Στις 11 Σεπτεμβρίου, η Μπουρκίνα Φάσο κατάργησε τα τέλη θεώρησης διαβατηρίου για την είσοδο στη χώρα. Στις 13 Σεπτεμβρίου, τουλάχιστον 110.000 Αγγλοι διαδήλωσαν στο Λονδίνο για την ελευθερία έκφρασης. Τις ίδιες ημέρες, εκατοντάδες μετανάστες από την Αφρική αποβιβάστηκαν στη Γαύδο και την Κρήτη. Και οι τρεις αναφορές, φαινομενικά άσχετες, συνδέονται μεταξύ τους. Οι μεταναστευτικές ροές, που ενισχύονται όπου η βίζα διευκολύνεται, δημιουργούν ανησυχία στην Ευρώπη, την οποία, όσοι ανησυχούν, θέλουν να μπορούν να εκφράσουν ελεύθερα. Η ανησυχία εντείνεται όταν παρατηρείται αύξηση στον αριθμό των αφίξεων, όπως στη χώρα μας.

Ενα από τα μέτρα που θεωρούνται δραστικά κατά του φαινομένου είναι η σύλληψη και η τιμωρία των διακινητών, καθώς, όπως βεβαιώνεται, το 90% της παράτυπης μετανάστευσης οργανώνεται από αυτούς. Πόσο εύκολο είναι, όμως, να συλληφθούν και τιμωρηθούν; Δεν είναι καθόλου. Γιατί οι διακινητές είναι αόρατοι, και μόνο η διακίνηση είναι ορατή.

Ας ξεδιπλώσουμε το πολύπτυχο:

Τρεις πορείες ακολουθούν οι διακινούμενοι που φτάνουν στη Μεσόγειο, στα ανατολικά και δυτικά παράλια της Λιβύης, και στην Τουρκία. Από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, διέρχονται μέσω Τεχεράνης και φθάνουν στην Κωνσταντινούπολη. Από Σομαλία, Ερυθραία, Αιθιοπία και Σουδάν διασχίζουν τη Σαχάρα, μέσω Σουδάν και Αιγύπτου, με προορισμό τις λιβυκές ακτές. Και από την υποσαχάρια Αφρική, ανεβαίνουν μέχρι την πόλη Αγκαντέζ, στον Νίγηρα, ή την όαση του Τσαντ, και από εκεί, μέσω των ερήμων της Λιβύης, μεταβαίνουν σε Σεμπά και Κούφρα, για να φθάσουν στη Μεσόγειο.

Οι πιθανότητες επιτυχίας της προσπάθειάς τους να περάσουν σε Ιταλία και Ελλάδα δεν είναι κάτι που τους απασχολεί. Σχεδόν το 80% από αυτούς είναι νεαροί άνδρες, που συνήθως ομολογούν: «Αν δεν ρισκάρεις τίποτα, δεν έχεις τίποτα», «Ή θα περάσω απέναντι, όσες φορές και αν χρειαστεί να δοκιμάσω, ή θα πεθάνω». Οι πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους είναι ωστόσο σχετικώς λίγες, αν συγκρίνουμε τον αριθμό των αφικνουμένων στην Ευρώπη με τον αριθμό των νεκρών που καταγράφει ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης ή άλλοι διεθνείς οργανισμοί.

Ενα χαλαρό δίκτυο συνεργαζόμενων ατόμων παρατηρείται, όπου αυτά αναλαμβάνουν, χωρίς οργανική σύνδεση μεταξύ τους, να διεξάγουν λειτουργικά τις διάφορες φάσεις της διακίνησης. Αλλοι οργανώνουν τη συγκέντρωση των μεταναστών στις χώρες αναχώρησης, άλλοι στρατολογούν τους μεταφορείς, άλλοι βρίσκουν ξενώνες στις στάσεις ή προμηθεύουν τρόφιμα και νερό, παράγουν πλαστά έγγραφα, διαφθείρουν τις τοπικές αρχές. Συχνά, οι ίδιοι οι μετανάστες αναλαμβάνουν με τη βία σχετικά καθήκοντα, όπως στα πλοία μεταφοράς τους από την Αφρική, όπου μπορεί αυτοί να είναι οι μηχανικοί και οι καπετάνιοι.

Η χρηματοδότηση οργανώνεται με τρόπο που, σε έναν Δυτικό, είναι αδιανόητη. Για τη μεταφορά χρημάτων αρκεί να δοθούν τα χρήματα σε κάποιον έμπιστο, που αυτός θα δώσει απλώς έναν αριθμό σε αυτόν που του τα δίνει, και με τον αριθμό άλλος, σε άλλη πόλη θα τα επιστρέψει (αντί αμοιβής) σε όποιον του πει τον αριθμό. Η δορυφορική κινητή τηλεφωνία βοηθεί στην επικοινωνία, και έτσι οι διακινούμενοι, διερχόμενοι τις φάσεις του ταξιδιού τους, μπορεί να πληρώνουν κάθε φορά ξεχωριστά, επικοινωνώντας με συγγενείς, που τους προωθούν νέα εμβάσματα.

