Οι Νεκροί, το καταληκτικό διήγημα των Δουβλινέζων, εκατό και πλέον χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου, εκτενές (σχεδόν σε μέγεθος νουβέλας), παραμένει βέβαια ένα αναμφισβήτητο αριστούργημα. Το ότι εκδίδεται αυτόνομα στη θαυμάσια μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη είναι προσφορά στη νεότερη κυρίως γενιά των αναγνωστών και μαζί με τα υπόλοιπα διηγήματα των Δουβλινέζων, όπως και με το Πορτρέτο του καλλιτέχνη, αποτελούν την καλύτερη εισαγωγή στο μεγάλο έργο του Τζέιμς Τζόις: τον Οδυσσέα, που υπήρξε τεράστια εμπορική επιτυχία και στη χώρα μας – είναι όμως αμφίβολο αν πολλοί από όσους το προμηθεύτηκαν το διάβασαν ολόκληρο.

Ο αναγνώστης θα βρει εδώ σε μικρή – αλλά όχι και τόσο – κλίμακα όλα όσα καθόρισαν τη συγγραφική πορεία του Τζόις: την κριτική μιας κοινωνίας που βουλιάζει σε παραλυτική αφασία· το κλασικό θέμα του έρωτα και της απώλειας· τη μνήμη των νεκρών που στοιχειώνει τη ζωή των επιζώντων· τους ψυχολογικούς υπαινιγμούς που διαβρώνουν την καθημερινότητα· και βέβαια την κοινωνική ατμόσφαιρα και τον ψυχισμό όχι μόνο μιας κοινωνίας αλλά και ολόκληρης εποχής.

James Joyce.Οι νεκροί. Μετάφραση-Σημειώσεις Αχιλλέας Κυριακίδης.Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2025, σελ.120, τιμή 8,80 ευρώ

Δέκα χαρακτήρες

Είναι εντυπωσιακό το πώς μέσα σε 86 μόνο σελίδες (στην ελληνική έκδοση) ο Τζόις κατάφερε να μας δώσει το πορτρέτο δέκα χαρακτήρων και να περάσει στις σελίδες του αυτοβιογραφικές νύξεις, που μόνο αν διαβάσει κανείς και το υπόλοιπο έργο του μπορεί να τις εντοπίσει· πώς αντλεί ο συγγραφέας στοιχεία από την ιρλανδική παράδοση χωρίς να ξεπέφτει στο φολκλόρ· πώς φορτίζει με έξοχη ποιητικότητα τη διαβρωτική επίδραση των συναισθημάτων και των αναμνήσεων στην καθημερινή ζωή· πώς καθιστά εμβληματικούς ήρωες τους συνηθισμένους ανθρώπους που συνιστούν την εκπληκτική ανθρωπογεωγραφία των Νεκρών.

Κι όλα τούτα περιγράφοντας μια συγκέντρωση (μια ετήσια χοροεσπερίδα) συγγενών και φίλων. Είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίον ο Τζόις επιλέγει τις λεπτομέρειες που διαμορφώνουν τον περίγυρο, η προσοχή που δίνει στα ονόματα, τα οποία παραπέμπουν σε μεγάλες μυθικές και ιστορικές παραδόσεις και κυρίως: η ανεπανάληπτη ικανότητά του όλα αυτά να τα συνθέτει, καταλήγοντας στο τέλος σ’ ένα απίστευτο άνοιγμα του πλατό.

Ο νεκρός: αφανής πρωταγωνιστής

Ο κάθε ένας από τους δέκα χαρακτήρες των Νεκρών έχει την ιστορία του. Αλλά η πιο χαρακτηριστική είναι αυτή του Γκέιμπριελ Κόνροϊ και της γυναίκας του Γκρέτας, με την κατάληξη στο ξενοδοχείο, στο οποίο μεταβαίνουν μετά τη χοροεσπερίδα· όπου η αναμενόμενη ερωτική σκηνή ακυρώνεται εξαιτίας μιας οδυνηρής ανάμνησης της Γκρέτας: του εφηβικού της έρωτα με τον επίσης έφηβο Μάικλ Φιούρι που πέθανε πολύ μικρός.

Αυτός ο νεκρός είναι τελικά ο αφανής «πρωταγωνιστής» του διηγήματος· όπου πέφτει χιόνι συνεχώς, ιδιαίτερα όμως στο τέλος: στην πεδιάδα, στους λόφους, στο νεκροταφείο όπου ήταν θαμμένος ο Φιούρι, στο σύμπαν τελικά, «πάνω σε όλους τους ζωντανούς και τους νεκρούς».

Ενα λευκό πέπλο σκεπάζει τα πάντα· σύμβολο πένθους, που για πρώτη φορά, νομίζω, εμφανίζεται κυριαρχικό στη δυτική λογοτεχνία, αφού το λευκό είναι σύμβολο πένθους μόνο στην κουλτούρα της Απω Ανατολής. Εδώ, πέραν των άλλων, παγώνει τον χρόνο – τη ζωή και τον θάνατο.

Οι εξαιρετικές σημειώσεις του Κυριακίδη λειτουργούν σαν σηματοδότες για μια δεύτερη ανάγνωση των Νεκρών. Ας αναφέρω μόνο μία, όπου μας λέει πως τα συνεχή καληνυχτίσματα στο διήγημα παραπέμπουν στον Αμλετ του Σαίξπηρ, από όπου και το «καληνύχτα κυρίες, καληνύχτα γλυκές μου κυρίες· καληνύχτα, καληνύχτα» που τον δανείζεται ο Ελιοτ στην Ερημη χώρα. Μήπως όμως έχουμε εδώ την επίδραση του Τζόις, ο οποίος ισχυριζόταν πως ο Ελιοτ τον αντέγραψε;