Οι μεγάλες πυρκαγιές μάς γεμίζουν όλους με έντονα συναισθήματα: Θλίψη για τον χαμένο δασικό μας πλούτο, οργή και αγανάκτηση γιατί κάτι περισσότερο και αποτελεσματικότερο έπρεπε να είχε κάνει το κράτος, οργή για τους εμπρηστές, αγανάκτηση γιατί δεν τους συλλάβαμε.

Προσπερνώ ως ασήμαντη την κριτική της αντιπολίτευσης. Απλώς αναπαράγει μεγιστοποιώντας αυτά τα συναισθήματα των πολιτών προσπαθώντας να χτίσει μία ψυχολογική σύνδεση μαζί τους. Αλλά τίποτα ουσιαστικό δεν έχει να πει, τίποτα πραγματικά ενδιαφέρον. Και τελικά, είναι και ο λόγος που δεν επιτυγχάνει κάτι πολιτικά.

Κι όμως υπάρχουν κρίσιμα ερωτήματα: Ενώ είχαμε 50% περισσότερα πτητικά μέσα από το 2019, ενώ έχουμε δώσει 30% περισσότερα χρήματα για τους καθαρισμούς και την πρόληψη, ενώ έχουμε περισσότερα πυροσβεστικά οχήματα, ενώ έχουμε περισσότερους πυροσβέστες, ενώ έχουμε περισσότερους εθελοντές, ενώ φτιάξαμε ενιαία οργανωτική δομή που την αναβαθμίσαμε σε υπουργείο, ενώ ενοποιήσαμε διοικητικά τις δασικές υπηρεσίες, ενώ τα κάναμε όλα αυτά, γιατί το αποτέλεσμα μοιάζει αποκαρδιωτικό;

Προφανώς μια απάντηση είναι οι πρωτοφανείς καιρικές συνθήκες, τέτοιες που οι αρμόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες δεν έχουν συναντήσει στα 30 χρόνια της θητείας τους. Από την άλλη, ίσως αυτές οι μοναδικές συνθήκες να μην είναι τόσο «μοναδικές» από εδώ και μπρος.

Οπότε θα έπρεπε να είχαμε κι άλλους πυροσβέστες, να έχουμε κι άλλα αεροπλάνα, να είχαμε πιο αυστηρές ποινές για τον εμπρησμό.

Προτιμώ να βλέπω αυτή την κριτική από την πλευρά των πολιτών ως αγωνία και παρακίνηση για να γίνουμε καλύτεροι, για να μη ζούμε αυτές τις θλιβερές, μαύρες εικόνες.

Πράγματι, η προστασία των δασών μας δεν αποτελεί πεδίο στρατηγικής πολιτικής διαφωνίας, όλοι το ίδιο θέλουμε. Και μάλιστα θα έλεγα ότι και σε τακτικό επίπεδο, μάλλον όλοι συμφωνούμε: γιατί στο αίτημα να έχουμε περισσότερα εναέρια μέσα, έχουμε περισσότερα από κάθε άλλη φορά εναέρια μέσα. Το ίδιο και για το ανθρώπινο δυναμικό. Το ίδιο και για τα οχήματα, το ίδιο και για τη συντονιστική δομή, το ίδιο και για τους εθελοντές.

Υπάρχουν πια όμως και εμπειρίες που πρέπει να αξιοποιηθούν για να εξαχθούν τα σωστά συμπεράσματα: 150.000.000 ευρώ ξοδεύτηκαν στην πρόληψη και δεν ήταν αρκετά, αν τα διπλασιάσουμε θα είναι; Να ανοίξουμε αντιπυρικές ζώνες; Μα στη Δαδιά ανοίξαμε τις μεγαλύτερες αντιπυρικές ζώνες και πάλι δεν τα καταφέραμε. Το 2021 η φωτιά στην Πάρνηθα πέρασε πάνω από την τεράστια αντιπυρική ζώνη που λέγεται εθνική οδός.

Προφανώς ακόμη πολεμάμε με τις φωτιές και προφανώς υπάρχουν και οι εμπρησμοί και υβριδικές απειλές που και η αστυνομία και ο στρατός και η ΕΥΠ προσπαθούν να αντιμετωπίσουν.

Αυτό όμως που θα πρέπει να τεθεί πιεστικά είναι το ερώτημα: Γιατί ενώ κάνουμε περισσότερα, αυτά δεν είναι αρκετά; Γιατί ενώ στρατηγικά και τακτικά συμφωνούμε όλοι, αν και φαίνεται ότι αυτές οι στρατηγικές αποτυγχάνουν, θα πρέπει να επιμείνουμε μόνο στην ίδια κατεύθυνση;

Προφανώς μαζί με όλα όσα ήδη κάναμε και θα συνεχίσουμε να κάνουμε οφείλουμε  να  ανοίξουμε δύο μεγάλα κεφάλαια: την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή της κοινωνίας στη δασοπροστασία με οργανωμένο και συντεταγμένο τρόπο, όπως έχει ήδη αναφέρει ο Πρωθυπουργός, αλλά και ταυτόχρονα να ξαναδούμε την αντίληψη που έχουμε για τη διαχείριση του δασικού μας πλούτου, για τη σχέση μας με το δάσος, για το δάσος ως παραγωγικό στοιχείο.

Ο κ. Μάκης Βορίδης είναι υπουργός Επικρατείας.