Τα σημαντικά προβλήματα που έχουν παρατηρηθεί στην ένταξη δυνητικών δικαιούχων στο πρόγραμμα «Ενίσχυση Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στους τομείς της Μεταποίησης, του Τουρισμού και του Εμπορίου – Υπηρεσιών», επισημαίνει σε επιστολή του προς τον υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας Νίκο Δένδια, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος.
Το επιμελητήριο, ζητάει είτε να δοθεί στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να υποβάλουν αιτήματα θεραπείας, είτε να ορισθεί συγκεκριμένη προθεσμία προσκόμισης των ελλειπόντων δικαιολογητικών στους οικείους Ενδιάμεσους Φορείς Διαχείρισης.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή, βασικός λόγος των προβλημάτων είναι η διευκρινιστική εγκύκλιος που υπογράφεται από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Επενδύσεων – ΕΣΠΑ, σύμφωνα με την οποία οι Ενδιάμεσοι Φορείς Διαχείρισης δεν είχαν, ούτε και έχουν τη δυνατότητα να προχωρήσουν σε διορθωτικές κινήσεις σε ό,τι αφορά την πληρότητα του φακέλου που υποβάλουν οι δυνητικοί δικαιούχοι και στην ορθότητα των στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτόν.
Δεδομένου ότι:
– η ορισθείσα ως καταληκτική ημερομηνία (30.06.2014) για την ένταξη των εν θέματι δικαιούχων παρήλθε,
– εκ των ανακοινωθέντων αποτελεσμάτων προκύπτει ότι ικανός αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν εντάχθηκε, αν και είχε υλοποιήσει το 30% του συνολικού επιλέξιμου προϋπολογισμού,
– η κύρια αιτία αποκλεισμού της συντριπτικής πλειοψηφίας αυτών των επιχειρήσεων είναι η έλλειψη δικαιολογητικών που θα μπορούσαν να κριθούν ως μη ουσιώδους σημασίας,
– εκ των ανωτέρω δικαιολογητικών, αρκετά βρίσκονται στα χέρια των επενδυτών φέροντας εμπρόθεσμη ημερομηνία,
– οι Ενδιάμεσοι Φορείς Διαχείρισης δεν είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν τα ελλείποντα δικαιολογητικά, λόγω της με Α.Π.8524/2192/Α2/22-11-2013 επιστολής της Γ.Γ.ΕΣΠΑ, διαπιστώθηκε ότι το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας του Ενδιάμεσου Φορέα Διαχείρισης για τους δυνητικούς δικαιούχους είναι ιδιαίτερα αυστηρό και δε δίνει περιθώρια διόρθωσης της όποιας αβλεψίας ή παράλειψης από πλευράς των επενδυτών.
Υπό την έννοια αυτή, δημιουργούνται συνθήκες απόρριψης μεγάλου αριθμού επενδυτών, παρά το γεγονός ότι αυτοί έχουν ήδη εκτελέσει κατ’ ελάχιστον το 30% του έργου τους.