Η «Θήβα μοναξιά» είναι μια παράσταση ενταγμένη στον Κύκλο Contemporary Ancients του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, που περιλαμβάνει όχι μόνο θεατρικά έργα αλλά και μουσικοθεατρικές και κινηματογραφικές δημιουργίες σε μια καλλιτεχνική σύζευξη διαφορετικών ειδών και γλωσσών. Η αφήγηση, άλλοτε σε έμμετρο κι άλλοτε σε πεζό λόγο, συνομιλεί με τη μουσική.
Σε αυτή τη λαϊκή παραλογή από την πένα του βραβευμένου συγγραφέα Κυριάκου Χαρίτου (Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου 2023) που εκκινεί από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, δεν υπάρχει γραμμικότητα. Η πόλη, η Θήβα, ξυπνά, θυμάται και μπαινοβγαίνει στο όνειρο. Ο τόπος του μύθου είναι μια επαρχία ξεγραμμένη εδώ και χρόνια, ενώ μια φωνή ψάχνει «εκείνο το κορίτσι που το λέγαν Αντιγόνη».
Ο Κυριάκος Χαρίτος εμπνεύστηκε τον τίτλο της παραλογής από μία επιγραφή στην καρότσα ενός φορτηγού που έγραφε: «Θήβα μοναξιά». Πηγαίνοντας προς Θήβα σήμερα, λοιπόν, τι συναντάμε; Η σκηνοθέτις του έργου, Όλια Λαζαρίδου, που τόσο καλά γνωρίζουμε εδώ και χρόνια από τη θεατρική και κινηματογραφική της καριέρα, μας προσκαλεί να ξεχάσουμε το κλισέ της «Αντιγόνης», όπως το ξέρουμε από την αρχαία τραγωδία και να ονειρευτούμε ένα ποίημα πάνω στην αποξένωση της εποχής μας.
«Ήθελα να ασχοληθώ με ένα έργο γνωστό, όπως η «Αντιγόνη» που είναι σχεδόν κλισέ στην συνείδηση μας».
Σκηνοθετείτε μια λαϊκή παραλογή πάνω στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα και η συνεργασία σας με τον Κυριάκο Χαρίτο;
Μια τέτοια διασκευή ήταν κάτι που είχα σκεφτεί εδώ και πολύ καιρό. Ήθελα να κάνω μια παράσταση βασισμένη πάνω σε έναν αρχαιοελληνικό μύθο που λίγο πολύ είναι γνωστός σε όλους, όπως είναι επίσης το «Τραγούδι του νεκρού αδερφού» και διάφορα άλλα εμβληματικά, αφηγηματικά έργα με λυρικό χαρακτήρα. Η «Αντιγόνη» είναι γνωστή ακόμη και σε αυτούς που δεν ξέρουν ακριβώς την υπόθεση της τραγωδίας του Σοφοκλή.
Με ενδιέφερε, λοιπόν, μια παραβολή με τη μορφή που θα είχε σ’ ένα όνειρο. Δηλαδή, όπως ονειρεύεται κανείς ορισμένα θέματα γύρω από ένα αρχέτυπο, το οποίο ξέρει πολύ καλά, αλλά αυτό κάνει έναν κύκλο μέσα στο μυαλό του, με έναν ονειρικό τρόπο, άλλοτε πιο κυριολεκτικά, άλλοτε πιο έμμεσα. Αυτή ήταν η αρχική μου ιδέα. Γι’ αυτό ήθελα να ασχοληθώ με ένα έργο γνωστό, όπως η «Αντιγόνη» που είναι σχεδόν κλισέ στην συνείδηση μας. Όλοι ξέρουμε ένα στοιχείο για τον μύθο αυτό. Με τον Κυριάκο γνωριστήκαμε όταν μου ζήτησε να διαβάσω ποιήματα του και να δανείσω σε μια ηχογράφηση τη φωνή μου. Συζητήσαμε σχετικά με την «Αντιγόνη» και προθυμοποιήθηκε να υλοποιήσει το έργο.
Ασυνήθιστο το εγχείρημα, η επιλογή της παραλογής πάνω σε μια τραγωδία.
