Οι σχέσεις Εκκλησίας και κράτους είχαν πάντα στην Ελλάδα μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όπου είχε κυριαρχήσει η σχισματική Καθολική Εκκλησία ή η αίρεση των Διαμαρτυρομένων. Οι λόγοι είναι ιστορικοί. Στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, Αυτοκράτωρ και Πατριάρχης συμβόλιζαν την ταύτιση πολιτικής εξουσίας και θρησκευτικής κυριαρχίας. Στη Δύση ο χριστιανισμός προχωρούσε βαθμιαία καταλαμβάνοντας το ένα μετά το άλλο τα φέουδα, ενώ παράλληλα θρησκευτικοί αξιωματούχοι έλεγχαν αμυντικές υποδομές και κατεύθυναν στρατεύματα.
Πολλές φορές αυτοί οι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι της Εκκλησίας ή του βασιλείου διεξήγαγαν εχθροπραξίες ο ένας εναντίον του άλλου ή βρίσκονταν σε μακροχρόνια εμπόλεμη κατάσταση. Η ενοποίηση των δυτικών χωρών της Ευρώπης συχνά προχωρούσε έπειτα από νικηφόρο αγώνα εναντίον των στρατευμάτων του Πάπα ή των συμμάχων του.
Επειδή οι συνεχώς διογκούμενες στρατιωτικές δαπάνες απαιτούσαν έκτακτα έσοδα, οι τοπικοί θρησκευτικοί αξιωματούχοι και καμιά φορά το ίδιο το Βατικανό δημιουργούσαν ή συνέλεγαν, με σκοπό να τα εμπορευθεί, λείψανα αγίων, οσίων και μαρτύρων. Αυτή η διαδικασία τροφοδότησε σε μεγάλο βαθμό τη δυσαρέσκεια που οδήγησε τις πιο αναπτυγμένες περιοχές της Ευρώπης στη θρησκευτική μεταρρύθμιση. Με σπάνιες εξαιρέσεις, κάτι αντίστοιχο δεν φαίνεται να υπήρχε στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι ανάγκες ήταν διαφορετικές και ο καισαροπαπισμός καταδικαστέα παρέκκλιση. Τα λείψανα και η κυκλοφορία τους απέφεραν βέβαια εισοδήματα, αλλά μόνο ευκαιριακά, όταν συνδυάζονταν με ρεύματα προσκυνητών, τοπικές εμποροπανηγύρεις και εφευρετικές εφαρμογές. Είναι λοιπόν λάθος και συνιστά τουλάχιστον υπερβολή να κατηγορεί κάποιος την Ορθόδοξη Εκκλησία για εμπόριο λειψάνων. Οι ημιμαθείς (για να μην πω οι αναλφάβητοι) ηγετίσκοι του ΣΥΡΙΖΑ καλά θα έκαναν να προσέχουν προτού διατυπώσουν τέτοιου είδους κατηγορίες.
Από την άλλη μεριά, ούτε ο Πανάγιος Τάφος ούτε η Αγία Βαρβάρα είναι κράτη. Και επειδή δεν είναι κράτη, δεν μπορούν να έχουν αρχηγό. Οι υποδοχές λοιπόν με στρατιωτικά αγήματα και μπάντες αντίστοιχες με εκείνη ενός αρχηγού κράτους είναι περιττές, γελοίες και επιζήμιες, ιδιαίτερα σε εποχή κρίσης. Καλό θα ήταν η ρηξικέλευθη κυβέρνηση, που βρήκε τον τρόπο και τον χρόνο να ικανοποιήσει νομοθετικά όλα τα αιτήματα των απεργών πείνας τρομοκρατών ή συγγενών τους, να πάψει να παρέχει μπάντες και αγήματα που είναι απαραίτητα στοιχεία μιας τέτοιας φιέστας.
Επί της ουσίας τώρα του προσκυνήματος. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν την αλαζονική, αν θέλετε, άποψη ότι δεν υπάρχει Θεός και ότι όλη η σχετική φιλολογία, όποιο και αν είναι το θρήσκευμα, καλύπτει άλλες ανάγκες του ατόμου και της κοινωνίας, που έχει επιλέξει την Τρισυπόστατη Θεότητα, τον Ιεχωβά, τον Αλλάχ, τον Βούδα, τα πνεύματα και τους δαίμονες του δάσους ή τα ξόανα πάσης φύσεως. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι άθεοι. Το να μην πιστεύεις σε τίποτα είναι συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα του έλληνα πολίτη.
Υπάρχουν και αυτοί που έχουν το προνόμιο να απαντούν στη μεταφυσική αγωνία μας με την καταφυγή στη θρησκεία. Αυτή είναι η τεράστια πλειονότητα του ελληνικού λαού και ως εκ τούτου πρέπει να σέβεται κανείς και να τιμά τις δοξασίες τους, ακόμη και αν δεν τις συμμερίζεται.
Η επικρατούσα εν Ελλάδι θρησκεία, που είναι η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, έχει πολλά ελαττώματα και ένα κολοσσιαίο πλεονέκτημα. Δεν επιβάλλει στους αλλόθρησκους τις δικές της δοξασίες, γι’ αυτό και στην ιστορία μας είναι σπάνιες οι εκδηλώσεις θρησκευτικού φανατισμού, ανάλογες με το κλίμα που δημιούργησε και εξέθρεψε η Ιερά Εξέταση στις λατινικές χώρες.
Οποιος όμως θέλει τα πλεονεκτήματα πρέπει να δείχνει ανοχή και στα μειονεκτήματα. Η Εκκλησία μας διακρίνεται για μια ροπή προς τη δεισιδαιμονία και τη μαγεία. Κορυφαίο δείγμα αυτών των τάσεων είναι η ακλόνητη πίστη μεγάλων ομάδων ορθοδόξων στη θαυματουργία.
Αν αυτού του είδους η πίστη υποκαθιστούσε ή απέκλειε την προσφυγή στη σύγχρονη επιστήμη, όπως γίνεται σε ορισμένες περιοχές της Αμερικής, τότε θα είχαμε πράγματι πρόβλημα. Αν όμως η προσφυγή στο σκήνωμα της Αγίας Βαρβάρας ή οποιοδήποτε άλλο θαυματουργό αντικείμενο λατρείας γίνεται συμπληρωματικά και παράλληλα με εξετάσεις και νοσηλεία που συνιστούν οι γιατροί, πού είναι το πρόβλημα;
Ας ξεσφίξουν λίγο τα σαγόνια τους και ας κατεβάσουν λίγο τα φρύδια τους οι καθοδηγητές της σύγχρονης Λαϊκής Δημοκρατίας του Τσιπριστάν. Ψεκασμένοι και αψέκαστοι, όσοι ελεηθούν από την Αγία Βαρβάρα και όσοι αντιμετωπιστούν με αδιαφορία από αυτήν, πιστοί και λιγότερο ή καθόλου πιστοί, όλοι είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν τη μεγαλύτερη απάτη από όλες που δεν έχει καν ως άλλοθι την επίκληση του Θείου: τον έντιμο συμβιβασμό και τις κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



