Η τελευταία επιθυμία

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Οσοι έχουν πάθος με την πολιτική ιστορία του τόπου, με τα μεγάλα και μικρά γεγονότα της σύγχρονης Ιστορίας μας και τη δράση των πρωταγωνιστών τους, ίσως απογοητευτούν από το ντοκιμαντέρ «Ορεινές συμφωνίες», που είναι αφιερωμένο στη ζωή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Το φιλμ, που κάνει αύριο την επίσημη πρεμιέρα του, ενώ βγαίνει στις αίθουσες στις 31 Οκτωβρίου, αναζητεί κυρίως τον άνθρωπο πίσω από τον πολιτικό. Ως εκ τούτου, επελέγησαν εκείνες οι στιγμές από τη μακρόχρονη διαδρομή του που φωτίζουν καλύτερα άγνωστες πλευρές της προσωπικότητας και του χαρακτήρα του. Η ταινία δεν ακολουθεί επίσης μια σχολαστική χρονολογική σειρά, που ξεκινά με τη γέννηση και φθάνει ως τον θάνατο του κορυφαίου πολιτικού.
Ενα διαφορετικό
αφήγημα
Απαλλαγμένη από αυτά τα βαρίδια, γίνεται ένα πολύ ενδιαφέρον αφήγημα, που επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις, καθώς επιχειρεί να σκιαγραφήσει τον ιδιωτικό βίο ενός δημόσιου άνδρα ή να θυμίσει πολύ σημαντικές πολιτικές στιγμές του, αυτές που λανθάνουν αλλά ο ίδιος θα ήθελε για αυτές, κυρίως, να τον θυμόμαστε.
«Η ταινία», μας λέει ο σκηνοθέτης της Βαγγέλης Ευθυμίου, «έχει βιογραφικό χαρακτήρα έως την ενηλικίωση του Κ. Μητσοτάκη με το τέλος της κατοχής. Εχει σημασία να δούμε σε ποιο πλαίσιο ανδρώνεται ο μελλοντικός ηγέτης. Πώς αντιμετωπίζεται από τον πατέρα και τη μητέρα του, ποια είναι η σχέση με τα αδέλφια του, πώς αντιδρά στη σύλληψή του από τους Γερμανούς. Μετά είναι η σχέση με την οικογένεια. Αναζήτησα κυρίως μέσα από τις αφηγήσεις των παιδιών που χαρακτηρίστηκαν από αυθορμητισμό, ειλικρίνεια και ουσία, τις ψηφίδες του καθημερινού βίου που συνθέτουν τον χαρακτήρα του πατέρα τους». Εκτός από τα παιδιά στην ταινία αφηγούνται η αδελφή του Αρτεμισία Λυμπεράκη, πολύτιμη μάρτυρας για τα παιδικά του χρόνια, η Μαρίκα Μητσοτάκη και πολλοί άλλοι, ανάμεσά τους πρόσωπα-έκπληξη, που ενεπλάκησαν κάποια στιγμή στη ζωή του. «Ενα σημαντικό ατού του φιλμ», συνεχίζει ο σκηνοθέτης, «είναι η μαρτυρία του ίδιου, που έγινε σε ανύποπτο χρόνο στην κόρη του Αλεξάνδρα, στη Γερμανία όπου βρέθηκε το 2014 για μια επέμβαση στα μάτια. Είναι μια αυτοβιογραφική εξομολόγηση του πατέρα προς την κόρη και όχι σε κάποιον συγγραφέα, σκηνοθέτη ή δημοσιογράφο. Πρόκειται για αυθεντικό, πρωτότυπο, ανέκδοτο υλικό. Στα ντοκιμαντέρ δεν αναζητούμε την αντικειμενική αλήθεια, αλλά τα στοιχεία να τεκμηριώσουμε τους ισχυρισμούς μας. Το ηχογράφημα της Γερμανίας προσφέρει σπάνια τεκμηρίωση σε αυτό το εγχείρημα».
