Βαθμολογία
- 5: εξαιρετική – αριστούργημα
- 4: πολύ καλή
- 3: καλή
- 2: ενδιαφέρουσα
- 1: μέτρια
- 0: απαράδεκτη
«Δεσμώτες» (Vogter)
Παραγωγή: Δανία/ Σουηδία/ Γαλλία, 2024
Σκηνοθεσία: Γκούσταβ Μίλερ
Ηθοποιοί: ΣίντσεΜπάμπε Κνούντσεν, Σεμπάστιαν Μπουλ
Οταν το 2018 προβλήθηκε η ταινία «Ενοχος» του Γκούσταβ Μίλερ, το πορτρέτο ενός «αμαρτωλού» αστυνομικού που προσπαθεί να εξιλεωθεί καθοδηγώντας μέσω τηλεφώνου και έτσι όπως εκείνος θεωρεί σωστό έναν άνθρωπο που έχει απαχθεί, την είχα κατατάξει στις καλύτερες της χρονιάς. Είναι νωρίς να πεις από τώρα αν η νέα του ταινία θα κερδίσει επίσης μια θέση στην δεκάδα των καλύτερων του 2025, όμως την συνιστούμε ανεπιφύλακτα.
Η ακρίβεια στις λεπτομέρειες των διαδικασιών που τηρούνται σε μια φυλακή στην Σκανδιναβία, πλαισιώνουν την μυστηριώδη σχέση που θα αναπτυχθεί ανάμεσα στους δύο βασικούς ήρωες στην ιστορία της ταινίας Στη μια πλευρά η έμπειρη και κατά βάθος καλόκαρδη δεσμοφύλακας που προσπαθεί πάντα να προσφέρει κάτι παραπάνω για το καλό των κρατουμένων για τους οποίους πιστεύει ότι είναι κατάλληλοι για επανένταξη στην κοινωνία.
Στην απέναντι πλευρά ένας νιόφερτος κρατούμενος, νέος, αμίλητος και με εξαιρετικά βαρύ παρελθόν – αυτό που λέμε καμένο χαρτί, χωρίς καμία ελπίδα επανένταξης. Για κάποιο λόγο, η δεσμοφύλακας θα ζητήσει από την διεύθυνση να αποσπαστεί στην κεντρική πτέρυγα, υψίστης ασφαλείας, όπου ο νιόφερτος βρίσκεται. Γιατί προσπαθεί να τον προσεγγίσει; Γιατί του «κολλά» με διάφορα καψώνια;
Όλα αυτά τα ερωτήματα πλάθουν τον καταθλιπτικό αλλά συγχρόνως πολύ ενδιαφέροντα κόσμο των «Δεσμωτών», και το γεγονός ότι ο Μίλερ, κατορθώνει να κρύψει τα χαρτιά του μέχρι λίγο πριν το τέλος της ταινίας, είναι που αναδεικνύει την σκηνοθετική αντίληψη και δεξιοτεχνία του. Γιατί ενώ ο χρόνος κυλά, τα στοιχεία που δεχόμαστε για τους δύο ήρωες, δεν γίνονται ποτέ φλύαρα, η ουσία του θέματος, δεν χάνεται ποτέ.
Βαθμολογία: 3
«Η ζωή του Τσακ» (The Life of Chuck)

Παραγωγή: ΗΠΑ, 2025
Σκηνοθεσία: Μάικ Φλάναγκαν
Ηθοποιοί: Τσιγουετέλ Ετζοφόρ, Τομ Χίντλστον κ.α.
Με βάση ένα διήγημα του Στίβεν Κινγκ αυτή η ταινία που μάλλον υπερβολικά έχει ήδη κερδίσει ύμνους στο εξωτερικό, αφηγείται μια ακόμη απαισιόδοξη ιστορία, στην καρδιά της οποίας είναι το τέλος του κόσμου (θέμα που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει κάπως της… μόδας).
