Η μίνι σειρά του Netflix ήλθε για να μείνει. Να εγκατασταθεί μέσα μας. Να μας διακινήσει, να μας ταράξει. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή τα μονοπλάνα τής κάθε σκηνής εισχωρούν στο σώμα, στην κοιλιά, στα σπλάχνα, στο μυαλό μας.

Η καταστροφική δύναμη του ψηφιακού πολιτισμού. Σκοτάδια που εντείνονται όταν ένας 13χρονος έφηβος κλείνει την πόρτα στο δωμάτιό του και μένει ξάγρυπνος μέχρι το ξημέρωμα μπροστά σε μια οθόνη. Μια οθόνη που προκαλεί, φοβίζει, διεγείρει: Σεξουαλικότητα, πλεονάζων θυμός, αγριότητα και μαγκιά σε μια βίαιη «ανδρόσφαιρα» κι ας είσαι «κακουργηματικά ευαίσθητος» κι ας μη σου αρέσουν τα επιθετικά σπορ, το μποξ, το ποδόσφαιρο, η πυγμαχία, κι ας έχει ο πατέρας σου, όπως τον είχε μυήσει κι ο δικός του πατέρας, ανεπιτυχώς, προσπαθήσει να σε εντάξει σε μια κουλτούρα τοξικής αρρενωπότητας. Ολα αυτά όμως είναι σε πρώτο πλάνο.

– Θα με αγαπάς;

– Ναι.

– Κι αν θα πέσω;

– Θα σε πιάσω.

– Κι αν μ’ αρέσει να πέφτω;

– Εγώ θα σε κρατώ.

– Kι αν γίνω κομμάτια;

– Θα αγαπώ τα κομμάτια σου.

– Κι αν σε κάνω κομμάτια;

– Θα ενώσουμε τα κομμάτια μας.

Εκείνο που κάνει όλη τη διαφορά είναι ο τρόπος που το «Adolescence» σε παροτρύνει, σε υποχρεώνει κατά κάποιον τρόπο ως θεατή να πάψεις να είσαι θεατής. Να γίνεις μέρος του προβλήματος. Ο τηλε-θεατής που ατάραχα καταναλώνει πολέμους, καταστροφές κι αλλότριες οδύνες παύει να υπάρχει.

Πετάγεσαι από ένα κακό όνειρο και διαπιστώνεις ότι δεν ήταν όνειρο.

Ο 13χρονος Τζέιμι φέρεται να έχει διαπράξει με μαχαίρι έναν αποτρόπαιο φόνο. Θύμα ένα 13χρονο κορίτσι. Ενα τρομαχτικό παραμύθι δίχως δράκους. Δεν υπάρχουν κακοί και αδιάφοροι γονείς. Υπάρχει μέριμνα, τρυφερότητα, αποδοχή. Ο πατέρας ποτέ δεν πίεσε το παιδί να γίνει κάτι που δεν θέλει. Ακόμα κι αν εκείνος ονειρευόταν για τον γιο του μια «αρρενωπή» στάση ζωής. Δεν πρόκειται για έναν, δίχως αγάπη, εγκληματία έφηβο. Δεν υπάρχουν αδιάφοροι, κουρασμένοι καθηγητές, ούτε καν κακοί αστυνομικοί.

Στο ίδρυμα ανηλίκων ο Τζέιμι ξεσπά και επιτίθεται στην κλινική ψυχολόγο. Ο φρουρός τον απομακρύνει. Η ψυχολόγος μένει μόνη. Στο πρόσωπό της αποτυπώνεται ο πόνος, η έγνοια για το αγόρι. Το «Αχ!» της που αυθόρμητα βγαίνει από το στήθος της ποιεί τιμή στο επάγγελμα του ψυχολόγου. Αυτό το «Αχ!», αυτός ο κόμπος στον λαιμό, όχι! δεν διδάσκεται σε κανένα εγχειρίδιο ψυχολογίας, σε κανένα ταχύρρυθμο τμήμα κλινικής ψυχολογίας.

Η εφηβική βία μονοπωλεί το ενδιαφέρον του κοινού, της πολιτείας κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. Η βία όμως αυτή, παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες, σαν χέλι γλιστρά κι ανθίσταται στις ερμηνευτικές παραδοχές. Η βία της ερμηνείας μοιάζει να εμφιλοχωρεί σε όλες τις «καλές πρακτικές», σε κάθε προσπάθεια ανάλυσης και διαχείρισης του προβλήματος.

Πρώτος ένοχος το Διαδίκτυο. Η πρόσβαση σε έναν κόσμο όπου η θλίψη, ο ψυχικός πόνος, η μοναξιά μεταμορφώνονται σε οργή και θυμό, που συμπυκνώνονται σε αινιγματικά emoji. «Ιncel» (ακούσια άγαμοι), «80/20» (το 80% των κοριτσιών θέλει μόνο το 20% των αγοριών). Ο Τζέιμι έχει καταχωρηθεί σε ομάδα που δεν τον θέλουν τα κορίτσια…

«Απλώς της ζήτησα να πάμε στο λούνα παρκ, όλοι την έλεγαν τσουλάκι. Eβαλα την καλύτερη φόρμα μου, της είπα “πάμε στο λούνα παρκ”. Γέλασε. “Δεν είμαι και τόσο απελπισμένη” μου είπε. Μετά εκείνη έστειλε το incel στον υπολογιστή μου. “Θέλεις αγάπη, δεν θα την έχεις”».

