Το μικρό της όνομα παραπέμπει στο «χιόνι», θα μπορούσαμε δηλαδή να την πούμε «Χιονάτη», αλλά η δική της τραυματική ιστορία μόνο παραμυθένια δεν είναι. «Δεν υπάρχει ποτέ αίσιο τέλος για κάποιον που έχει υποστεί κακοποίηση ως παιδί» γράφει η Νεζ Σινό. Σε ένα χωριό των Ανω Αλπεων, στη Νοτιανατολική Γαλλία, την περίοδο που εκείνη ήταν 7 ή 8 χρονών, ο πατριός της αρχίζει να τη βιάζει. Αυτό σταματά όταν έχει πια φτάσει στα 14 ή στα 15 της.

Στα 19 αποφασίζει να μιλήσει και, μαζί με τη μητέρα της, προχωρά σε καταγγελία. Εκείνος, ο αλλοτινός «πανίσχυρος Μινώταυρος», κρίνεται ένοχος από το δικαστήριο και εν συνεχεία εκτίει ποινή φυλάκισης. Κάποια στιγμή βγαίνει και φτιάχνει ξανά την οικογενειακή του ζωή.

Ο πολυβραβευμένος Θλιβερός τίγρης (Triste tigre, 2023) είναι ένα βιβλίο συνταρακτικό, με όλη τη σημασία της λέξης, «είναι σαν να κατέρχεσαι σε μια άβυσσο με τα μάτια ανοιχτά, σε αναγκάζει να δεις, να δεις πραγματικά τι σημαίνει να είσαι παιδί κακοποιημένο από έναν ενήλικο επί σειρά ετών», όπως χαρακτηριστικά έχει δηλώσει η νομπελίστρια συγγραφέας Ανί Ερνό για ετούτη την υβριδική και πολυδιάστατη αφήγηση, η οποία συνδυάζει, όντως, τη σφοδρότητα της βιωματικής μαρτυρίας με την ψύχραιμη διαύγεια του δοκιμιακού στοχασμού και την κοινωνική ευαισθησία.

Νεζ Σινό Θλιβερός τίγρης Μετάφραση Λίζυ Τσιριμώκου.Εκδόσεις Εστία, 2025, σελ. 228, τιμή 18 ευρώ

Στο κεφάλι του δήμιου

«Το Βήμα» είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με τη 48χρονη Νεζ Σινό εν όψει της προγραμματισμένης έλευσής της στην Ελλάδα για την εφετινή Διεθνή Εκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης. «Διότι, κατά βάθος, και σε εμένα εκείνο που φαίνεται πιο ενδιαφέρον είναι το τι συμβαίνει μες στο κεφάλι του δήμιου».

Ετσι ακριβώς ξεκινά η αφήγησή της. «Πρόκειται για ένα «παραπλανητικό» ξεκίνημα, εφόσον ήξερα πολύ καλά πού θα έφτανα. Είναι ίσως και κάπως προκλητικό. Δεν λέω, απλώς, ότι είμαι κι εγώ θύμα. Λέω ότι κι εγώ, επίσης, σαγηνεύομαι από τη βία. Και το λέω επειδή θέλω, ει δυνατόν, να διερευνήσω αυτή την αλλόκοτη συνθήκη παρέα με τους αναγνώστες. Τι ήξερα, ωστόσο, από την αρχή; Οτι δεν θα μπορούσα ποτέ να έχω πλήρη πρόσβαση στο μυαλό του δήμιου, ότι ποτέ δεν θα έριχνα αρκετό φως εκεί. Και να το κατάφερνα όμως, ενδεχομένως να μην έβρισκα κάτι ενδιαφέρον εκεί, πέρα από την κοινοτοπία. Σε τελική ανάλυση, μπορεί να μην ήθελα καν να βρεθώ εκεί. Επομένως, σκέφτομαι πλέον ότι το πραγματικό αντικείμενο του βιβλίου είναι διαφορετικό, ότι το έγραψα για να ξεφορτωθώ αυτή τη ζοφερή σαγήνη και να πάω κάπου αλλού…» είπε η συγγραφέας στην εφημερίδα.

«Πώς γίνεται ένα άτομο να βιάζει συστηματικά ένα παιδί αλλά να μη συνειδητοποιεί τη σοβαρότητα του εγκλήματός του; Υπάρχουν άλυτα μυστήρια. Ούτε εγώ, γράφοντας τον «Θλιβερό τίγρη», έλυσα το συγκεκριμένο μυστήριο. Προσπάθησα να αναζητήσω λογικές εξηγήσεις σε μια παράξενη κατάσταση, σε μια ανείπωτη κατάσταση, γνωρίζοντας ότι όσες εξηγήσεις και να έβρισκα δεν θα ήταν ποτέ ικανοποιητικές. Περισσότερες οι εξηγήσεις; Ολο και λιγότερη η ικανοποίηση.