Χωρισμένη σε τρεις, σχεδόν ανόμοιες μεταξύ τους πράξεις (αρχίζει μάλιστα από την τρίτη), η ταινία θέλει να είναι μια στενάχωρη αλλά συγχρόνως «διασκεδαστική» ματιά πάνω στην ιδέα του ενδεχόμενου ότι ο κόσμος πλησιάζει στο τέλος του (το internet πέφτει και η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει).
Ο δε Τσακ του τίτλου που έχει την μορφή του Τομ Χίντλεστον, δείχνει να είναι το μυστηριώδες κλειδί της υπόθεσης, ένας άνθρωπος που ενδεχομένως κρύβει το μυστικό για όλη αυτή την πολύ παράξενη φάση της ανθρωπότητας, για την οποία δεν μαθαίνουμε πολλά, αν και όλοι καταλαβαίνουμε τι θέλει ουσιαστικά να πει. H τρίτη πράξη που όμως είναι η πρώτη που βλέπουμε στην ταινία, είναι και η καλύτερη με τον Τσιγουετέλ Ετζοφόρ σε έναν ρόλο με τον οποίο μπορείς να ταυτιστείς – ενός καθηγητή που προσπαθεί να αντιμετωπίσει με ψυχραιμία το γεγονός ότι απλώς όλα κάποια στιγμή τελειώνουν.
Το κάπως ξεκάρφωτο χάιλαϊτ στο όλο εγχείρημα είναι μια χορευτική σκηνή δρόμου (στη δεύτερη πράξη) γυρισμένη όντως δεξιοτεχνικά, αλλά που σου δίνει την εντύπωση ότι γυρίστηκε απλώ για να γυριστεί. Ο Χίντλεστον (που είναι στην πραγματικότητα καλός χορευτής) σε κερδίζει με το γνήσιο πάθος του αλλά εν παύει να είναι μια σκηνή φιγούρας, ένα show off που δεν εξυπηρετεί σε κάτι την ταινία. Γενικότερα όμως, όταν η «Ζωή του Τσακ» τελειώνει, το πρώτο που πράγμα που σου έρχεται να κάνεις είναι να ξύσεις το κεφάλι σου αναρωτώμενος: μα τι ακριβώς είδα;
Βαθμολογία: 2
«Τρεις φίλες» (Trois amies)

Παραγωγή: Γαλλία, 2024
Σκηνοθεσία: Εμανουέλ Μουρέλ
Ηθοποιοί: Καμίλ Κοτέν, Σάρα Φορεστιέρ, Ιντια Αίρ
Από τον τίτλο και μόνο αυτής της ταινίας, δεν μπορεί παρά έστω στιγμιαία να περάσει από το νου σου το σπουδαίο θεατρικό έργο «Τρεις αδελφές» του Αντον Τσέχοφ. Ο σκηνοθέτης και η συν σεναριογράφος του Κάρμεν Λερουά δείχνουν να πατούν καλά πάνω στα χνάρια του έργου του Ρώσου συγγραφέα προκειμένου να αφηγηθούν τις διασταυρούμενες ιστορίες τριών γυναικών φίλων, περίπου της ίδιας ηλικίας (30-40), τριών ανόμοιων τύπων γυναικών που όλες έχουν ένα κοινό: την αναζήτηση συντροφιάς σε έναν κόσμο τόσο μπερδεμένο, που δείχνει βυθισμένος στην ατονία και την απάθεια.
Με τις Καμίλ Κοτέν, Σάρα Φορεστιέρ, Ιντια Αίρ σε καλή φόρμα, ο Μουρέλ θέτει κάτω από το μικροσκόπιό του τα τρία πρόσωπα και αναζητεί κάθε λεπτομέρεια που θα αναδείξει τον χαρακτήρα τους. Οι σχέσεις ανακατεύονται μεταξύ τους, η τράπουλα μοιράζεται διαρκώς εκ νέου και η ταινία φωτίζει τις ανθρώπινες αδυναμίες ακόμα και στα πολύ μικρά, ασήμαντα πράγματα που όμως μπορούν να διαμορφώσουν ριζικά την ζωή μας. Ισως για αυτόν και μόνο αξίζει κανείς να έχει υπόψη του αυτή την ταινία η οποία, βέβαια, δεν κρύβει τις επιρροές της από το σινεμά του Ερίκ Ρομέρ όπως και του Γούντι Αλεν.
