Περί των Ανεξάρτητων Αρχών (ΑΑ) πολύς ο λόγος. Αλλοτε, επ’ ευκαιρία των παρακολουθήσεων (βλ. ΑΔΑΕ) και άλλοτε επ’ ευκαιρία του δυστυχήματος των Τεμπών (βλ. ΕΟΔΑΣΑΑΜ), οι ΑΑ έρχονται στο προσκήνιο περισσότερο για να κατηγορηθούν για ολιγωρίες, λάθη και παραλείψεις παρά για να αναδειχτεί ο θετικός ρόλος τους στη διακυβέρνηση. Ποιες είναι, όμως, οι ΑΑ και ποια είναι η αποστολή τους;
Οι ΑΑ δημιουργήθηκαν προκειμένου να διασφαλίσουν την ανεξαρτησία των αποφάσεών τους επί θεμάτων που άπτονται είτε των ατομικών δικαιωμάτων είτε της εύρυθμης οικονομικής ανάπτυξης από την εκάστοτε κεντρική κυβέρνηση. Αλλά, για να γίνει αυτό, δεν αρκεί να υπόκεινται απλώς σε κοινοβουλευτικό έλεγχο αντί του ιεραρχικού ελέγχου που ασκεί ο υπουργός.
Χρειάζεται να έχουν στρατηγική, σχέδιο εφαρμογής των αρμοδιοτήτων τους, μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου καθώς και συστήματα αξιολόγησης των δράσεων και των υπαλλήλων τους. Χρειάζεται, επίσης, να εφαρμόσουν υποδειγματικά συστήματα λογοδοσίας, ανοιχτότητας και κοινωνικής διαβούλευσης.
Στη δική μας περίπτωση όχι μόνο δεν υπάρχουν τα περισσότερα από αυτά σε πολλές Αρχές, αλλά ελλείπουν και τα χρειώδη, οπότε η ανεξαρτησία τους τίθεται εν αμφιβόλω.
Με αμιγώς νομικά κριτήρια, ως ΑΑ θεωρούνται οι πέντε που απολαμβάνουν συνταγματική κατοχύρωση (ΑΣΕΠ, Συνήγορος του Πολίτη, ΕΣΡ, ΑΔΑΕ, Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) καθώς και 25 άλλες Αρχές που ονομάζονται ανεξάρτητες ενώ πολλές εξ αυτών αποτελούν υπηρεσιακές μονάδες υπουργείων και η λειτουργία τους εξαρτάται από τις αποφάσεις του προϊσταμένου υπουργού.
Με κριτήρια διοικητικής θεωρίας και (καλής) πρακτικής, αυτές δεν διαφοροποιούνται ουσιωδώς από τις «αυτοτελείς» δημόσιες υπηρεσίες που έχουν, επί παραδείγματι, την ευθύνη της εποπτείας των ΟΤΑ και αυτές από τις «αυτοτελείς υπηρεσιακές μονάδες», όπως είναι, για παράδειγμα, οι αυτοτελείς Διευθύνσεις Πολιτικής Προστασίας, τα αυτοτελή τμήματα εσωτερικού ελέγχου, παλλαϊκής άμυνας, δημοσίων σχέσεων κ.ο.κ. Εάν, δε, προσθέσουμε σε αυτές και τα επαγγελματικά σωματεία (π.χ. ΠΙΣ) και τις υπηρεσίες «ειδικού σκοπού» (π.χ. Διεύθυνση Ειδικών Αστυνομικών Δυνάμεων, Διεύθυνση Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού) διαγράφεται μια ολόκληρη βεντάλια (ψευδο)ανεξάρτητων δημόσιων οργανώσεων που δημιουργούν ερωτηματικά για την ύπαρξή τους.
Η αιτία της πολυμορφίας των ΑΑ και της περιορισμένης ανεξαρτησίας τους βρίσκεται στο ότι με την ύπαρξή τους διευκολύνεται η μεταφορά των ευθυνών από την κυβέρνηση σε αυτές σε περιπτώσεις πλημμελούς άσκησης των καθηκόντων της πολιτικής ηγεσίας, παρατυπιών ή και παρανομιών.
Υπάρχει μια δημόσια συζήτηση, επ’ ευκαιρία της συνταγματικής αναθεώρησης, που θέτει ζητήματα επιλογής των μελών των ΑΑ και θέπισης κριτηρίων διαφάνειας και αξιότητας. Αυτή, όμως, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Εάν δεν επιχειρηθούν λειτουργικού τύπου μεταρρυθμίσεις στις ΑΑ που θα ανανοηματοδοτήσουν και θα επαναξιολογήσουν το διοικητικό έργο τους, δεν θα έχουμε κάνει σημαντική πρόοδο.
Οι ΑΑ πρέπει να αξιολογηθούν με βάση την προστιθέμενη αξία δράσεων και προσώπων με όρους επιστημοσύνης και αποτελεσματικότητας. Εάν δεν υπάρξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στην οργάνωση και λειτουργία των ΑΑ, που θα τους προσδώσουν τη διακηρυγμένη ανεξαρτησία τους, αυτές θα περιπέσουν σε μαρασμό και ανυποληψία.
Σε κάθε περίπτωση η ανεξαρτησία των ΑΑ δεν είναι μόνο υπόθεση κυβερνητικών πρωτοβουλιών, αλλά συνάρτηση και των απαιτήσεων του κοινωνικού σώματος για την ποιοτική αναβάθμιση της λειτουργίας κρίσιμων δημόσιων υπηρεσιών.
Ο κύριος Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι εμπειρογνώμονας δημόσιας διοίκησης, σύμβουλος ΑΣΕΠ, π. βουλευτής.