Είναι εξοργιστικό και απογοητευτικό με πόση ταχύτητα απαράδεκτες στρεβλώσεις εννοιών και νοημάτων ισχυροποιούνται, εγκαθίστανται στον καθημερινό λόγο, επαναλαμβάνονται και τελικά υποκαθιστούν τον σωστό χειρισμό των ίδιων λέξεων. Η διαδικασία αυτή δεν είναι ποτέ αθώα. Στο «1984» ο Οργουελ μας έδειξε πώς διαμορφώνεται από τη διεστραμμένη ομάδα ιδεολόγων ενός απολυταρχισμού, που είναι ένα μείγμα χιτλερισμού και κομμουνισμού, η «νέα σωστή γλώσσα» και πώς η χρήση αυτής της γλώσσας με τη σειρά της διαμορφώνει κυρίαρχη ιδεολογία και γίνεται ουσιαστικό θεμέλιο του τυραννικού καθεστώτος.
Τελευταία συνηθίζεται ο Πρωθυπουργός, υπουργοί και άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να περιγράφουν την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν με το επίθετο «εθνική». Ο νεολογισμός είναι εξαιρετικά επικίνδυνος. Εθνικό μπορεί να είναι το κράτος ή οποιαδήποτε από τις επί μέρους δραστηριότητες και λειτουργίες του, καθώς και το προσωπικό που τις υπηρετεί. Η χρήση του όρου «εθνικός» στις περιπτώσεις αυτές ορθώνει τείχος στην προσπάθεια κομματικής εκμετάλλευσης των μηχανισμών του κράτους και οικειοποίησης της γραφειοκρατίας του. Υπάρχει, λοιπόν, εθνικό κράτος, εθνικός στρατός, εθνική οικονομία και εθνική παιδεία, γιατί όχι και Εθνική Ελλάδος στα αθλήματα. Δεν υπάρχει όμως εθνική κυβέρνηση. Σύμφωνα με το Σύνταγμα και με βάση την ετυμηγορία των τελευταίων εκλογών η κυβέρνηση είναι του κόμματος που πλειοψήφησε ή της συμμαχίας κομμάτων που συσπειρώνεται για να συγκροτήσει μια κυβερνητική πλειοψηφία. Το κράτος είναι εθνικό. Η κυβέρνηση είναι κομματική και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ομολογουμένως είχε μια επιτυχημένη διαδρομή. Με τη βοήθεια της συγκυρίας και της αβελτηρίας των ηγεσιών των άλλων παρατάξεων κατάφερε να πρωτεύσει στις εκλογές με μια εξαιρετική διαφορά από τη ΝΔ, να αποσπάσει το δώρο των 50 εδρών που προέβλεπε το τρισάθλιο εκλογικό σύστημα και για λόγους που κάποτε η ιστορία θα εξηγήσει, με τη βοήθεια ενδεχομένως και άλλων επιστημών, κατάφερε να συμπήξει μια ετερόκλιτη συμμαχία, η οποία προς το παρόν κυβερνά και δείχνει ότι είναι έτοιμη να συνεχίσει να το κάνει.
Δεν σέβομαι τις δημοσκοπήσεις και τους δημοσκόπους, ούτε εκτιμώ τους πολιτικούς οποιουδήποτε επιπέδου, που έχουν μονίμως κολλημένο το ένα τους μάτι στους τελευταίους πίνακες αποτελεσμάτων πρόβλεψης των διαθέσεων της κοινής γνώμης. Θεωρώ όμως ότι οι δημοσκοπήσεις, όταν γίνονται με τρόπο άρτιο και δεν είναι κατευθυνόμενες, είναι σημαντικό όργανο στα χέρια όσων ασχολούνται με την πολιτική και κανείς στην εποχή μας δεν μπορεί να αδιαφορεί για αυτές. Θα είχα πολλά να πω για τον τρόπο που έγινε μια τελευταία δημοσκόπηση, που δείχνει ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζεται θετικά από μια μερίδα της κοινής γνώμης, που μπορεί να φτάσει το 80% ή το 90%, ανάλογα με την περίσταση. Επειδή η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που μας κυβερνά με πολλή αυταρέσκεια, επιμένει ότι έχει μαρξιστική προέλευση, θα ήθελα να τους θυμίσω ότι υπήρξαν και άλλες κυβερνήσεις, μερικές στα σύνορά μας, που συγκέντρωναν σε τακτά χρονικά διαστήματα ανάλογα ποσοστά επιδοκιμασίας και που διαλύθηκαν και εξαφανίστηκαν μέσα σε ένα ή δύο εικοσιτετράωρα, μόλις ο καταναγκασμός και οι μηχανισμοί του δεν μπορούσαν πια να λειτουργήσουν.
Το πρόβλημα όμως εδώ δεν είναι αν 80 ή 90 στους 100 Ελληνες έχουν λατρέψει τον κ. Τσίπρα και την πολιτική του. Το πρόβλημα είναι αν εμείς οι υπόλοιποι 10, που συνεχίζουμε να αρνούμαστε την προσέγγιση όλων των προβλημάτων ή των περισσοτέρων από αυτά που κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχουμε το δικαίωμα να εκφράζουμε την άποψή μας. Αν υπάρχουν, δηλαδή, ακόμη στη χώρα μας περιθώρια όπου μια μειοψηφία, όσο μικρή και αν είναι αυτή, θα μπορεί να μιλάει, να γράφει, να διαδηλώνει ελεύθερα. Ή μόλις τολμήσεις να φέρεις οποιαδήποτε αντίρρηση στην κυβέρνηση των εθνικοσοσιαλιστών κάποιος θα σου λέει με όλα τα μέσα που διαθέτει να το βουλώσεις και θα κινεί τα τάγματα των αγανακτισμένων για να καταλάβουν για πολλοστή φορά την πλατεία της πόλης όπου ζεις και διεκδικείς το δικαίωμα της ελευθερίας κινήσεων;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