Αυτή είναι, πιστεύω, η αντιφατική ενέργεια του βιβλίου και αυτή θέλησα να μοιραστώ. Πολλοί με ρωτούν γιατί, ύστερα από 30 χρόνια και πλέον, εφόσον είμαι πια ενήλικη και συγκροτημένη γυναίκα, ανακαλώ ακόμα εκείνο το διαρκές γεγονός. Μα, είναι αδύνατον να μην το σκέφτομαι, να μην το κλωθογυρίζω στο μυαλό μου, επειδή ακριβώς δεν έχω βρει και μάλλον δεν θα βρω μια πειστικότατη εξήγηση, επειδή ακριβώς είμαι damaged for life, διά βίου κατεστραμμένη. Το ίδιο συμβαίνει, νομίζω, με όλα τα άτομα που έχουν υπάρξει θύματα ακραίας βίας» συνέχισε η Νεζ Σινό.

«Ο βιασμός είναι ζήτημα εξουσίας»

Η συγγραφέας αφήνει να διαφανεί, κάτι που της επισημάναμε, ότι ο θύτης, ο βιαστής, δεν υπολογίζει καθόλου το θύμα, δεν το βλέπει καν μες στον ομιχλώδη ναρκισσισμό που προσλαμβάνει τη μορφή (ασύλληπτη, εξοργιστική) μιας επιθετικής άμυνας.

«Είναι μια απλή υπόθεση που κάνω, για την οποία, πάντως, δεν είμαι τελείως σίγουρη. Εγραφα και αναρωτιόμουν επίσης για τη δική μου έντονη συμπόνια. Προέκυπτε άραγε από την αφοσίωσή μου στη λογοτεχνία που, κοντολογίς, σε ωθεί να φανταστείς και να μπεις στη θέση ενός άλλου ανθρώπου; Προέκυπτε άραγε από το ίδιο μου το τραύμα; Μήπως αυτό ήταν, εν τέλει, που με έκανε ακόμα πιο συμπονετική; Από την άλλη μεριά, έχοντας διαβάσει πολλά για πάσης φύσεως κακοποιητές, για ποικίλα τέρατα, αναρωτιόμουν πώς είναι δυνατόν να επιβιώνουν όλοι αυτοί μετά τα όσα έχουν διαπράξει, πώς είναι δυνατόν να μην έχουν συνεχώς εφιάλτες; Λοιπόν, πιθανώς η έλλειψη συμπόνιας να είναι αυτή που τους επιτρέπει να επιβιώνουν. Εικάζω, δεν ξέρω, δεν διατείνομαι ότι έχω τις σωστές ή τις οριστικές απαντήσεις.

Εμένα δεν με ενδιαφέρει να έχω δίκιο, με ενδιαφέρει να θέτω εναργέστερα τα ερωτήματα. Και το μεγάλο ερώτημα εδώ σχετίζεται, ακριβώς, με τη συμπόνια, την έκταση και την ποιότητά της. Εγώ δεν είμαι σαν τον βιαστή μου. Και ασφαλώς, γράφοντας το βιβλίο, έπρεπε να είμαι σε μια εγρήγορση. Εκείνος ήλεγχε ολοκληρωτικά την αλήθεια μέσω της εξουσίας που ασκούσε. Ο βιασμός είναι περισσότερο ένα ζήτημα εξουσίας παρά σεξουαλικό ζήτημα. Εκείνος είχε τον απόλυτο έλεγχο της γλώσσας και έτσι επέβαλε τη δική του σκοπιά πάνω στα γεγονότα. Θέλησα, λοιπόν, να δώσω τη δική μου σκοπιά, υποψιασμένη ωστόσο, ξέροντας (από τη διαμόρφωσή μου, τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία) ότι μια κατάσταση έχει πολλές πλευρές, ότι πιθανώς η αλήθεια και να μην υπάρχει.

Τότε όμως προσέκρουσα σε έναν τοίχο, έναν οριακό τοίχο, στον βιασμό ενός παιδιού, του παιδιού που υπήρξα. Επρεπε να το διαπραγματευτώ αλλιώς, κυρίως να μην παρασυρθώ, να μην παραδοθώ στη σκοπιά του βιαστή. Δεν μπορούσα να το σχετικοποιήσω, με τίποτα δεν μπορούσα να εξισώσω τη δική μου σκοπιά, του θύματος, με τη δική του, του θύτη, διότι δεν είναι ισοδύναμες. Πιστεύω ότι αυτή η σκοπιά δεν είναι μόνο ατομική, είναι εν γένει η ανθρωπιστική και δημοκρατική και συλλογικά υπεύθυνη σκοπιά και αυτήν υπερασπίζομαι» τόνισε η Νεζ Σινό.

Θεραπεία, πόνος, απόσταση

«Τον «Θλιβερό τίγρη» δεν τον έγραψα για τον εαυτό μου. Δεν τον έγραψα για εμένα, για να θεραπευτώ εγώ, δεν γίνεται άλλωστε να θεραπευτώ μέσω της γραφής, προσωπικά αντιτίθεμαι ανοιχτά σε μια τέτοια ιδέα. Η προτεραιότητά μου ήταν να συνθέσω ένα έργο τέχνης. Και αν αυτό, κατόπιν, με έκανε να αισθανθώ κάπως καλύτερα, γιατί όχι; Η λογοτεχνία, το διάβασμα ιδίως, είναι μια πράξη σύνδεσης με τους άλλους και αντιμετώπισης της μοναξιάς.