Τα ηθικά διλήμματα που εγείρονται σε μια τέτοια κατάσταση είναι τεράστια. Η διεθνής κοινότητα καταδικάζει τη διακίνηση μεταναστών, γιατί θεωρεί ότι εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους σε ευάλωτα άτομα (θανατώσεις, βασανιστήρια, βιασμοί), και γιατί ο τελικός στόχος, η άτυπη διέλευση συνόρων, είναι παράνομος. Ομως, έτσι όπως συντελείται η διακίνηση, με τους φορείς της απλώς συνεργαζόμενους, μοιάζει πολύ με παροχή τουριστικών υπηρεσιών. Η δε διέλευση από τα ευρωπαϊκά σύνορα δεν είναι παράνομη ως τελικός στόχος, αν πρόκειται για αιτούντες άσυλο.

Αμφισημίες και διαφθορά στις δημόσιες αρχές των χωρών διέλευσης επιτείνουν το φαινόμενο και διαχέουν ακόμη περισσότερο την ευθύνη. Οπου οι τοπικοί πληθυσμοί δεν έχουν κάτι να κερδίσουν, όπως στην Τυνησία και τη Λιβύη, πιέζουν τις αρχές να επισπευσθεί η αναχώρηση των μεταναστών που συγκεντρώνονται στα εδάφη τους. Οπότε οι ίδιες οι αρχές διευκολύνουν τις αναχωρήσεις. Οπου όμως οι τοπικοί πληθυσμοί κερδίζουν, τότε επαναστατούν κατά των εθνικών αρχών που καταδιώκουν τη διακίνηση, πηγή τοπικών εισοδημάτων, κατηγορώντας τες ότι υποτάσσονται στις επιταγές των δυτικών χωρών.

Η Ευρώπη είναι αδύναμη να επέμβει αποφασιστικά. Οσο και αν η Europol προσπαθεί μαζί με τη Frontex, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει τη νομική και πρακτική δυνατότητα επέμβασης σε ξένες επικράτειες, ενώ οι αξίες του νομικού μας πολιτισμού δεν μας επιτρέπουν καμιά ενέργεια που θα συνεπαγόταν κίνδυνο σε ανθρώπινη ζωή. Η μόνη μας δυνατότητα είναι να πιέσουμε ή να πείσουμε τις τοπικές κυβερνήσεις να ελέγξουν αυτές την κατάσταση, για λογαριασμό και για χάρη μας. Αυτές όμως έχουν ξεφύγει, ιδίως την τελευταία πενταετία, από τη δυτική επιρροή.

Οι θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν ευρέως παραμένουν υποθέσεις εργασίας. Πλούσιες μουσουλμανικές χώρες χρηματοδοτούν πράγματι ανθρωπιστικές μουσουλμανικές οργανώσεις, που συμπαραστέκονται στις ομάδες των διακινουμένων. Δεν έχει όμως αποδειχθεί ότι το πράττουν με το σχέδιο να μεταβληθεί η Ευρώπη σε μουσουλμανικό χαλιφάτο. Ο πληθυσμός της Αφρικής, χριστιανικός κατά το μεγαλύτερο μέρος του, θα διπλασιαστεί σε μερικές δεκαετίες, ενώ σε όλες τις άλλες ηπείρους θα σταθεροποιείται ή θα μειώνεται. Η εξέλιξη είναι μηχανική, αληθεύουν ή δεν αληθεύουν οι όποιες θεωρίες.

Αδίστακτοι ορατοί διακινητές βρίσκονται ωστόσο σε ένα σημείο, στο οποίο μπορεί να εντοπισθούν, να απομονωθούν και να εξαρθρωθούν. Βρίσκονται στα λιμάνια της Λιβύης, όπου στοιβάζουν σε επικίνδυνα σκάφη τους εξαντλημένους και απελπισμένους πελάτες τους. Δεν ταξιδεύουν φυσικά μαζί τους. Αντιλήφθηκαν στην Ιταλία τι συμβαίνει με αυτούς, και πίεσαν όσο μπορούσαν τις αρχές της Τρίπολης. Γι’ αυτό ίσως οι ροές, είτε από την Αγκαντέζ είτε από το Σουδάν, άλλαξαν πορεία, και από την Κούφρα κατευθύνονται πλέον προς το Τομπρούκ της ανατολικής Λιβύης, και από εκεί στην Ελλάδα.

Ο,τι και να κάνουμε πάντως, η λύση είναι προσωρινή. Υπάρχει συναίνεση στις προβλέψεις, ο πληθυσμός της Αφρικής το 2100 θα είναι το 40% του πληθυσμού της Γης. Η πίεση θα είναι συνεπώς αδιάκοπη και εντεινόμενη. Αλλη πρέπει συνεπώς να είναι η λύση. Ας αναρωτηθούμε τι κάνει έναν νέο να μη θέλει να εγκαταλείψει τη χώρα του. Εμείς στην Ελλάδα το ξέρουμε.

Ο κύριος Ιωάννης Σαρμάς είναι τέως υπηρεσιακός πρωθυπουργός, επίτιμος πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.