«Οφείλουμε να τιμάμε τον συμβολισμό (εν. του βήματος της Ολομέλειας), αλλά και τον εαυτό μας. Να στεκόμαστε στο ύψος του, να προστατεύουμε τον κοινοβουλευτικό πολιτισμό και να αντιστεκόμαστε στην ”κακία” ή στην ”κακιά” στιγμή του εαυτού μας».
Έτσι, ο πρόεδρος της Βουλής Νικήτας Κακλαμάνης, με ένα λογοπαίγνιο, πέρασε στο ντούκου αυτό που υποβόσκει στα ναρκωμένα λυκάκια της κοινωνίας και τους απασφαλισμένους
λύκους που την εκπροσωπούν στο Κοινοβούλιο: το τραύμα του ανδρισμού τους και της επακόλουθης γυνακοκτονίας. Κυρίως τον φόβο απέναντι στον ομοφυλόφιλο, τις λεγόμενες ”κακιές”.
Τι ο δικαιωματισμός και τι ο νόμος (Σκέρτσου και Πατέλη).
Η βαθιά Ελλάδα είναι νοικοκύρηδες, καραβοκύρηδες και Βελόπουλοι. Ελλάδα υγιής, καθαρή, καλή, πατροπαράδοτη σαν τα ψηλά της τα βουνά και τα ψηλοτάκουνα της άλλοτε Τζάκρη.
Ο ευφυής Κακλαμάνης πέρασε στη γλώσσα την εξιλέωση: τόνος στη λήγουσα (”κακιά”) αντί στην παραλήγουσα(”κακία”). Οπότε ”κώλος χεσμένος, γιατρός κλασμένος”. Κάτι – αλλά λιγότερο κουλτουριάρικο – με τη ”διαφορά” στον Ντεριντά.
Την αλλαγή δηλαδή του ”όμικρον” σε ”ωμέγα”, όπου η έννοια και η σημασία της λέξης ”διαφορά” ακούγεται το ίδιο, αλλά διαβάζεται αλλιώς.
Εδώ,(κακιά – κακία) ακούγεται αλλιώς, αλλά διαβάζεται το ίδιο.
Αυτοί είμαστε: ίδιοι που παριστάνουμε ιδεολογικά τους άλλους. Τι κι αν ”Το εγώ είναι ένας άλλος”. Εδώ ο Βελόπουλος αποδεικνύει με 9,7 % στο εκλογικό σώμα πως το εγώ είναι μόνον εγώ, γιατί το σώμα δεν μπορεί να είναι άλλο, κι ούτε στο κεφάλι του Γεωργιάδη να μη φυτρώνουν μαλλιά, ούτε το χορτάρι να φύεται, όπως έγραφε ο Ουγκώ.