Με ενδιαφέρει αυτή η προσέγγιση, γιατί πιστεύω ότι από τέτοιου είδους εγχειρήματα θα γεννηθεί κάποια στιγμή κάτι νέο. Θέλω να δίνω βήμα σε καινούργια έργα. Σκηνοθέτησα πέρυσι την παράσταση «Θεόφιλος Sold» πάνω στη ζωή και το πνεύμα του ζωγράφου Θεόφιλου, επίσης μια ιδέα μου στη λογική που μόλις περιέγραψα. Την ανέθεσα σε έναν συγγραφέα που επίσης εκτιμώ πολύ, όπως και τον Κυριάκο Χαρίτο, τον Σαμψών Ράκα, ο οποίος έγραψε το εξαιρετικό έργο, το οποίο ανεβάσαμε με δύο νέες ηθοποιούς και είχε μεγάλη επιτυχία.
Τώρα είναι η δεύτερη φορά που τολμάω κάτι ανάλογο. Η διαδικασία αυτή με αναζωογονεί πολύ. Ακόμα και το ρίσκο που έχει μία παραγγελία, που δεν ξέρεις πώς θα βγει, κι αυτό με αναζωογονεί. Το ρίσκο προϋποθέτει μια εμπιστοσύνη στον άνθρωπο με τον οποίο συνεργάζεσαι.

Όλια Λαζαρίδου. Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη
Στο «Θήβα μοναξιά» παίζετε κιόλας, δεν σκηνοθετείτε μόνο.
Έχει μια δυσκολία αυτό, αλλά το συγκεκριμένο έργο είναι μοιρασμένο, δεν έχω όλο το βάρος – είμαστε τέσσερις ερμηνευτές. Έχω πανάξιους συνεργάτες για τους οποίους είμαι τρομερά ευγνώμων: την Αλεξάνδρα Καζάζη, η οποία εκτός από το ότι είναι μια υπέροχη ηθοποιός, έχει τη δική της ομάδα και είναι και η ίδια σκηνοθέτις, στην ίδια ομάδα μαζί της είναι και ο Βασίλης Τρυφουλτσάνης, επίσης εξαιρετικός ηθοποιός, όπως και ο Γιάννης Ψαλλιδάκος που είναι δάσκαλος φωνητικής και παίζει όργανα, η χορογράφος μας Νικολέττα Ξεναρίου, ο μουσικός μας Γιαν Βαν Αγγελόπουλος, ο Άγγελος Μέντης, που υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια, η Ελίζα Αλεξανδροπούλου στον φωτισμό. Η παρουσία τους προσθέτει στην όποια δική μου αρχική ιδέα. Έχω μεγάλη χαρά που μου δόθηκε η ευκαιρία να κάνω αυτή την παράσταση στο Φεστιβάλ υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Κατερίνας Ευαγγελάτου, σε παραγωγή του Νικόλα Χανακούλα, όπου αισθάνομαι προστατευμένη.
Πώς αναδεικνύεται η ουσία της παράστασής σας;
Ο Κυριάκος εμπνεύστηκε τον τίτλο της παραλογής από τις επιγραφές που έχουν τα φορτηγά που ταξιδεύουν μεγάλες διαδρομές. Μία από αυτές τις ταμπέλες στο πίσω μέρος, στην καρότσα ενός φορτηγού, έγραφε: «Θήβα μοναξιά».
Στην παράστασή μας η Θήβα περιγράφεται ως ένας τόπος μνήμης, μια ξεχασμένη ταβέρνα στην οποία επιστρέφουν κάποια πρόσωπα – φαντάσματα για το μνημόσυνο ενός γεγονότος που κάποτε συνέβη και που ξαναζωντανεύει μέσα από θραύσματα μνήμης. Αυτά δεν έχουν συνοχή παρόμοια με της «Αντιγόνης», αλλά έχουν τη συνοχή του ονείρου. Ενώνονται με μεταφορές, με εικόνες, με συνειρμούς όπως και τα όνειρα.
«Δεν θεωρώ ότι είμαι με την κλασική έννοια σκηνοθέτις, δεν είμαι ο άνθρωπος που θα παραγγείλω κάτι και θα το σκηνοθετήσω με ακρίβεια. Όχι, εμένα μου αρέσει η ποίηση».
Δίνετε ιδιαίτερη σημασία στη μνήμη.
Ναι, βέβαια, είχα φανταστεί την παραλογή από την αρχή σαν ένα μπλουζ, ένα τραγούδι, ένα λιμπρέτο. Ο μουσικός μας Γιαν Βαν Αγγελόπουλος, έχει συμβάλει πολύ στο εγχείρημα ώστε αυτή η φαινομενικά ασύνδετη αλληλουχία σκηνών να γοητεύει και μέσω του ρυθμού της. Όλα είναι θέμα ρυθμού εκτός όλων των άλλων. Η μουσική βοηθάει πολύ ώστε να συγκολλά με τον ρυθμό αυτά τα φαινομενικά ασύνδετα κομμάτια που γεννιούνται, όπως και στα όνειρα, και ενώνονται σε έναν συνδυασμό φαντασίας, ασυνείδητου, μνήμης.
