Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που ο Μπασάρ αλ Άσαντ, μετά την επανένταξη της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο και την παρουσία του στη Σύνοδο Κορυφής της Τζέντας, βρέθηκε να χάνει τον έλεγχο της Δαμασκού.
Παρά τις επαφές του με ηγέτες όπως ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας και ο Μοχάμεντ μπιν Ζαγέντ των ΗΑΕ, και την επιστροφή ευρωπαϊκών πρεσβειών στη Συρία, η αιφνίδια επίθεση στο Χαλέπι από τις δυνάμεις του Αχμέντ αλ Σαράα οδήγησε στην κατάρρευση του καθεστώτος στις 8 Δεκεμβρίου 2024.
Όπως έχει παραδεχτεί δημόσια ο σύρος υπουργός Εξωτερικών Σαμπάνι στο Majalla, οι Ρώσοι προχώρησαν σε απευθείας συμφωνία με τον Σαράα, γεγονός που περιόρισε τον ρόλο της Τουρκίας. Σε κάθε περίπτωση, για να σταθεροποιήσει τη Συρία σήμερα, ο Σαράα πρέπει να μάθει από τον Χαφέζ αλ Άσαντ ο οποίος, μετά από έξι διαδοχικά πραξικοπήματα, κατέστησε τη χώρα περιφερειακή δύναμη με επιρροή στον Λίβανο, ρόλο στην Παλαιστίνη και στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν.
Χωρίς ισορροπία δυνάμεων, η Συρία κινδυνεύει να επιστρέψει στη δεκαετία του ’50 και του ’60, όταν ήταν πεδίο ανταγωνισμού Σαουδικής Αραβίας, Τουρκίας, Ισραήλ, Ρωσίας και ΗΠΑ. Παράλληλα, ο Σαράα δεν μπορεί να αγνοεί τις επιθέσεις κατά των Αλαουιτών στα παράλια της Συρίας, τη δυσαρέσκεια των Δρούζων στον νότο και τις πιέσεις που ασκούνται κατά των Χριστιανών προκειμένου να μεταναστεύσουν ή να αλλαξοπιστήσουν.
Εκεί έχει ρόλο και η Αθήνα. Η Ελλάδα έχει ιστορικό ρόλο στη Συρία, τον Λίβανο, την Ιορδανία και το Ιράκ. Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναδείχθηκαν σε βασικούς παράγοντες στη Λεβαντίνη κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Συρία, αλλά και στην πολιτική σκηνή της Ουάσιγκτον. Οι Σύροι εκφράζουν ανησυχία για ένα τουρκικά ελεγχόμενο μονοπώλιο φυσικού αερίου και Μεσογείου. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μέσω της Dubai Ports, έχουν αναλάβει τη διαχείριση των λιμανιών. Η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο, εκμεταλλευόμενη τις σχέσεις με την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, που αντιμετωπίζουν με μεγάλη καχυποψία την τουρκική επικυριαρχία στη Συρία.
Η σημασία των Χριστιανών στη Συρία
Παρά το θερμό καλωσόρισμα του Σαράα στην Ουάσιγκτον, πολλοί αμερικανοί χριστιανοί συντηρητικοί εκφράζουν ανησυχία για τη μεταχείριση των Χριστιανών στη Συρία. Η Λεβαντίνη θεωρείται από τον 19ο αιώνα κοιτίδα του Χριστιανισμού για την αμερικανική θρησκευτική παράδοση. Από την Αντιόχεια έως την Ιερουσαλήμ μέσω Δαμασκού, οι αμερικανοί προσκυνητές συνέδεσαν τη Συρία με την πρώιμη χριστιανική ιστορία.
Η μελέτη της αραμαϊκής και συριακής γλώσσας, η ίδρυση σχολών και το Συριακό Προτεσταντικό Κολέγιο (μετέπειτα Αμερικανικό Πανεπιστήμιο Βηρυτού) ενίσχυσαν αυτή την ταυτότητα. Οι έλληνες Ορθόδοξοι και οι αρμένιοι Χριστιανοί είναι οι πρώτοι και αυτόχθονες Σύριοι, προγενέστεροι των Αράβων, και ιστορικά κατείχαν εξέχουσα θέση στην οικονομία και την πολιτική. Ακόμη και οι κοσμικοί άραβες σουνίτες εθνικιστές δεν επιθυμούν οι υποστηριζόμενοι από την Τουρκία ισλαμιστές να αγνοήσουν τον θρησκευτικό πλουραλισμό που υπήρχε υπό τον Άσαντ, παρά τον αυταρχισμό του.
Ισορροπία ή μαριονέτα;
Παρά τις δηλώσεις του Τραμπ ότι θέλει να «κάνει τη Συρία μεγάλη ξανά», ο Σαράα ελέγχει μόνο περιορισμένες περιοχές στη Δαμασκό. Οι υποστηριζόμενες από τους Τούρκους ομάδες έχουν ισχυρότερη παρουσία στα βορειοανατολικά και στα δυτικά, ενώ η Δαμασκός καταλήφθηκε από το Νότιο Μέτωπο με στήριξη ΗΠΑ, Βρετανίας και
Ιορδανίας. Η άφιξη στη Δαμασκό του Ιμπραχίμ Καλίν, επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), ήταν περισσότερο συμβολική παρά ουσιαστική.
Σήμερα, οι διαδηλώσεις κατά του Σαράα είναι εβδομαδιαίες, η οικονομία έχει επιδεινωθεί παρά την άρση των κυρώσεων και η χώρα παραμένει υπό ξένη επιρροή: ρωσικές βάσεις, ισραηλινή παρουσία στον νότο, αμερικανικές και τουρκικές εγκαταστάσεις. Η Συρία θυμίζει ξανά τη δεκαετία του ’50, όταν ήταν πεδίο ξένης κυριαρχίας. Η Τουρκία κινδυνεύει να εμπλακεί σε μια δαπανηρή περιπέτεια τύπου Βιετνάμ, την οποία δύσκολα θα κερδίσει αν οι ΗΠΑ αποσύρουν το ενδιαφέρον τους.
Ο κ. Καμάλ Αλάμ έχει διατελέσει senior fellow στο Atlantic Council και στο Royal United Services Institute (RUSI)