Βαθμολογία: 3
«Ριβιέρα»

Παραγωγή: Ελλάδα, 2024
Σκηνοθεσία: Ορφέας Περεντζής
Ηθοποιοί: Εύα Σαμιώτη, Μυρτώ Μεϊτάνη Καστρινάκη, Αλκης Παναγιωτίδης, Σοφία Σεϊρλή κ.α..
Με βασικό χώρο ένα μουχλιασμένο (στη κυριολεξία) ξενοδοχείο ονόματι Ριβιέρα, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Ορφέα Περετζή, εντυπωσιάζει με την φαντασία και τις ιδέες της. Κεντρικό πρόσωπο εδώ, ένα «μουτρωμένο» κορίτσι στην εφηβεία (Εύα Σαμιώτη) που προσπαθεί να βρει τον εαυτό του ανάμεσα στα πρόσωπα που το περιστοιχίζουν: ένα άλλο κορίτσι στην ίδια ηλικία, μια μητέρα που έχει μπουχτίσει και θέλει να φύγει, ένα ζευγάρι πελατών που διαρκώς γκρινιάζουν για τα προβλήματα που παρουσιάζει το ξενοδοχείο (υπέροχο ζευγάρι ο Αλκης Παναγιωτίδης και η Σοφία Σεϊρλή που δυστυχώς έφυγε τραγικά από την ζωή πριν από λίγο καιρό).
Αντιμετωπίζοντας με τρυφερότητα και αγάπη όλους αυτούς τους ανθρώπους, ο Περετζής πλάθει αλλόκοτες καταστάσεις και δημιουργεί ένα κλειστό μικροσύμπαν εντελώς αποξενωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο. Η αναμέτρηση παλιάς και νέας γενιάς δίνει κατά κάποιο τρόπο τον τόνο χωρίς απαραιτήτως να είναι το θέμα ενώ η σκηνοθετική χαλαρότητα που όμως πατά σε ένα στιβαρό σενάριο, επιτρέπει στο χιούμορ να βρει αρμονικά την θέση του σε μια ταινία ενηλικίωσης που τελικά σε μαγνητίζει.
Βαθμολογία: 3
Επανεκδόσεις
«Ραν» (Ran, Ιαπωνία, 1985)

Στην φεουδαρχική Ιαπωνία του 16ου αιώνα, ένας ηλικιωμένος άρχοντας δίνει τη θέση του στον πρωτότοκο από τους τρεις γιούς του, στέλνοντας το νεότερο στην εξορία. Ο πρώην ισχυρός άρχοντας όμως, θα πέσει θύμα προδοσίας των δύο γιών του και θα τρελαθεί. Οσο για τα παιδιά του θα πολεμήσουν μεταξύ τους διψασμένα για την απόλυτη εξουσία. Ραν.
Στην ιαπωνική γλώσσα σημαίνει χάος, ταραχή ,σάλος. Εναν τέτοιο κόσμο εικονογραφεί στη μεγαλόπρεπη αυτή δημιουργία του ένας άλλος βασιλιάς, ο Ακίρα Κουροσάβα, που γύρισε αυτό το συμβολικό υπερθέαμα στα εβδομηνταπέντε του χρόνια! Στο σενάριο του «Ραν», βρίσκουμε πολλά κοινά σημεία με το θεατρικό έργο του Γουίλιαμ Σαίξπηρ, «Βασιλιάς Λιρ», από το οποίο ο Κουροσάβα πήρε την κεντρική ιδέα ξαναζωντανεύοντας παράλληλα έναν μύθο του λαού του. Με δύο λέξεις, δεν χάνεται (παίζουν οι Τατσουά Νακαντάζ, Ακίρα Τεράο, Ζινπάσι Νέτου κ.α.)
