Το κλιματικό φαινόμενο, στις πολλές καταστροφικές εκδοχές του, εισέβαλε βίαια στη ζωή μας στα μέσα του καλοκαιριού και στις αρχές του φθινοπώρου. Οι μεγάλες πυρκαγιές στον Εβρο και οι πρωτοφανείς πλημμύρες στη Θεσσαλία μετέφεραν κύματα ανασφάλειας και απαισιοδοξίας στη χώρα, σε μια στιγμή που ο οικονομικός κύκλος φάνταζε ανοδικός, σπουδαίος και αδιατάρακτος.

Οι καταστροφές, η απώλεια πραγματικού πλούτου στη Θεσσαλία και αλλού, όπως και οι μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες που γεννήθηκαν από αυτές, κλόνισαν τους πολίτες, θορύβησαν την κυβέρνηση και μετέφεραν ανησυχίες στις αγορές. Οι περισσότεροι, υπό το βάρος των μεγάλων καταστροφών, έκριναν ότι οι προτεραιότητες θα μεταβληθούν και ο οικονομικός κύκλος, υπό το βάρος των κατακλυσμιαίων κλιματικών γεγονότων, θα ακολουθήσει ξανά καθοδική τροχιά.

Ωστόσο μπορεί να πει κανείς ότι η αντίδραση, τουλάχιστον όσον αφορά τη βοήθεια και την κάλυψη των ζημιών στις πληγείσες περιοχές, ήταν άμεση. Ο ίδιος ο Πρωθυπουργός διεκδίκησε και έλαβε ευρωπαϊκούς πόρους ικανούς να μετριάσουν τις σημαντικές απώλειες και επιπλέον με την τοποθέτησή του στα εγκαίνια της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης θέλησε να καταστήσει σαφές ότι θα υπερασπίσει με κάθε τρόπο την κατακτημένη με κόπο και θυσίες δημοσιονομική σταθερότητα, η οποία, κατ’ αυτόν, μπορεί να εγγυηθεί την αντιμετώπιση και των πολυαναμενόμενων συνεπειών της κλιματικής κρίσης.

Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία τόλμησε να μιλήσει ευθέως για την κλιματική απειλή, να αναφερθεί στο δυνητικό της κόστος, το οποίο δεν μπορεί να αναληφθεί στο σύνολό του από το κράτος, παρά θα απαιτηθεί και η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης παραγωγής, εξοπλισμού, εγκαταστάσεων και κατοικιών από φυσικές καταστροφές. Και μαζί προέταξε στιβαρή δημοσιονομική πολιτική, με ελάχιστες παροχές, απολύτως διαχειρίσιμες από ευνοημένα και από τον ανοδικό κύκλο δημόσια ταμεία.

Αν επιχειρήσει κανείς να προσεγγίσει αναλυτικά τις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού θα διαπιστώσει ότι οι παροχές είναι περιορισμένες, δεν αντιστρατεύονται τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας. Αν εξαιρέσει κανείς τις υπεσχημένες αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους, όλα τα άλλα μέτρα μάλλον έσοδα φέρνουν στο κράτος παρά προσθέτουν κόστος. Η αύξηση του τέλους διαμονής στα πολυτελή ξενοδοχεία, όπως και η εισαγωγή του καθεστώτος ΦΠΑ στους ιδιοκτήτες που εκμεταλλεύονται μέσω πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης πάνω από τρία ακίνητα, εξισορροπούν τον ανταγωνισμό της τουριστικής αγοράς και αυξάνουν τα δημόσια έσοδα. Η αναγνώριση επίσης των τριετιών και των δικαιωμάτων που πηγάζουν από αυτές για τους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα ουδόλως θίγουν τα κρατικά ταμεία, παρά υπηρετούν λογικές και δίκαιες πολιτικές αναδιανομής και ανακατανομής μεταξύ εργασίας, κεφαλαίου και κερδών και βαρύνουν τις ευνοημένες από τα μεταπανδημικά πληθωριστικά κύματα ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Επιπλέον στις παρούσες πολιτικές συνθήκες και με σκοπό να υποστηρίξει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας δεν δίστασε να κηρύξει τον πόλεμο στη φοροδιαφυγή και ιδιαιτέρως απέναντι στο πλήθος των εμπορευομένων και των ελευθέρων επαγγελματιών, που συνήθως δεν εκδίδουν τα απαιτούμενα φορολογικά παραστατικά στις συναλλαγές τους κλέβοντας έτσι τον ΦΠΑ και αποκρύπτοντας τα εισοδήματά τους. Η διεύρυνση των POS, η σύνδεση των ταμειακών μηχανών με το σύστημα ΤΑΧΙS, η έκδοση ηλεκτρονικών δελτίων αποστολής και ηλεκτρονικών τιμολογίων, η επαύξηση των προστίμων σε συναλλαγές με μετρητά πάνω από 500 ευρώ και πλήθος άλλων δηλώνει αν μη τι άλλο διάθεση θωράκισης της δημοσιονομικής σταθερότητας.