Η Θήβα ως τόπος-σύμβολο, τι αντιπροσωπεύει σήμερα;
Η Θήβα είναι το «αχ» μας. Ο Κυριάκος Χαρίτος κατάγεται από την Χαλκίδα, είναι το μέρος του που έχει γεννηθεί και στην παραλογή την αναφέρει. Η Θήβα μας είναι ένα ερημωμένο μέρος, στο τέλος του έργου αναφέρεται πολλές φορές η λέξη «μόνος»: «Και ποιος δεν ήταν μόνος του εδώ; Μόνος ο βασιλιάς, μόνοι οι αδελφοί, μόνοι του Οιδίποδα οι γιοι, μόνα τα χρυσά παλάτια, μόνα τα μονοπάτια. Πιο μόνη εγώ, η Θήβα». Μιλάμε, δηλαδή, για ένα τοπίο ερήμωσης. Εμένα αυτό με αγγίζει πολύ, γιατί το νιώθω περνώντας από μέρη της Ελλάδας επαρχιακά – ακόμα κι αν αυτά σφύζουν από ζωή, αισθάνομαι ότι είναι ερημωμένα από το αληθινό τους πνεύμα. Είναι σαν να τους έχει κλέψει κάτι τη ψυχή. Με αυτή την έννοια και οι μύθοι και όσα συζητάμε είναι ζωντανά και πλούσια μόνο στο υποσυνείδητό μας, αλλά έξω από αυτό, δεν είναι. Εγώ δεν βλέπω πουθενά το ίχνος τους. Βλέπω μόνο την ορφάνια τους. Το χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η αποξένωση.
Πώς θα περιγράφατε τη σκηνοθετική σας προσέγγιση;
Δεν θεωρώ ότι είμαι με την κλασική έννοια σκηνοθέτις, δεν είμαι ο άνθρωπος που θα παραγγείλω κάτι και θα το σκηνοθετήσω με ακρίβεια. Όχι, εμένα μου αρέσει η ποίηση.
Και μου αρέσει να φτιάχνω ποίηση μαζί με τα άλλα παιδάκια, δηλαδή να παίρνω με αυτό τον παιδικό σχεδόν τρόπο που παίρναμε τις μπογιές, τα χαρτιά και ζωγραφίζαμε με τους φίλους μας εικόνες, κάτω γονατισμένοι. Όχι με εγκεφαλικό τρόπο. Μου αρέσει να φτιάχνω με στέρεα υλικά, αλλά και με λέξεις, εικόνες, αριθμούς, χρώματα, φως, ρυθμό και με συντρόφους, ποιήματα. Η παράσταση που έχουμε φτιάξει είναι η σύνθεση ενός ποιήματος πάνω στην «Αντιγόνη».

Όλια Λαζαρίδου. Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη
Μάλλον αυτή η προσέγγιση έχει να κάνει με το συναίσθημα, τη συγκίνηση βαθιά μέσα μας.
Δεν εμπιστεύομαι το συναίσθημα όταν φτιάχνω ποιήματα. Αυτό που αποκαλώ ποίημα μου αρέσει να έχει κάτι το υπαρξιακό, το μυστηριώδες. Το συναίσθημα είναι αρκετά επιφανειακό, αρκετά ρηχό. Εμένα μου αρέσει το πιο μυστηριώδες βάθος που έχουν τα πράγματα, το οποίο ας πούμε και κρύβεται αλλά και αποκαλύπτεται στα όνειρα. Το συναισθηματικό πλαίσιο μου φαίνεται αρκετά εύκολο.
Η μουσική έχει απελευθερωτικό νόημα στην παράσταση;
Η μουσική περνάει από πολλές πτυχές, όπως και το έργο έχει πολλές αισθήσεις – πότε είναι συνοδευτική, πότε είναι αντιστικτική, πότε είναι ειρωνική, πότε είναι λυρική. Περνάει από διάφορα επίπεδα, όπως και οι εικόνες και οι αισθήσεις του έργου. Είναι κι αυτή σαν ένα πρόσωπο.
Το Μικρό Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου φαντάζει ως ο ιδανικός τόπος για ένα ποιητικό έργο, όπως το δικό σας.