Η ιδέα για τις «Ορεινές συμφωνίες»
Η Αλεξάνδρα Μητσοτάκη-Gourdain είναι η ψυχή αυτής της ταινίας. Πήρε μέρος στο σενάριο, υπήρξε άοκνος σύμβουλος σε κάθε φάση της και κατέχει το μυστικό που γέννησε το όλο εγχείρημα: «Τρία χρόνια πριν πεθάνει ο πατέρας μου, μου ζήτησε να αναλάβω το Ιδρυμα Κ. Μητσοτάκης. Το αρνήθηκα. Δεν είχα κανένα ενδιαφέρον για τα αρχεία, το παρελθόν και την πολιτική. Με ενδιαφέρουν δράσεις που θα κάνουν τον κόσμο καλύτερο. Ασχολήθηκα για χρόνια με τη φτώχεια με την Action Aid, τώρα ήμουν έτοιμη να ασχοληθώ με το περιβάλλον. Του πρότεινα λοιπόν το ίδρυμά του να αναλάβει περιβαλλοντολογική δράση. Οχι μόνο δέχτηκε αμέσως, αλλά άρχισε να ασχολείται κιόλας. Η δασάρχης Χανίων μου αποκάλυψε στα γυρίσματα της ταινίας ότι είχε ζητήσει συνάντηση μαζί της ώστε να ενημερωθεί για τα θέματα των ορεινών όγκων της Κρήτης, της ορεινής βλάστησης και της αναδάσωσης. Ηθελα όμως αυτή η βούλησή του να υπάρχει καταχωρημένη, αλλά το αμελούσα. Πίστευα πως έχουμε καιρό, ο μπαμπάς θα φτάσει τα εκατό – γιατί όχι; – ώσπου έπαθε την πνευμονία και έχασε τις δυνάμεις του. Είχα γνωρίσει τότε τον Βαγγέλη Ευθυμίου, που είχε ήδη δεκάδες ντοκιμαντέρ για το περιβάλλον στο ενεργητικό του, και του ζήτησα να κινηματογραφήσει τη δήλωση του πατέρα μου. Κάποια στιγμή συνήλθε κάπως και τα καταφέραμε. Λίγο μετά τη λήψη έφυγε, αλλά είχαμε απαθανατίσει την τελευταία του επιθυμία, και αυτή αφορούσε το περιβάλλον».
Η άγνωστη σχέση
με την οικολογία
Αυτή η μικρή εγγραφή ήταν ο πυρήνας που γέννησε τις «Ορεινές συμφωνίες». Αρχισαν συζητήσεις με τον σκηνοθέτη που αφορούσαν τη σχέση του Κ. Μητσοτάκη με το οικολογικό ζήτημα. «Δεν γνώριζα τίποτα για τον τέως πρωθυπουργό» λέει στο «Βήμα» ο Βαγγέλης Ευθυμίου. «Ρώτησα λοιπόν έναν άνθρωπο με τον οποίο είχα συνεργαστεί στο παρελθόν, τον Νίκο Χαραλαμπίδη, γενικό διευθυντή του ελληνικού τμήματος της Greenpeace, ο οποίος με εξέπληξε. Ηταν, μου είπε, από τις καλύτερες περιπτώσεις από τους πολιτικούς αρχηγούς».
Οι αρχικές συζητήσεις για αμιγώς περιβαλλοντολογικό προφίλ οδήγησαν τελικά σε μια γενικότερη ταινία, ένας άξονας της οποίας παραμένει πάντως η ανθρώπινη αλλά και πολιτική σχέση του Μητσοτάκη με την οικολογία. Ο Νίκος Χαραλαμπίδης μιλάει στο ντοκιμαντέρ και αυτά που θυμίζει είναι από τις πολλές εκπλήξεις που επιφυλάσσει στους θεατές το φιλμ.
