειρότερη από εκείνη του 1940 και θα πλήξει πάλι το λαό και όχι το κεφάλαιο.