Κοινό συμπέρασμα και διαπίστωση όσων βρέθηκαν την περασμένη εβδομάδα στα εγκαίνια της αναδρομικής έκθεσης του Χρόνη Μπότσογλου στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή στην Ανδρο είναι ότι πολλά από τα έργα του τούς ήταν άγνωστα. Ανθρωποι που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, μαθητές του στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διετέλεσε ένα διάστημα και πρύτανης, φίλοι και θαυμαστές του ξεναγήθηκαν σε ένα ταξίδι ζωής που ξεκίνησε πριν από περίπου 70 χρόνια, με το πρώτο έργο της έκθεσης που ο Μπότσογλου ζωγράφισε όταν ήταν μόλις 12 ετών και καταλήγει στις περίφημες «Αναφορές», αλλά και στα «Τοπία» του που είναι λιγότερο γνωστά.

Θα μεσολαβήσουν πολλές και διακριτές ενότητες και ανάλογα με τις εποχές θα επηρεαστεί από διαφορετικούς καλλιτέχνες, θα εκφράσει διάφορα ρεύματα, φάσεις και συναισθήματα, τα οποία όμως δεν έκρυψε ποτέ. Αντιθέτως, ο Χρόνης Μπότσογλου διαθέτει μια ειλικρίνεια σε όλες τις πτυχές της τέχνης του και από το ξεκίνημά του ήταν απολύτως «διάφανος». Αυτή η ειλικρίνεια, μας λέει η επιμελήτρια της έκθεσης Μαρία Κουτσομάλλη-Μορό, «μπορεί να φανεί ωμή, δύσκολη, οδυνηρή, αλλά διακατέχεται πάντοτε από μια ενσυναίσθηση και στον πυρήνα της βρίσκεται η αγάπη για τον άλλον, η οποία είναι εκείνη που μας συγκινεί». Αυτός είναι και ο λόγος που η έκθεση φέρει τον τίτλο «Η αδιάλλακτη ειλικρίνεια της ενσυναίσθησης».

Από τον Χαλεπά στον Τζακομέτι

Ξεκινάμε, χωρίς χρονολογική σειρά, από το ισόγειο του κτιρίου με την ενότητα των τοπίων του Μπότσογλου, τα οποία δημιουργούνται μετά το 2000 – εκτός από ένα που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1970. Κι αυτό γιατί εκεί βρίσκεται η μοναδική αίθουσα με φυσικό φωτισμό που έχουν ανάγκη οι συγκεκριμένοι πίνακες. Εχοντας ως θέμα αποκλειστικά το Πετρί της Λέσβου – τόπος καταγωγής της συζύγου του Ελένης – και τα βουνά του, βλέπουμε την επιρροή του Σεζάν. Και οι δύο καλλιτέχνες έχουν αναφέρει το βουνό ως την τελευταία πρόκλησή τους και γι’ αυτό έπρεπε να φτάσουν στην ωριμότητα για να το πιάσουν ήρεμα, όπως εξηγεί η κυρία Κουτσομάλλη-Μορό.

Κατεβαίνοντας κάτω συναντάμε τα πρώιμα έργα του. Σε αυτά, όπως και σε άλλες ενότητες, η Ελένη αποτελεί βασική πρωταγωνίστρια, όπως και η μητέρα του. Μέσα από τις δύο γυναίκες ο καλλιτέχνης εκφράζει πολλά από τα συναισθήματά του που έχουν να κάνουν με τον έρωτα, την αγάπη, την απώλεια, τη φθορά, τον αποχαιρετισμό. Θα είναι τα μοντέλα για τα δύο γλυπτά του. Το ένα βρίσκεται στην ενότητα με το ανθρώπινο σώμα και είναι ένα γυμνό της Ελένης, ενώ το δεύτερο από την ενότητα «Προσωπική νέκυια» δείχνει τη μητέρα του, καθισμένη σε μια πολυθρόνα, χτυπημένη από το Αλτσχάιμερ, με το οποίο θα πορευτεί για 25 ολόκληρα χρόνια. Ο καλλιτέχνης την έβλεπε κάθε εβδομάδα και τη ζωγράφιζε – αμέτρητα σχέδια με μολύβι, ακουαρέλα, κ.ά. Ο ίδιος είχε πει ότι αυτός ήταν ο τρόπος του να την αποχαιρετήσει πολύ πριν από τον θάνατό της, όταν πλέον δεν επικοινωνούσε, δεν έτρωγε και δεν αναγνώριζε κανέναν.

Η «Προσωπική νέκυια»

Ο Χρόνης Μπότσογλου θα περάσει από τον νεο-ρεαλισμό, τον υπαρξισμό, θα ξαφνιάσει τους πάντες όταν πλησιάζοντας τα 70 θα ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με την ερωτική τέχνη, την πορνογραφία όπως την αποκάλεσε ο ίδιος. Η «Προσωπική νέκυια», μια αναφορά στην Οδύσσεια, αποτελείται από 26 έργα και θα διαρκέσει 7 χρόνια, με τον ίδιο να αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει το ατελιέ του, το οποίο κρίθηκε ακατάλληλο μετά τον σεισμό στην Αθήνα του 1999, προτού ολοκληρώσει όλους τους πίνακες που απεικονίζουν αγαπητά του πρόσωπα, φίλους, ζωγράφους, κ.ά. Θα επιβάλει να πουληθούν μαζί για να μη χωριστούν – στην έκθεση εκτίθενται τα 13.  Η έκθεση κλείνει με τις «Αναφορές» που είναι ένας φόρος τιμής σε μεγάλους καλλιτέχνες που τον επηρέασαν. Δύο είναι Ελληνες – ο Γιαννούλης Χαλεπάς και ο Κώστας Μπουζιάνης, ο οποίος επηρέασε τόσο πολύ το έργο του που πολλοί του έλεγαν συχνά ότι «Μπουζιανίζει», ενώ μεγάλη παρουσία έχει ο Τζακομέτι, αλλά και οι Βίνσεντ βαν Γκογκ, Χαΐμ Σουτίν και Φράνσις Μπέικον. Η αναδρομική έκθεση θα ολοκληρωθεί την 1η Οκτωβρίου.