Το αγαπώ πάρα πολύ αυτό το Μικρό Αρχαίο Θέατρο. Μπορώ να σας πω ότι το αγαπώ περισσότερο και από το μεγάλο. Μου φαίνεται ότι είναι το μεγάλο θέατρο της Επιδαύρου σε μικρογραφία. Έχει κάτι το λυρικό και όμορφο και ελληνικό, το οποίο με συγκινεί πολύ και χαίρομαι που θα είμαστε εκεί.
Η παράστασή σας θα ακολουθήσει τη δική της πορεία στη Μικρή Επίδαυρο και θα παρουσιαστεί μετά την «Αντιγόνη» του Ούλριχ Ράσε, που ανοίγει το φετινό επετειακό πρόγραμμα παραστάσεων στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Ποια είναι η σημασία αυτής της τραγωδίας που επανέρχεται τόσο συχνά;
Πρόκειται για δύο παραστάσεις που δίνουν δύο παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα. Η «Αντιγόνη» είναι ένας αρχετυπικός μύθος, ο οποίος μιλάει για τις κεφαλαιώδεις σταθερές της ζωής μας: το δίκαιο, το άδικο, την πίστη, την απιστία, τον έρωτα, την εξουσία. Στην «Αντιγόνη» είναι συμπυκνωμένα όλα τα βασικά θέματα που απασχολούν τη ζωή και γι’ αυτό αποτελεί μια τόσο αρχετυπική τραγωδία που δεν παλιώνει ποτέ. Πάνω σε αυτήν όλοι έχουν κάτι να πουν και να δευτερολογήσουν. Όλες οι εποχές καθρεφτίζονται σε αυτήν. Η «Αντιγόνη» είναι μια Μόνα Λίζα κι αυτή, είναι το ίδιο κλισέ…
Οι θεατρικές παραστάσεις που ανεβαίνουν στις μέρες μας δεν είναι ξεκομμένες από τα γεγονότα γύρω μας, έχουν ένα ειδικό βάρος. Γεωπολιτικά βιώνουμε μια ταραχώδη περίοδο. Πώς αισθάνεστε σε σχέση με όσα συμβαίνουν;
Συμβαίνουν γεγονότα, τα οποία λίγο εξαρτώνται από εμάς. Σε τέτοιες εποχές δύσκολες, γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό το να διασώζει κανείς ό,τι αξίζει να σωθεί – ανθρώπους, έργα, οτιδήποτε. Αισθάνομαι ότι θα ήθελα να φτιάξω μία κιβωτό-καταφύγιο (όχι σαν τα πολεμικά καταφύγια για τα οποία διαβάζουμε παντού και που αυτά βρίσκονται) στην οποία θα βάλω μέσα ό,τι θέλω να σώσω από τον κακό αέρα που αισθάνομαι ότι έρχεται. Θα έβαζα μέσα σ’ αυτή την κιβωτό και τα έργα που δημιουργούμε.

Όλια Λαζαρίδου. Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη
Κι εσείς δημιουργείτε συνεχώς, παραμένοντας ενεργή με έργα που ξεφεύγουν από τη θεατρική πεπατημένη.
Κάνω τα έργα που μιλάνε στην καρδιά μου. Είναι ο τρόπος που λειτουργώ, πολύ ενστικτωδώς. Απλώς προσπαθώ μεγαλώνοντας να είμαι όλο και πιο πιστή στον τρόπο μου. Να μην τον προδίδω.
Νιώθετε πλήρης επαγγελματικά;
Αρμονικά νιώθω και με φοβερή επιθυμία να φτιάχνω έργα που αγαπώ και εμπλέκουν και αγαπημένους μου ανθρώπους σε αυτά. Από πλευράς επαγγελματικής, θα έλεγα ότι αισθάνομαι υπερπλήρης, δεν έχω κάποιο έλλειμα, με μεγάλη όρεξη για να φτιάχνω πράγματα που αγαπώ και να τα μοιράζομαι με άλλους.
Είναι ευλογία η συσσώρευση εμπειρίας μεγαλώνοντας;
Άλλοι μπορεί να έχουν αντίθετη γνώμη, ωστόσο στη δική μου περίπτωση, με τις πολλές διαδρομές και την πορεία αυτή την όποια περιπετειώδη, αισθάνομαι ότι έχω καταφέρει να φτιάξω μια δική μου, προσωπική γλώσσα. Έχω όρεξη αυτή την προσωπική μου γλώσσα να την κάνω δημιουργία και να την μοιράζομαι.
INFO «Θήβα μοναξιά» του Κυριάκου Χαρίτου. Σκηνοθεσία: Όλια Λαζαρίδου. Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου στις 4 και 5 Ιουλίου 2025. Ώρα έναρξης παράστασης: 21.30
*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr.