Σημαντικές διακυμάνσεις παρουσιάζουν τις τελευταίες εβδομάδες στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών οι τραπεζικές μετοχές, απόρροια των ανοιχτών μετώπων των τεσσάρων συστημικών ομίλων, οι διοικήσεις των οποίων μετά από δύο γύρους ανακεφαλαιοποίησης προσπαθούν να επαναφέρουν τα αποτελέσματά τους σε θετικό έδαφος, υλοποιώντας τα επιχειρησιακά πλάνα και τα σχέδια αναδιάρθρωσηςπου έχουν εγκριθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Βασική πηγή της νευρικότηταςστο χρηματιστήριο αποτελούν τα υπό εξέλιξηstresstestsπου διενεργεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), τα αποτελέσματα των οποίων αναμένεται να ανακοινωθούν τον ερχόμενο μήνα.
Παρά το γεγονός ότι έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές επαφές μεταξύ αξιωματούχων της Ευρωτράπεζας και των διοικήσεων των ελληνικών τραπεζών, πηγές από την Ελλάδα αναφέρουν ότι ακόμη δεν είναι δυνατή η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για το αν θα προκύψουν νέες κεφαλαιακές ανάγκες από αυτή τη διαδικασία.
«Σίγουρα το νούμερο δε θα είναι μηδέν. Σε ποιο ύψος όμως θα φτάσει εξαρτάται κυρίωςαπό τον τρόπο με τον οποίο θα ληφθούν υπόψιν τα πλάνα αναδιάρθρωσης των ελληνικών τραπεζών για τη μείωση του λογαριασμού που θα προκύψει από το »στρεσάρισμα»των δανειακών χαρτοφυλακίων» υπογραμμίζουν τραπεζικοί κύκλοι, οι οποίοι αναγνωρίζουν τη δυσκολία του εγχειρήματος μίας νέας,τρίτης από το καλοκαίρι του 2013,μεγάλης αύξησης κεφαλαίου στον εγχώριο τραπεζικό κλάδο.
Άλλες τραπεζικές πηγές πάντως εμφανίζονται αισιόδοξοι για το αποτέλεσμα των ασκήσεων αντοχής, τονίζοντας πως με βάση τη λογική, εάν προκύψουν νέες ανάγκες αυτές θα είναι διαχειρίσιμες και θα καλυφθούν εξ΄ ολοκλήρου από τον ιδιωτικό τομέα.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και πολλοίξένοι οίκοι, οι οποίοι σε εκθέσεις τους δηλώνουνκαθησυχαστικοί σε σχέση με τα ευρήματα των ασκήσεων προσομοίωσης.
Ηαγορά ωστόσο ακόμηδεν προεξοφλεί το θετικό σενάριο των μηδενικών ή πολύ μικρών κεφαλαιακών αναγκών, γεγονός που αποτυπώνεται στις έντονες διακυμάνσεις στις τιμές των μετοχών των τραπεζών.
«Μετά από μία εισροή κεφαλαίων της τάξης των 18 – 20 δισ. ευρώ στην Ελλάδα τους τελευταίους μήνες, καταγράφεται μία στάση αναμονής από την πλευρά των επενδυτών» υποστηρίζει έμπειρος αναλυτής, αναγνωρίζοντας τις αβεβαιότητες που υπάρχουν αναφορικά με το κλίμα που θα επικρατεί τους επόμενους μήνες στις διεθνείς αγορές, από το οποίο θα εξαρτηθεί κι η δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να προχωρήσουν σε νέες εκδόσεις μετοχών.
Ο ίδιος πάντως τονίζει ότι στην περίπτωση που τα κεφάλαια που χρειαστούν οι τράπεζες, ειδικά στις περιπτώσεις των Εθνικής, Πειραιώς καιAlphaBankόπου ιδιώτες επενδυτές έχουν ήδη δύο φορές βάλει το «χέρι στην τσέπη» από το 2013, είναι μεγάλα, οι τιμές στις οποίες θα διατεθούν νέοι τίτλοι σε περίπτωση αυξήσεων κεφαλαίου, αναμένεται να είναι σημαντικά χαμηλότερες απότα σημερινά επίπεδα.
Η ρευστότητα
Κατά τα άλλα, σε εκκρεμότητα παραμένει το ζήτημα των ενεχύρων που μπορούν να διαθέσουν οι ελληνικές τράπεζες στην ΕΚΤ για την εξασφάλιση ρευστότητας μέσω πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης.
Ο λόγος γίνεται για εγγυήσεις που δεν θα είναι επιλέξιμες από τον ερχόμενο Μάρτιο, μέσω των οποίων οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι έχουν δανειστεί από την Ευρωτράπεζα ένα ποσό της τάξης των 45 δισ. ευρώ.
Είναι άλλο ένα θέμα το οποίο θα πρέπει να διευθετηθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους επόμενους μήνες, καθώς αφορά ένα σημαντικό τμήμα του παθητικού των τραπεζών.
Εν τω μεταξύ, μικρή αναμένεται να είναι, με τα σημερινά δεδομένα, η συμμετοχή τους στα δάνεια τετραετούς διάρκειας που αναμένεται να χορηγήσει η ΕΚΤ μέσω δύο πράξεων μέχρι το τέλος του έτους.
Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν στις τηλεδιασκέψεις των διοικήσεων των τραπεζών με αναλυτές, με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του β΄ τριμήνου,στον πρώτο γύρο αυτών των χορηγήσεωντα ποσά που θα αντληθούν δε θα ξεπεράσουν συνολικά τα 6 δισ. ευρώ.