Γίνεται φανερό ότι όπως και στις φυσικές καταστροφές, έτσι και τόσο με τις τριετίες όσο και με τα πολύπλευρα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής ο Πρωθυπουργός εξεδήλωσε την πρόθεσή του να μεταφέρει το κόστος αναδιανομής και διανομής των φορολογικών βαρών κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, ιδιαιτέρως στα τμήματά του που κινούνται στην γκρίζα ζώνη μεταξύ νομιμότητας και παραοικονομίας, κάτι που ήδη προκαλεί αντιδράσεις κυρίως από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες παραδοσιακά ασκούνται στο σπορ της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής και οι λογιστικές τους καταστάσεις δεν διακρίνονται για τη διαφάνειά τους.

Οπως και να έχει, ο κ. Μητσοτάκης φανέρωσε με την αυστηρότητα των λόγων και της πολιτικής του τη θέλησή του να υποστηρίξει το μοντέλο της οικονομικής πολιτικής που έχει επιλέξει εδώ και πέντε χρόνια. Θέλει να ασφαλίσει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και μαζί να διατηρήσει ενεργό και δυναμικό το επενδυτικό κλίμα, το οποίο παραμένει ισχυρό παρά τα πολλά δυσμενή γεγονότα της περιόδου. Μέχρι τώρα παρά τις πολλές αντιξοότητες η οικονομία δεν τον έχει προδώσει. Αντιθέτως τον έχει ευνοήσει σκανδαλωδώς και του έχει επιτρέψει να ξεπεράσει το πλήθος των πολιτικών προβλημάτων και βεβαίως του προσέφερε απανωτές εκλογικές νίκες. Και γι’ αυτό δεν θέλει επ’ ουδενί να διαταράξει την οικονομική πορεία των τελευταίων ετών και τα πλεονεκτήματα που του προσφέρουν οι διατηρούμενες αναπτυξιακές προοπτικές και προσδοκίες. Πολύ περισσότερο τώρα που πιστεύει ότι οι πολιτικοί αντίπαλοί του θα διολισθαίνουν σε λαϊκιστικές εκδοχές της πολιτικής. Πιστεύει ακράδαντα ότι έτσι διατηρεί την επαφή και την καλή γνώμη των αγορών, όπως και την υποστήριξη των ανθηρών διεθνοποιημένων εγχώριων επιχειρηματικών δυνάμεων, οι οποίες επί των ημερών του προόδευσαν και είδαν τις δραστηριότητές τους να επεκτείνονται με δυναμισμό εντός και εκτός της χώρας.

Το δόγμα της δημιουργίας νέου πλούτου και της διαμόρφωσης συνθηκών διανομής του από πάνω προς τα κάτω είναι κυρίαρχο και καθοδηγεί την πολιτική του κ. Μητσοτάκη. Και κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά τις όποιες πιέσεις μπορεί να δεχθεί από τους όποιους διεκδικητές της εξουσίας, παλαιούς και νέους.