Βαθμολογία: 5
«Ταξίδι στην Ιταλία» (Viaggio in Italia, Ιταλία, 1954)

Το 1950 ο Ιταλός σκηνοθέτης Ρομπέρτο Ροσελίνι παντρεύτηκε την Σουηδή ηθοποιό Ινγκριντ Μπέργκμαν και ήταν ένας γάμος θορυβώδης διότι είχε προηγηθεί το σκάνδαλο της σχέσης τους που είχε ξεσηκώσει θύελλα στην πουριτανική Αμερική όπου η Μπέργκμαν ζούσε. Στην Ευρώπη έγινε η απόλυτη μούσα του Ροσελίνι σε ταινίες όπως το «Στρόμπολι», ο «Φόβος» (από το μυθιστόρημα του Στέφαν Τσβάιχ) και αυτό εδώ το μικρό, ρομαντικό αριστούργημα, το «Ταξίδι στην Ιταλία»
Μέσα από την παρακμιακή πορεία ενός ζευγαριού μεσηλίκων στην Ιταλία (τους οποίους υποδύονται η ίδια η Μπέργκμαν και ο Τζορτζ Σάντερς), ο Ροσελίνι. ουσιαστικά, κάνει μια αναδρομή στην δική του ιστορία με την Μπέργκμαν και καταθέτει την ίσως πιο «αυτοβιογραφική» ταινία και των δύο.. Γεμάτη σιωπές αξιοπρέπειας, βιτριολικό χιούμορ και παγωμένα φιλιά, η μελαγχολική και συγχρόνως ταξιδιάρικη αυτή ταινία σε κερδίζει με την γοητευτική της πίκρα που ποτέ δεν γίνεται δυσάρεστη γκρίνια.
Βαθμολογία: 5
Επίσης στις αίθουσες

«Κλέφτης από Σπόντα» (Caught Stealing,ΗΠΑ, 2025): Στην τελευταία ταινία του Ντάρεν Αρονοφσκι (Η φάλαινα), ο Οστιν Μπάτλερ (Ελβις) πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός πρώην φαινόμενου του μπέιζμπολ στο λύκειο, νυν σερβιτόρου σε παλιομοδίτικο μπαρ σε της Νέας Υόρκης, ο οποίος θα βρεθεί στη μέση μιας ετερόκλητης συμμορίας απειλητικών γκάνγκστερ όταν ο punk-rock γείτονάς του (Mατ Σμιθ) τού ζητάει να φροντίσει τη γάτα του για λίγες μέρες. Το καστ συμπληρώνουν οι Ζόε Κράβιτς, Λιβ Σράιμπερ, Γκρίφιν Νταν και Βίνσεντ Ντ’ Ονόφριο.
«Το κάλεσμα 4: Η τελευταία λειτουργία» (Conjuring: Last Rites, ΗΠΑ, 2025): Συνεχίζονται οι οι περιπέτειες των ερευνητών παραφυσικών φαινομένων, Εντ και Λορέιν Γουόρεν (Πάτρικ Γουίλσον, Βέρα Φαρμίγκα) που εδώ αναλαμβάνουν μια υπόθεση που αφορά μυστηριώδεις οντότητες τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσουν. Η σκηνοθεσία είναι του Μάικλ Τσάβες.
«Τα κακά παιδιά 2» (The Bad Guys 2, ΗΠΑ, 2015): Συνέχεια της κωμικής περιπέτειας κινουμένων σχεδίων «Τα κακά παιδιά», αναφέρεται στις περιπέτειες μιας συμμορίας ζώων, που τώρα υποτίθεται ότι έχει βρει τον «καλό» δρόμο. Υποτίθεται… Σκηνοθεσία: Πιέρ Περιφέλ, Τζ. Π. Σανς