Το διάβασμα ανέκαθεν με συντρόφευε στη ζωή, τα βιβλία των άλλων που διάβασα έγιναν η κινητήριος δύναμή μου, με συνέτρεξαν, με στήριξαν, με βοήθησαν. Εμένα τα βιβλία με ανέθρεψαν, κυριολεκτικά. Θα έλεγα ότι ο «Θλιβερός τίγρης» είναι μια πράξη ανθρωπιστικής ανταπόδοσης με θεμελιώδη στόχο την προστασία των άλλων» συμπλήρωσε η συγγραφέας.

Η Νεζ Σινό διαθέτει τεράστια συναίσθηση για το είδος του βιβλίου που έχει γράψει. «Από τις πρώτες κιόλας σελίδες ήξερα πώς επρόκειτο να εξελιχθεί ο «Θλιβερός τίγρης». Περιεχόμενο και μορφή συνέκλιναν, συναντήθηκαν. Η συναισθηματική επίδραση που έχει πάνω στους αναγνώστες είναι μεγάλη, το ξέρω. Και δεν την αρνούμαι. Υπάρχει πόνος εκεί, όχι μόνο για εμένα αλλά και, δυνητικά, για όλους τους άλλους. Η στάση μου, μια ηθική στάση, ήταν να μην προκαλέσω επιπρόσθετο πόνο, παραπάνω πόνο απ’ όσο χρειαζόταν τουλάχιστον. Αυτό είναι και το συμβόλαιο που κάνω με τους αναγνώστες, ότι εδώ μιλάμε εν τέλει για κάτι επίπονο, για το οποίο παραδόξως θα προτιμούσαμε να μην έχουμε καν μιλήσει».

Κομβική είναι η έννοια της «απόστασης» στο εγχείρημα της Νεζ Σινό. «Η απόσταση αφορά πολλά επίπεδα, δεν αφορά μόνο τη σχέση που διατηρώ εγώ με το «υλικό» του βιβλίου. Είναι αυτοβιογραφικό αλλά, συγχρόνως, είμαι και η αφηγήτριά του, μια εύθραυστη, ευάλωτη φωνή που καλείται να συμπεριλάβει τόσο το κορίτσι που υπήρξα όσο και τη γυναίκα που είμαι σήμερα. Η απόσταση είναι και ο χώρος που οφείλω να δημιουργήσω για τους αναγνώστες, ώστε να αντικαθρεφτιστούν, με ορίζοντα τον προβληματισμό, τον αναστοχασμό» ξεκαθάρισε.

Τοξική αρρενωπότητα και τυραννία

Σε ποιον βαθμό, τη ρωτήσαμε, είναι ο Θλιβερός τίγρης ένα βιβλίο και για τη λεγόμενη τοξική αρρενωπότητα; «Στο πρώτο μέρος, υπάρχουν τέτοια στοιχεία που μπορούν να φανούν χρήσιμα σε μια τέτοια ανάλυση. Στο δεύτερο, ωστόσο, δεν το νομίζω. Συνειδητά θέλησα να εξαφανίσω τον βιαστή και να επικεντρωθώ στην αλληλεγγύη των θυμάτων. Θέλησα να κάνω πιο ενδιαφέροντα τα θύματα από τους θύτες τους. Και, ευρύτερα, να ανατρέψω την εστίαση, την προσοχή όλων μας. Πώς μπορούμε να επικεντρωθούμε στη μη βία και στις καλές πράξεις των ανθρώπων, αυτό έχει αξία, πολλώ δε μάλλον μέσα σε μια κουλτούρα που προωθεί μια δεδομένη αντίληψη, ακόμα κι αν δεν το αρθρώνει πάντοτε, ότι αυτός που κατέχει την εξουσία είναι κι αυτός στον οποίο πρέπει να στρέφουμε το βλέμμα μας».

Αναπόφευκτα η κουβέντα, σε εκείνο το σημείο, προς το τέλος της, πέρασε και στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής, όπου κυριαρχούν αυταρχικές προσωπικότητες. «Η επικράτηση τέτοιων προσωπικοτήτων προκύπτει από τη σαγήνη της τοξικότητας αλλά και της μεγάλης δύναμης που ασκεί στους ανθρώπους η χειραγώγηση. Κάπως έτσι μολύνονται ανεπανόρθωτα οι σχέσεις εξουσίας. Το έχουμε δει να συμβαίνει αυτό σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, στα οποία δεν χωράνε λογικά πλαίσια σκέψης.

Και είναι γεγονός πως ο τύραννος μπορεί να λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο, μέσα σε μια οικογένεια ή μέσα σε μια κοινωνία. Ο τύραννος έχει μοτίβα που επαναλαμβάνονται μέσα στα σπίτια, στον ιδιωτικό βίο, αλλά και έξω, στον δημόσιο», ναι, ο τύραννος έχει κάτι το απροκάλυπτο, το παράλογο, τη δική του σκοπιά, τη σκοπιά του θύτη, του βιαστή.