Την ώρα που συμβαίνουν τα πολιτικά γεγονότα, πολύ συχνά, μέσα στην ένταση και τις αντιπαραθέσεις, χάνεται η ουσία των λόγων και των έργων. Κάποια στιγμή προς το τέλος του φιλμ βλέπουμε τον τότε πρωθυπουργό σε μια τηλεοπτική συνέντευξή του να λέει: «Θέλω μια τετραετία να αναμορφώσω την Ελλάδα, να τη σώσω από την καταστροφή στην οποία βαδίζει… και από εκεί και πέρα αν θέλει να με καταψηφίσει ο ελληνικός λαός, να με καταψηφίσει εκατό φορές». Ρώτησα την Αλεξάνδρα Μητσοτάκη ποιο ήταν κατ’ αυτήν το μεγαλύτερο χάρισμα του πατέρα της ως πολιτικού και ποιο το προτέρημά του ως χαρακτήρα. Απάντησε χωρίς περιστροφές. «Ως πολιτικός ήταν ανθρώπινος και υποστήριζε με πάθος ό,τι πίστευε. Ενα παράδειγμα: Οπως αναδεικνύεται στην ταινία, πρωταγωνίστησε για να επιστρέψει ο Καραμανλής το 1974. Εμείς μεγαλώσαμε γνωρίζοντας έναν αντίπαλο πολιτικό και αυτός ήταν ο Καραμανλής. Αυτό δεν έπαιξε κανέναν ρόλο στην απόφασή του, αφού πίστευε ότι ο Καραμανλής ήταν η καλύτερη λύση για τη μετάβαση της χώρας στην ομαλότητα. Ως άνθρωπος ήξερε να ακούει, μας δίδασκε πόση σημασία έχει να ακούμε τον άλλον».
Η «ώρα της μεγάλης
δοκιμασίας»
Υπάρχει μια πολύ γνωστή στους περισσότερους, λόγω και της τραγικότητάς της, κοινοβουλευτική στιγμή του Κ. Μητσοτάκη. Είναι 26 Σεπτεμβρίου του 1989. Πριν από λίγη μόλις ώρα έχει δολοφονηθεί από τη «17 Νοέμβρη» ο γαμπρός του και στενός του συνεργάτης Παύλος Μπακογιάννης. Καταφθάνει στη Βουλή και ζητεί τον λόγο για να εκφωνήσει μια ιστορική δήλωση. Αφού χαρακτηρίζει τη δολοφονία πολιτική, πλήγμα για τη Νέα Δημοκρατία και δεινή δοκιμασία για τον ίδιο και την οικογένειά του, καταλήγει: «Πρέπει όμως αυτή την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας να σταθούμε όλοι μας όρθιοι. Να προστατεύσουμε τη Δημοκρατία και τους Θεσμούς της. Σε ό,τι με αφορά μια ευχή έχω να εκφράσω: να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτόν τον τόπο». Η φωνή του ραγίζει, ίσως πρώτη και τελευταία φορά δημοσίως.
Μέσα στη σκοτεινή αίθουσα, στη μεγάλη οθόνη, ξαναβλέπει κανείς το κοινοβούλιο να τον χειροκροτεί, με πρώτους τους ηγέτες της Αριστεράς Χ. Φλωράκη και Λ. Κύρκο. Είναι ο ηγέτης ο οποίος αίρεται πάνω από κομματικά πάθη και πολιτική ιδιοτέλεια, αντί να υποπέσει στο αμάρτημα της οργής, εκφωνεί μήνυμα ενότητας και πίστης στη δημοκρατία. Η σκηνή, αν και χιλιοϊδωμένη, αποκτά στο περιβάλλον της ταινίας άλλη δύναμη. Είναι συγκλονιστική και υπογραμμίζει άλλωστε ότι ο Κ. Μητσοτάκης υπήρξε αυτό που οι Αγγλοι λένε «Statesmen».
«Αν ήθελα κάποια στιγμή», μας λέει η Αλεξάνδρα Μητσοτάκη, «να μιλήσω στα εγγόνια μου για τον προπάππου τους, ο άνθρωπος που εγώ γνώρισα και αγάπησα βρίσκεται σε αυτή την ταινία. Αυτή θα τους δείξω».

