Μέσα στο Σαββατοκύριακο, μια παρέα γιατρών συζητά. «Είδες την Κωνσταντοπούλου στη Βουλή με τον Φραπέ;», ρωτά η μία. «Φυσικά τα είδα και δε σου κρύβω ότι τα χάρηκα. Τουλάχιστον υπάρχει κάποιος που ”τα λέει”». «Και πολύ καλά κάνει». Την Κυριακή, στο μπλόκο της Νίκαιας, η εικόνα ίδια. Στη θέα της πρόεδρου της Πλεύσης Ελευθερίας, ο μαχητικός αγρότης φωνασκεί: «Καλά τους κάνεις! Ευτυχώς που υπάρχεις κι εσύ και τους τα χώνεις». Γιατρός ή αγρότης, αριστερός ή δεξιός, πολιτικά ορθός ή μη, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Ας συμφωνήσουμε ότι στην εποχή της οργής, που παύει πια απλώς να σιγοβράζει κι έρχεται ξανά ορμητικά στην επιφάνεια, αυτός που «τα λέει» αποκτά κοινό. Έχει γκελ στην κοινωνία. Ή τουλάχιστον σε ένα αξιόλογο τμήμα της.
Αν η Ζωή «τα λέει», τότε «οι άλλοι» τα κρύβουν. Όποιος ζητάει εκδίκηση για όλα τα δεινά που πιστεύει ότι του έχει φορτώσει αυτή, η προηγούμενη ή κάποια άλλη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, τότε μπορεί στο πρόσωπο της κ. Κωνσταντοπούλου να έχει ήδη βρει τον άνθρωπό του. Τι διαφορές υπάρχουν ανάμεσα στον γιατρό του ΕΣΥ, που σκοτώνεται στις εφημερίες των υποστελεχωμένων δημόσιων νοσοκομείων για ένα 100εύρω και στον αγρότη που με ανεβασμένο 30% το κόστος παραγωγής, βγάζει ό,τι έβγαζε πριν από πέντε χρόνια; Όχι πολλές.
Ο κοινός παρονομαστής είναι η αδικία. Αμφότεροι θεωρούν εαυτούς αδικημένους από το σύστημα. Και επειδή πιστεύουν ότι η Ζωή Κωνσταντοπούλου εκφράζει το αντισύστημα, εκτιμούν όλο και περισσότερο τη συμπεριφορά της. Διότι περί συμπεριφοράς πρόκειται, όχι περί πολιτικής. «Η δική μας αποστολή είναι να τελειώνει η Ελλάδα με τη βρωμιά σας», μια από τις πλέον χαρακτηριστικές ατάκες της κ. Κωνσταντοπούλου στην αξιοθρήνητη προανακριτική επιτροπή για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Πρόκειται για μια ιδιόρρυθμη, διαμεσολαβημένη εκδίκηση: Δε χρειάζεται να κάθεσαι και να βρίζεις μπροστά από μια οθόνη- του κινητού ή της τηλεόρασης. Το κάνει η Ζωή για σένα και με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία. Το σκηνικό της περασμένης εβδομάδας με τον Φραπέ, είχε έως και πριν από λίγες ώρες πάνω από 600.000 views στα σόσιαλ. Δε θα βρείτε άλλο πολιτικό ενσταντανέ να έχει συγκεντρώσει τέτοιο ενδιαφέρον. Το πράγμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον, όταν κανείς προσπαθήσει να αντικρούσει, με ορισμένα επιχειρήματα, τον τρόπο που πολιτεύεται η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας. Ούτε ο «λαϊκισμός», ούτε η εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου, ούτε η εμφανής προσπάθεια χειραγώγησης εμπλεκόμενων στις δικαστικές υποθέσεις, που απασχολούν το πανελλήνιο, πιάνουν τόπο.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου καταγγέλλει. Στυγνά. Κυνηγάει όποιον βρεθεί στον δρόμο της, μοιράζοντας αφειδώς συλλογικές ευθύνες στο πολιτικό σύστημα. Παρότι έμπειρη δικηγόρος, μιλά καθαρά για «κλέφτες», «λωποδύτες» και «απατεώνες», συνήθως χωρίς να έχει τα στοιχεία που θα την έβγαζαν νικήτρια της ακροαματικής διαδικασίας. Παρότι φεμινίστρια, αισθάνεται άνετα να στρέφεται εναντίον γυναίκας συναδέλφου της, καλώντας την να προσέχει, ώστε να «μην σκίσει κανένα καλτσόν». Παρότι ακραία δυναμική, τόσο που πολλές φορές ο λόγος της υπερβαίνει κάθε όριο πολιτικής ορθότητας, αν κανείς τολμήσει να της αντιμιλήσει, τότε είναι ικανή να καλέσει το «100» σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση.
Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν τελειώνει εδώ. Πλην της καταγγελίας, άλλο ουδέν. Εκλείπουν ο ορθός πολιτικός λόγος, οι σοβαρές πολιτικές προτάσεις, οι λύσεις για τα προβλήματα της κοινωνίας. Όπως έλειπαν στη θητεία της επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Όμως, ποιος ασχολείται με αυτά; Σημασία έχει να ζεις και να αναπαράγεσαι μέσα από την κόντρα και την αντιπαράθεση, να συμπαρασύρεις και να συμπορεύεσαι με αυτούς που έχουν πια απαυδήσει να ζουν υπό το «σύστημα». Η Ζωή Κωνσταντοπούλου κάνει καλά τη δουλειά της, το πώς απαντά το «σύστημα», είναι μια άλλη, εξίσου μεγάλη, συζήτηση.
Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι η κυβέρνηση, αρχικά χάιδεψε την Πλεύση Ελευθερίας και την πρόεδρο της. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, η κ. Κωνσταντόπουλου και έκοβε από τον ΣΥΡΙΖΑ – ακόμα τότε του Αλέξη Τσίπρα – και οι ψηφοφόροι της δε θα μπορούσαν ουδέποτε, είτε να φύγουν είτε να πάνε στη Νέα Δημοκρατία. Αρκετά απλοϊκή ανάλυση. Εκτός της συζήτησης περί συγκοινωνούντων ή μη καλπών, το ζήτημα είναι ότι, δια της ανοχής, νομιμοποιείται η εν λόγω προσέγγιση της πολιτικής. Παράγεται πολιτικό και πολιτισμικό περιεχόμενο, που δε θα αργήσει να σπάσει τα στεγανά των κομματικών ακροατηρίων. Πιστεύει κανείς ότι την Πλεύση Ελευθερίας την ψηφίζουν μόνο αριστεροί;
Πολλοί πιστεύουν ότι βρισκόμαστε εν μέσω μιας ραγδαίας αλλαγής παραδείγματος. Δεν είναι μόνο η πολιτική ορθότητα που πάει περίπατο. Είναι η εποχή που μέσα στον ορυμαγδό των αλλεπάλληλων ανατροπών, με επιπτώσεις, κατά κύριο λόγο, στα μεσαία και τα φτωχά στρώματα, νέες δυνάμεις ξεπηδούν έτοιμες να καβαλήσουν το κύμα του «αντί». Το μοντέλο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού έχει δυνατή αντανάκλαση. «Αντί» σε όλα, ανεξαρτήτως τι θα επακολουθήσει. Είναι η αντιστροφή του ψευδεπίγραφου διλήμματος «Μητσοτάκης ή χάος».