Μετά έγινε ο φόνος

«Θα με αγαπάς;». Kάθε αίτημα είναι ένα αίτημα αγάπης. Η δυνατότητα και μόνο άρθρωσης του ερωτήματος «θα με αγαπάς;» ανοίγει τον δρόμο σε ένα «Ναι» που θα κατεύναζε τη δυσφορία, το άλγος, τη μοναξιά. Ομως το «ναι» λανθάνει, τρομάζει. Απειλεί να υπονομεύσει εύθραυστες αυτονομίες.

Στην άλλη όχθη ο κόσμος των ενηλίκων. Τεχνολογικά ξεπερασμένος, αποκομμένος από τον πολύπλοκα αινιγματικό κόσμο των εφήβων. Με τα «καθαρά ρούχα» μιας ιαματικής απλοποίησης, δάσκαλοι, αναλυτές ψυχής, γονείς, πολιτικοί, σωφρονιστές, πορεύονται ως ιεροκήρυκες στην έρημο.

«Τι φταίει;» αναρωτούνται.

Iδού κάποιες αλήθειες που πάσχουν από την ίδια τη γενικόλογη αληθινότητά τους: O ψηφιακός πολιτισμός. Η τοξική αρρενωπότητα. Οι πολυάσχολοι γονείς. Η έλλειψη ορίων. Η αυστηρότητα των ορίων. Η φτώχεια. Ο υπερκαταναλωτισμός. Η κουλτούρα του κενού. Ο ναρκισσισμός της εικόνας. Η θλίψη, η απουσία της θλίψης. Το κενό, το άστοχο γέμισμα του κενού. Τo αβυσσαλέο χάσμα που χωρίζει τις γενιές. Η βιαιότητα των video games. Η έλλειψη ιδανικών και οραμάτων. Ο κατακερματισμένος κόσμος. Τα συντρίμμια μιας εποχής αδύνατης να προσφέρει νόημα και λόγους ύπαρξης στα νέα παιδιά και τα αφήνει εκτεθειμένα σε λόγους θανάτου.

words…words…words…

Ορφανά μέσα στην αβάσταχτη γενικολογία τους λόγια. Και οι τρομοκρατημένοι στον ρόλο τους γονείς, σε αναζήτηση μιας διαρκώς εξελισσόμενης τεχνογνωσίας, σε έναν κομματιασμένο κόσμο με ολοένα και πιο εύθραυστα στηρίγματα επιβίωσης, μένουν στα μισά του δρόμου, ακυρωμένοι, ενοχοποιημένοι, μπερδεμένοι.

«Η ψυχή των παιδιών είναι τόσο αδύναμη που κάποιοι τη δένουν για να μην τους φύγει».

Στο κυρίαρχο χάος αναζητάς να πιαστείς από σχήματα συμπεριφοράς, από «πρέπει». «Μάθε πώς να αγαπάς το παιδί σου!». Αν όμως αναζητήσεις κώδικες αγάπης τότε η αγάπη θα φύγει. Σαν πουλί θα πετάξει από το παράθυρο… κι άντε μετά να το πιάσεις.

To «Αdolescence» μάς προσκαλεί να συλλογιστούμε το δυσβάσταχτο άλγος που σημαδεύει τον σημερινό έφηβο στην αναζήτηση της ταυτότητάς του. Η αγρύπνια της σκέψης, το σπουδαίο δώρο αυτής της σειράς. Το γεγονός ότι άγγιξε τόσες, μα τόσες, ψυχές είναι ένα καταφανώς ανέλπιστο, αισιόδοξο μήνυμα στους στερημένους από ελπίδα καιρούς μας. Τίποτα δεν είναι, λοιπόν, τελειωμένο. Σε μια ισχνή βάση πραγματικότητας, το ανοιχτό μέλλον υφαίνει τους δικούς του άδηλους κανόνες.

Τime was, time is, time is not. (T.S. Eliot) Οσο για τα υπόλοιπα, υπόκεινται στη μόνη προφητεία που δεν διαψεύδεται: Να ελπίζεις σε αυτό που δεν γνωρίζεις ακόμα.

Στο τέλος του δεύτερου επεισοδίου μια μουσική σε στοιχειώνει. Σε υπνωτίζει, σε μαγεύει. Αν η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο, ακούστε ξανά και ξανά αυτή την παιδική χορωδία σε μια σπαραχτική διασκευή του «Fragile» (Sting).

Οn and on the rain will fall

Like tears from a star

Οn and on the rain will say

How fragile we are

How fragile we are

*Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι καθηγήτρια Ψυχολογίας, συγγραφέας.